Auto

Δοκιμή: VW Tiguan 1.5 TSI DSG 150 PS

Η δεκαετία του 2000, χωρίς τις έγνοιες της ηλεκτροκίνησης, τις διαρκείς οικονομικές κρίσεις και τους Κινέζους να είναι μία μακρινή υπόθεση για ανέκδοτα στα εταιρικά meetings της Γερμανίας, αποτελούσε μία ιδανική συνθήκη για να δοκιμαστούν νέα πράγματα.

Λεφτά υπήρχαν, οι αγοραστές ψώνιζαν χωρίς δισταγμούς, και όλα έμοιαζαν ως η τελευταία εποχή της αθωότητας πριν η παγκόσμια αυτοκινητοβιομηχανία πέσει σε διάφορες ξέρες, από τα σκάνδαλα τύπου Dieselgate έως την οικονομική και παγκόσμια υγειονομική κρίση των τελευταίων ετών.

Απαραίτητη η εισαγωγή για να κατανοήσουμε το πως ένα αυτοκίνητο όπως το πρώτο Tiguan έφερε την VW σε θέση «μηχανοδηγού» στην ταχύτατα αναπτυσσόμενη τότε κατηγορία των πιο προσιτών αλλά premium SUV.

Το αυτοκίνητο εκείνο άρεσε με την πρώτη ματιά, είχε έξυπνη τοποθέτηση (ήταν το πρώτο που «εκλαϊκευσε» τα SUV με τον 1.4 κινητήρα, όταν τα υπόλοιπα ήταν ακόμα στα δίλιτρα) και έχτισε έναν εμπορικό status που μέσα στα χρόνια το καθιέρωσε στην κορυφή της κατηγορίας του.



Σε τέτοιο σημείο μάλιστα που να εκθρονίσει από την πρώτη θέση των πωλήσεων της εταιρίας το αυτοκίνητο-σύμβολο μιας ολόκληρης εποχής, το Golf.

Τα υπόλοιπα, όπως λένε, είναι ιστορία. Μία ιστορία 7,6 εκατομμυρίων πωλήσεων μέσα σε αυτά τα δεκαέξι χρόνια και κυριαρχίας στις περισσότερες αγορές του κόσμου για την κατηγορία του.

Μία κατηγορία στην οποία το Tiguan έδωσε «γραμμή» και καθιέρωσε τον ρόλο του μεσαίου premium SUV για το ευρύ κοινό. Κάτι που έγινε και στην Ελλάδα, όπου απέκτησε το δικό του φανατικό κοινό με πωλήσεις που ξεπερνούν τις 7.500 μονάδες όλα αυτά τα χρόνια, και με το ενδιαφέρον να παραμένει αμείωτο.



Όμως με τα δεδομένα της αγοράς να τρέχουν με απίστευτους ρυθμούς, η VW αποφάσισε να προχωρήσει φέτος στην παρουσίαση της 3ης γενιάς του μοντέλου. Και όπως ξεκαθάρισε από την αρχή είχε διπλό σχέδιο.

Από τι μια να κρατήσει την ήδη υπάρχουσα πελατειακή της βάση, ρίχνοντας ματιές προς τη βάση της κατηγορίας των μεσαίων premium SUV. Και από την άλλη να το «σπρώξει» με τις κατάλληλες κινήσεις και μία πολύ έξυπνη διαστρωμάτωση της γκάμας της προς τις «επώνυμες» προτάσεις της πιο πάνω κατηγορίας, βάζοντας ως στόχο για παράδειγμα το κοινό που στρέφεται προς αυτοκίνητα όπως η BMW X1.



Για να πετύχει σε αυτό το διπλό ρόλο, η VW ακολούθησε την σίγουρη οδό σε ότι αφορά την σχεδίαση του αμαξώματος. Καθώς πρόκειται για ένα παγκόσμιο μοντέλο, κρατά αρκετά από τα στοιχεία της προηγούμενης γενιάς (ιδίως σε ότι αφορά τις αναλογίες και την γενικότερη κατανομή των όγκων) είναι όμως εμφανώς πιο «σοβαρό» και εμφανώς πιο αναβαθμισμένο στις εντυπώσεις που δημιουργεί όταν κινείται στον δρόμο. Μοιάζει με ένα Touareg υπό κλίμακα (κάτι που θα συναντήσουμε και πιο κάτω) και αυτό δεν είναι προφανώς καθόλου κακό.

Η VW δανείζεται σχεδιαστικές αναφορές από την οικογένεια ID στο εμπρός μέρος, με τα εντυπωσιακά φωτιστικά σώματα και την φωτιζόμενη μπάρα, ενώ το πίσω μέρος είναι λίγο περισσότερο φλύαρο από ότι θα το θέλαμε, ιδίως σε αυτή την έκδοση R Line με τα χρώμια και τα πολύπλοκα φωτιστικά σώματα.

Όπως και να έχει πρόκειται για ένα σχήμα που επιβάλλεται στον δρόμο και ξεχωρίζει αμέσως. Πολύ δε περισσότερο στην έκδοση R-Line στην οποία τα σπορ στοιχεία όχι μόνο στη μάσκα αλλά και στους τροχούς και τα glossy πρόσθετα σε διάφορα σημεία δημιουργούν μία πολύ σπορτίφ και μαζί σικάτη έκδοση.



Οι διαστάσεις του αμαξώματος δεν έχουν αλλάξει, με μόνη αύξηση στο μήκος κατά μόλις 3 εκατοστά που προστέθηκαν στο πίσω μέρος. Σημαντικό πάντως είναι το γεγονός ότι το νέο μοντέλο είναι πολύ πιο αεροδυναμικό, με τον συντελεστή οπισθέλκουσας να πέφτει στο 0.28 από το 0,.33 κάτι που έχει άμεσο αντίκρισμα στον περιορισμό των θυρύβων και την μείωση της κατανάλωσης.

Η ταξική αναβάθμιση του Tiguan είναι ακόμα πιο ξεκάθαρη στο σαλόνι, με στοιχεία εξοπλισμού και την ποιοτική αύρα που του δίνουν το διαβατήριο να σταθεί ως ίσος προς ίσον απέναντι στις πιο «επώνυμες» προτάσεις της κατηγορίας, κυρίως από τον άμεσο γερμανικό ανταγωνισμό. Η σχεδίαση του ταμπλό είναι νέα και αρκετά ελκυστική ενώ τεράστια προσοχή έχει δοθεί στην δημιουργία ενός ποιοτικού και άνετου περιβάλλοντος.

Το ψηφιακό υπόβαθρο είναι εντελώς καινούργιο, και βασίζεται στην τέταρτης γενιάς ψηφιακή πλατφόρμα ΜΙΒ4, η οποία προσφέρει την μέγιστη δυνατή συνδεσιμότητα αλλά και έναν πολύ χρηστικό διαισθητικό χειρισμό, έτσι ώστε να διευκολύνεται η ζωή του οδηγού.



Το πιο ενδιαφέρον νέο στοιχείο είναι η μεγάλη κεντρική οθόνη των 15 ιντσών (στην βασική έκδοση η οθόνη είναι 12,9 ιντσών, που επίσης δεν είναι καθόλου μικρή. Η οθόνη είναι υψηλής ανάλυσης, με νέα και πιο εύκολη κατανομή των μενού, και συνδυάζεται με ένα νέο μεγαλύτερο head-up-display.

Δύο ακόμα χαρακτηριστικές αλλαγές είναι η μεταφορά του επιλογέα ταχυτήτων στο τιμόνι, που απελευθερώνει αρκετό χώρο στην κεντρική κονσόλα. Εκεί έχει τοποθετηθεί ένας νέος φωτιζόμενος διακόπτης, με την ονομασία “Driving Experience Control” μέσω του οποίου ο οδηγός έχει πρόσβαση σε βασικές λειτουργίες του αυτοκινήτου (προγράμματα οδήγησης, σύστημα ήχου και διαμόρφωση της ατμόσφαιρας και του εσωτερικού φωτισμού). Υπάρχει επίσης νέας γενιάς φωνητικός έλεγχος (που λειτουργεί και στα ελληνικά) με χαρακτηριστικά τεχνητής νοημοσύνης.



Το κορυφαίας ποιότητας εσωτερικό, ενισχύεται ακόμα περισσότερο από στοιχεία όπως τα ιδιαίτερα άνετα καθίσματα ergoActive Plus, τα οποία προσδίδουν μία luxury διάσταση, έχοντας μεταξύ άλλων και λειτουργία μασάζ αλλά και θέρμανση και εξαερισμό.

Στην έκδοση R Line της δοκιμής μας υπάρχουν τα υπέροχα μπάκετ καθίσματα, τα οποία πέρα από τις οπτικές εντυπώσεις κερδίζουν και σε ουσία, καθώς στηρίζουν ιδανικά το σώμα των εμπρός επιβατών.

Τέσσερις επιβάτες θα βολευτούν με κορυφαία άνεση ενώ και ένας πέμπτος θα χωρέσει χωρίς σημαντικές παραχωρήσεις. Πολύ μεγάλο παραμένει και το πορτ-μπαγκάζ, το οποίο αύξησε την χωρητικότητά του κατά 37 λίτρα, φθάνοντας πλέον στα 652 λίτρα.



Σε ό,τι αφορά τον εξοπλισμό, η VW κινήθηκε ιδιαίτερα έξυπνα, δημιουργώντας τέσσερις εκδόσεις, οι οποίες έχουν διακριτούς ρόλους ως προς την εμπορική τους πορεία αλλά χωρίς να γίνονται εκπτώσεις σε θέματα στοιχείων εξοπλισμού. Στόχος της εταιρίας, ο οποίος επετεύχθη στο μέγιστο ήταν να δώσει στο Tiguan την διάσταση ενός αυτοκινήτου της πιο πάνω κατηγορίας, και να δικαιολογεί -μέσω της υπερπροσφοράς σε εξοπλισμό- την ελαφρά ανώτερη τιμή από τον αντίστοιχο ανταγωνισμό.

Υπάρχουν τέσσερα εξοπλιστικά πακέτα, το σκέτο Tiguan, το Life, το More και η κορυφαία R-Line. Ενδεικτικά σημειώνουμε ότι ακόμα και από την Life υπάρχουν ως στάνταρ στοιχεία όπως όπως ο Digital Cockpit Pro, η οθόνη των 12,9 ιντσών, οι στάνταρ πλευρικοί αερόσακοι πίσω (το μόνο στην κατηγορία με αυτή την δυνατότητα), 3ζωνικός κλιματισμός, το Driving Experience Control, το σύστημα ειδοποίησης κινδύνου στην κυκλοφορία Car2X,  και ένα πλήρες πακέτο συστημάτων υποβοήθησης όπως τα  Side Assist & Rear Cross Traffic Alert, Front Assist με City Emergency Braking και Pedestrian και Cyclist Monitoring, Front Cross Traffic Assist, Lane Assist, Rear View Κάμερα οπισθοπορείας, προηγμένο σύστημα αναγνώρισης κόπωσης οδηγού και Dynamic Road Sign Display Στον βασικό εξοπλισμό περιλαμβάνονται επίσης προβολείς LED και ζάντες αλουμινίου 17 ιντσών με ελαστικά χαμηλής αντίστασης κύλισης.



Από εκεί και πάνω, στις επόμενες εκδόσεις, ο εξοπλισμός γίνεται ακόμα πιο πλούσιος, με νέα συστήματα που για πρώτη φορά εφαρμόζονται σε μοντέλο της κατηγορίας, κάνοντας το Tiguan να μπαίνει με αξιώσεις στην πιο πάνω luxury κατηγορία. Υπάρχουν επίσης πολλές δυνατότητες εξατομίκευσης και αρκετό παιχνίδι με τον εσωτερικό φωτισμό και το περιβάλλον στο οποίο ζουν και ταξιδεύουν οι επιβάτες του.

Σε αυτά έρχεται να προστεθεί και η έκδοση R-Line η οποία έχει μια σπορτίφ διάσταση, όπου εκτός από τα εξαιρετικά μπάκετ που προαναφέραμε, υπάρχουν πανέμορφες ζάντες 19 ή 20 ιντσών και διάφορα διακοσμητικά στοιχεία στο αμάξωμα που το κάνουν να δείχνει πολύ πιο δυναμικό από ότι θα περίμενε κανείς από ένα SUV της κατηγορίας.



Στα μηχανικά μέρη, υπάρχει μία πληθώρα κινητήρων για κάθε γούστο και ανάγκη. Οι εκδόσεις που ενδιαφέρουν περισσότερο την χώρα μας είναι οι mild υβριδικές e-TSI με τους 130 και τους 150 ίππους, ενώ προσφέρονται επίσης και δίλιτρες diesel εκδόσεις με 150 και 193 ίππους. Η τελευταία είναι διαθέσιμη αποκλειστικά με τετρακίνηση.

Μέσα στη χρονιά θα προστεθεί η νέα plug-in υβριδική έκδοση με μεγαλύτερη μπαταρία 19,7 kW, ενώ διαθέσιμες είναι και οι πετρελαιοκίνητες εκδόσεις, καθώς και εκείνες με τον δίλιτρο τούρμπο TSI. Να σημειώσουμε επίσης ότι όλες οι εκδόσεις του νέου Tiguan εφοδιάζονται με αυτόματα κιβώτια.



Στην δοκιμή μας έχουμε στην διάθεσή μας την έκδοση με τον mild-hybrid κινητήρα των 1,5 λίτρων, με τους 150 ίππους, ο οποίος συνδυάζεται με μια μπαταρία ιόντων λιθίου 48 V και μια συνδεδεμένη με ιμάντα γεννήτρια, 48 V που παρέχει ισχύ 14 kW και ροπή 56 Nm. Ο κινητήρας αυτός που λειτουργεί στον πιο αποδοτικό κύκλο Miller, διαθέτει τουρμπίνα μεταβλητής γεωμετρίας και σύστημα Active Cylinder Management (ACTPlus) το οποίο απενεργοποιεί δύο από τους τέσσερις κυλίνδρους όταν δεν υπάρχει φορτίο για μείωση της κατανάλωσης.

Το πλαίσιο είναι το ίδιο με την προηγούμενη γενιά (το MQB Evo) όμως έχει ενισχυθεί σε αρκετά καίρια σημεία ώστε το νέο Tiguan να γίνει ακόμα πιο στιβαρό και με premium «πάτημα». Μία ακόμα αλλαγή εντοπίζεται στα πίσω αμορτισέρ, τα οποία είναι εφοδιασμένα με διπλή βαλβίδα, για καλύτερο έλεγχο όχι μόνο στις εγκάρσιες αλλά και στις διαμήκεις μετατοπίσεις του αμαξώματος.



Υπάρχει επίσης το Adaptive Chassis Control σε μία νέα και πιο εξελιγμένη εκδοχή του, έτσι ώστε ο οδηγός να μπορεί να προσαρμόζει την συμπεριφορά του αυτοκινήτου ανάλογα με την διαδρομή ή να επεμβαίνει στην απόσβεση της ανάρτησης σε 15 θέσεις σκληρότητας στην έξτρα έκδοση DCC Pro.

Στον δρόμο, το νέο Tiguan κάνει αμέσως αισθητή την πρόθεση της VW να το ανεβάσει μία κατηγορία πιο πάνω, προσδίδοντάς του έναν ακόμα πιο premium χαρακτήρα κάτι που φαίνεται από το πιο «βαρύ» πάτημά του και την γενικότερη αίσθηση αίσθηση στιβαρότητας που νιώθει ο οδηγός. Το αυτοκίνητο δείχνει και είναι πιο μασίφ και κινείται με περισσή αυτοπεποίθηση, ιδίως στον αυτοκινητόδρομο όπου βρίσκεται και στο στοιχείο του.

Τα 150 άλογα είναι επαρκή για μία σβέλτη μετακίνηση (βοηθούσης και της υβριδικής διάταξης στις χαμηλές στροφές) όμως είναι προφανές ότι το Tiguan έχει ανέβει κατηγορία οπότε δεν περιμένει κανείς θαύματα. Το αυτόματο κιβώτιο θα μπορούσε να είναι πιο γρήγορο (βελτιώνεται στο σπορ πρόγραμμα) αν και τα paddles για χειροκίνητη λειτουργία είναι πάντα εκεί να βοηθήσουν, ιδίως σε ορεινούς δρόμους με στροφές.



Η ανάρτηση φαίνεται και αυτή να έχει αναβαθμιστεί σημαντικά, ιδίως σε αυτή την έκδοση με την DCC Pro, η οποία φαίνεται να λειτουργεί ιδιαίτερα αποτελεσματικά απορροφώντας σωστά τις εγκάρσιες ανωμαλίες και διατηρώντας τις κλίσεις σε πολύ ελεγχόμενα επίπεδα.

Οι ζάντες των 20 ιντσών και τα 40άρια δεν είναι και η καλύτερη συνταγή για άνεση (μερικές φορές ο πίσω άξονας «ακούγεται» λίγο παραπάνω από ότι θα περίμενε κανείς), όμως από την άλλη προσθέτουν μία ευπρόσδεκτη σπορτίφ διάσταση στα οδηγικά χαρακτηριστικά. Τιμόνι και φρένα βρίσκονται στο ύψος των περιστάσεων, χωρίς να αφήνουν κάποια περιθώρια για παράπονα.



Συνολικά, το νέο Tiguan μοιάζει να επιτυγχάνει στον διπλό του στόχο. Να παραμείνει δηλαδή ένα από τα μεγάλα εμπορικά hit της κατηγορίας του. Και παράλληλα να μπει με αξιώσεις στα χωράφια των πιο ακριβών μοντέλων, ανοίγοντας τα φτερά του σε ένα πιο απαιτητικό κοινό.

Με ένα υπερπλήρες πακέτο εξοπλισμού, ένα σύγχρονο ψηφιακό πακέτο, μία πληθώρα κινητήρων και έναν οδηγικό χαρακτήρα που είναι πλέον ουσιαστικά premium, το νέο Tiguan είναι μία σημαντική αναβάθμιση σε σχέση με τα όσα γνωρίζαμε μέχρι τώρα. Και αποτελεί μία πρόταση με σαφώς μεγαλύτερη αξία σε μια εποχή που ο καταναλωτής -και δη ο Έλληνας- θέλει κάθε ευρώ που θα δώσει να πιάσει τόπο.



Όσο για την τιμή, τα πράγματα είναι ξεκάθαρα. Το Tiguan είναι παραδοσιακά ελαφρά ακριβότερο από το μέσο όρο της κατηγορίας του, όμως αυτό δικαιολογείται απόλυτα, όχι μόνο από την ποιότητα και τον ξεκάθαρα premium χαρακτήρα του, αλλά και από τον υπερπλήρη εξοπλισμό που εφοδιάζεται σε κάθε έκδοσή του.

Η βασική έκδοση Τiguan ξεκινά από τις 34.300 ευρώ αποκλειστικά με τον κινητήρα των 130 ίππων. Η έκδοση Life, που είναι η πιο χαρακτηριστική, ξεκινά από τις 36.900 ευρώ για τους 130 ίππους και από τις 37.900 ευρώ για τους 150 ίππους. Η έκδοση More με επιπλέον στοιχεία εξοπλισμού ξεκινά από τις 37.300 ευρώ για τους 130 ίππους και από τις 38.300 ευρώ για τους 150 ίππους. Η R Line ξεκινά από τις 42.500 ευρώ για τους 150 ίππους.



Όπως και να έχει, πέρα από τις τιμές και τα excel με τα εξοπλιστικά πακέτα, αυτό που έχει σημασία πέρα και πάνω από όλα είναι ότι η VW κατόρθωσε να ανανεώσει το Tiguan χωρίς να χάσει την επαφή του με τις «λαϊκές» του ρίζες και το ευρύ κοινό. Και την ίδια στιγμή να το βάλει στα «σαλόνια» των πιο πάνω κατηγοριών, όπου στέκεται επάξια και χωρίς κόμπλεξ.

Το Tiguan παραμένει λοιπόν το σημείο αναφοράς της κατηγορίας του, όντας ένα καταδικασμένο best seller και μια πρόταση που ακόμα και ο πιο απαιτητικός δεν μπορεί να βρει κάποιο ουσιαστικό ψεγάδι.

Τεχνικά χαρακτηριστικά – Volkswagen Tiguan 1.5 TSI 150 PS DSG
Κινητήρας: τετρακύλινδρος 1.498 cc
Ισχύς: 150 PS στις 5.500 rpm
Pοπή: 250 Nm στις 1.500-3.500 rpm
Μετάδοση: Στους εμπρός τροχούς
Κιβώτιο: Αυτόματο διπλού συμπλέκτη 7 σχέσεων
Επιτάχυνση 0-100 km/h: 9,1 sec
Τελική ταχύτητα: 210km/h
Μέση κατανάλωση εργοστασιακή/ δοκιμής: 6,4/7,9 lt/100 km
Εκπομπές CO2: 141 gr/km
Διαστάσεις (Μ/Π/Y): 4.539/1.842/1.658 mm
Μεταξόνιο: 2.676 mm
Βάρος: 1.616 kg
Χώρος αποσκευών: 652 lt
Τιμή: Από 36.900€

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ


Δημοσιεύτηκε ! 2024-04-24 08:00:00

Δείτε και αυτό !
Close
Back to top button