O Nίκος Μηλαπίδης στο site σήμερα.gr: Ο κατώτατος μισθός θα ξεπερνά τις τιμές του καλαθιού των πιο ευάλωτων νοικοκυριών
Θα ξεπερνά τις τιμές του «καλαθιού» των πιο ευάλωτων νοικοκυριών ο κατώτατος μισθός, αφότου υιοθετηθεί και εφαρμοστεί το νέο σύστημα καθορισμού του, σύμφωνα με όσα αναφέρει στο site σήμερα.gr, ο γενικός γραμματέας εργασιακών σχέσεων του Υπουργείου Εργασίας, Νίκος Μηλαπίδης.
Ο κος Μηλαπίδης, ανέφερε επίσης, πως «στο πλαίσιο κατάρτισης του Σχεδίου Δράσης, θα υπάρξει εκτενής συζήτηση με τους Κοινωνικούς Εταίρους για να διαμορφωθεί το κατάλληλο κανονιστικό πλαίσιο που θα ευνοεί τη συμφωνία εργαζομένων και εργοδοτών. Μετά την ψήφιση του νόμου, θα επιδιώξουμε έναν ουσιαστικό, οργανωμένο τριμερή διάλογο, και εύχομαι όλοι να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της νέας εποχής για την αγορά εργασίας στη χώρα μας».
Αναλυτικά, η συνέντευξη του κου Μηλαπίδη στο site σήμερα.gr έχει ως εξής:
Πρόσφατα, ως Υπουργείο Εργασίας, έχετε εξαγγείλει τον υπολογισμό του κατώτατου μισθού βάσει ενός μαθηματικού τύπου από το 2028, ενώ παράλληλα άποψη θα φέρουν και οι κοινωνικοί εταίροι, καθώς θα συμμετάσχουν στην Επιτροπή Διαβούλευσης (σ.σ. και δεν θα υποβάλλουν απλώς ένα πόρισμα όπως προβλέπει το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο), η οποία θα εισηγείται το ποσοστό της αναπροσαρμογής του κατώτατου μισθού στο υπουργικό συμβούλιο. Σε τι ακριβώς είναι ”χρήσιμη” η συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στη διαβούλευση για τον κατώτατο μισθό, αφού η αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού θα γίνεται με μαθηματικά μέσα;
Η Ευρωπαϊκή Οδηγία 2022/2041 αποτελεί μια παρέμβαση κοινωνικού χαρακτήρα στις πολιτικές απασχόλησης της ΕΕ κι έχει δυο άξονες: α) τη θέσπιση ενός πλαισίου για τον προσδιορισμό επαρκών κατώτατων μισθών και β) την προώθηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων με σεβασμό του ρόλου των Κοινωνικών Εταίρων. Η Οδηγία καταλαμβάνει και τους δημοσίους υπαλλήλους για πρώτη φορά, ενώ επίσης για πρώτη φόρα, θα απαγορεύεται με νόμο η μείωση του κατώτατου μισθού. Ο απώτερος στόχος είναι η εξασφάλιση αξιοπρεπούς διαβίωσης των εργαζομένων, όπου κι αν εργάζονται.
Η Οδηγία δεν παρεμβαίνει στην επιλογή του συστήματος καθορισμού του κατώτατου μισθού (νομοθετικό ή με συλλογικές διαπραγματεύσεις). Η Ελλάδα, όπως κι άλλα 21 από τα 27 κράτη – μέλη της ΕΕ, θεσπίζει νομοθετικά τον κατώτατο μισθό ήδη από το 2012 και με τον νέο μαθηματικό τύπο που προτείνεται, θα καθορίζεται ο κατώτατος μισθός με αντικειμενικό και διαφανή τρόπο από δείκτες που θα διαμορφώσει η ΕΛΣΤΑΤ, αφού το ύψος του κατώτατου μισθού συνδέεται με τον πληθωρισμό και την παραγωγικότητα και δεν θα εξαρτάται από την πολιτική συγκυρία.
Το προτεινόμενο σύστημα καθορισμού του κατώτατου μισθού έχει ως βάση το γαλλικό μοντέλο που εφαρμόζεται εδώ και δεκαετίες, εξυπηρετώντας ταυτόχρονα την απασχόληση, τις επενδύσεις, την ευρυθμία των εργασιακών σχέσεων και την κοινωνική συνοχή.
Στον νέο νόμο, οι κοινωνικοί εταίροι έχουν ενισχυμένο ρόλο καθώς συγκροτούν από το 2025 την Επιτροπή Διαβούλευσης που προτείνει -ως σώμα κι όχι κατά μόνας- μια πρόταση για το ύψος του κατώτατου μισθού. Σε περίπτωση παρέκκλισης από τον μαθηματικό τύπο λόγω έκτακτων συνθηκών στην αγορά εργασίας και στην οικονομία (π.χ., πανδημία), τότε συμμετέχουν ενεργά στη διαβούλευση. Τέλος, στην υποχρέωση κάθε κράτους μέλους που εισάγει η Οδηγία για την εκπόνηση Σχεδίου Δράσης αναφορικά με την αύξηση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, οι κοινωνικοί εταίροι θα έχουν καθοριστικό ρόλο.
Όλα αυτά που περιγράφω, τα γνωρίζουν οι εκπρόσωποι των Κοινωνικών Εταίρων από πρώτο χέρι, καθώς το πόρισμα της Επιτροπής για την ενσωμάτωση της Οδηγίας -με πρωτοβουλία της Υπουργού Εργασίας κ. Κεραμέως- συζητήθηκε σε ξεχωριστές συναντήσεις μαζί τους πριν καν εισαχθεί στο Υπουργικό Συμβούλιο.
Aποτελεί σταθερή επιδίωξη της ηγεσίας του Υπουργείου Εργασίας ο διάλογος με τους κοινωνικούς εταίρους. Οφείλω, όμως, να πω ότι δεν είναι κοινή επιθυμία όλων των εταίρων ο προσδιορισμός του κατώτατου μισθού με συλλογικές διαπραγματεύσεις. Όπως ήδη περιέγραψα, η οδηγία και ο νόμος προσφέρουν μεγάλα περιθώρια παρέμβασης για τους κοινωνικούς εταίρους, αν θέλουν να επιτελέσουν τη θεσμική τους αποστολή. Η ύπαρξη ενός νομοθετικά καθορισμένου κατώτατου μισθού αποτελεί μία βάση πάνω στην οποία οι εκπρόσωποι των εργαζομένων μπορούν να χτίσουν καλύτερες συμφωνίες με τους εργοδότες.
Στο πόρισμα της επιτροπής εμπειρογνωμόνων αναφέρεται ένα τεράστιο πλήθος λόγων για τους οποίους η κυβέρνηση θα μπορούσε (από το 2028) να παγώσει -μιας και θα απαγορεύεται η μείωση του- τον κατώτατο μισθό και μάλιστα αυτοί οι λόγοι δεν θα λαμβάνονται υπόψη σωρευτικά αλλά και μεμονωμένα, δηλαδή αρκεί να ισχύει ένας και μόνος λόγος εξ αυτών έτσι ώστε να αποφασιστεί πάγωμα του κατώτατου μισθού. Ορισμένοι αναλυτές εκτιμούν πως το πλαίσιο αυτό -δηλαδή να εκπληρώνεται μία και μόνη προϋπόθεση προκειμένου να παγώσει ο κατώτατος μισθός- είναι ασφυκτικό και διευκολύνει ενδεχόμενη απόφαση μίας μελλοντικής κυβέρνησης περί παγώματος. Πως απαντάτε σε αυτήν την άποψη;
Ένα από τα πλεονεκτήματα του νέου τρόπου προσδιορισμού του κατώτατου μισθού αποτελεί το γεγονός ότι είναι συνδεδεμένος με την οικονομία και αποσυνδεμένος από πολιτική ή άλλη κοινωνική συγκυρία. Με τον μηχανισμό αυτόματης αύξησης του κατώτατου μισθού και η κυβέρνηση αυτοπεριορίζεται από ένα κατ’ εξοχήν δικαίωμά της να παρεμβαίνει στην αγορά εργασίας, ενώ το ύψος του μισθού δεν επαφίεται στην αποτελεσματικότητα των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Η αύξηση στον κατώτατο μισθό βασίζεται σε δύο παραμέτρους: Η πρώτη αφορά τον δείκτη τιμών καταναλωτή, ο οποίος αντανακλά τις δαπάνες των νοικοκυριών που βρίσκονται στο χαμηλότερο 20% των εισοδημάτων. Δηλαδή, όσο αυξάνονται οι τιμές του καλαθιού των πιο ευάλωτων συμπολιτών μας, τόσο θα αυξάνεται και ο κατώτατος μισθός, προσφέροντας θωράκιση απέναντι στην ακρίβεια.
Η δεύτερη παράμετρος αφορά στην παραγωγικότητα της οικονομίας. Όσο αυξάνεται η παραγωγικότητα της οικονομίας, τόσο θα αυξάνεται και ο κατώτατος μισθός, διασφαλίζοντας ότι η ανάπτυξη της οικονομίας αντανακλάται και στις απολαβές των εργαζομένων.
Αν η κυβέρνηση ήθελε να «παγώνει» τον κατώτατο μισθό δεν θα προωθούσε έναν νόμο με μηχανισμό αυτόματης αύξησης που παρέχει ασφάλεια και ορίζοντα σε εργαζόμενους και επιχειρήσεις, αλλά θα διατηρούσε ένα άλλο σύστημα, όπως το σημερινό, με μεγαλύτερο βαθμό ελευθερίας υπέρ αυτής και κάθε επόμενης κυβέρνησης.
Στο πόρισμα, λοιπόν, διαπιστώνεται, απολύτως ορθά, ότι θα ήταν λειψός ο νόμος αν πέρα από τον κανόνα για τη διαμόρφωση του κατώτατου μισθού μέσω του μαθηματικού τύπου δεν προέβλεπε και την εξαίρεση στην περίπτωση που κάτι θα πάει αναπάντεχα στραβά για την εθνική οικονομία (π.χ., πανδημία). Έτσι, στους λόγους της κατ’ εξαίρεσης παρέκκλισης συμπεριλαμβάνονται διάφορες ρήτρες διαφυγής όχι για να «παγώσουν» την αύξηση του κατώτατου μισθού, αλλά για να καταδείξουν ότι ο νομοθέτης έχει πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού του την επίτευξη της μακροοικονομικής ισορροπίας.
Στη Γαλλία, πάντως, που έχει ανάλογο σύστημα καθορισμού του κατώτατου μισθού, δεν ενεργοποιήθηκε ποτέ η παρέκκλιση από τον μαθηματικό τύπο. Και κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε κατά 1%.
Μέχρι το 2027 λοιπόν, ισχύει στο ακέραιο η δέσμευση του Πρωθυπουργού για κατώτατο μισθό 950 ευρώ και σωρευτική αύξηση 46% από το 2019. Από το 2028 ο κατώτατος μισθός θα διαμορφώνεται αυτόματα, κάτι που εφαρμόζουν ήδη άλλες χώρες της Ε.Ε, όπως το Βέλγιο, η Γαλλία, το Λουξεμβούργο και η Ολλανδία.
Ένας από τους λόγους που – από μόνος του – θα αρκούσε για να παγώσει ο κατώτατος μισθός θα πρέπει, σύμφωνα με το πόρισμα της επιτροπής εμπειρογνωμόνων, και οι «δημοσιονομικές δυνατότητες» της χώρας. Πως συσχετίζονται οι «δημοσιονομικές δυνατότητες» της χώρας με το ποσοστό της αύξησης του κατώτατου μισθού;
Η υποχρέωση κάθε κράτους μέλους για επαρκείς κατώτατους μισθούς εκτείνεται και στον δημόσιο τομέα. Οι αυξήσεις, λοιπόν, όπως αυτές θα καθορίζονται από τον μαθηματικό τύπο, θα δίνονται στους μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα και στους δημοσίους υπαλλήλους που πληρώνονται από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Συνολικά όμως, η δημοσιονομική υπευθυνότητα επηρεάζει καθοριστικά την εργασιακή και επιχειρησιακή κουλτούρα στην αγορά εργασίας. Είναι πολύ νωπή η περιπέτεια της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης για να πιστεύει κάποιος ότι οι μισθοί θα έπρεπε να αυξάνονται ταχύτερα από την παραγωγικότητα. Όταν η οικονομία οδηγείται σε αδιέξοδο, η αγορά εργασίας υποχωρεί συμπαρασύροντας τη ζωή και την προοπτική των εργαζομένων και των επιχειρήσεων. Η επιστροφή σε αλόγιστες πολιτικές υποθηκεύει το μέλλον της χώρας, και κάτι τέτοιο δεν σκοπεύουμε να το επιτρέψουμε.
Στο νομοσχέδιο που φέρατε ως Υπουργείο Εργασίας σε δημόσια διαβούλευση προβλέπεται πως οι κοινωνικοί εταίροι -μαζί με την κυβέρνηση- να καταρτίσει εντός του επομένου έτους ένα σχέδιο δράσης για την ενθάρρυνση της αποτελεσματικότητας των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Οι συλλογικές διαπραγματεύσεις διέπονται από ένα πολύ συγκεκριμένο θεσμικό πλαίσιο το οποίο, στην τελική μορφή του περιλαμβάνεται στον εργασιακό νόμο Χατζηδάκη (2021), η εφαρμογή του οποίου ήδη μετρά τρεισήμισι χρόνια και από αυτήν την άποψη -νομίζω- πως μπορούν να βγουν ορισμένα συμπεράσματα. Πέραν από τις προτάσεις τις οποίες θα καταθέσουν οι κοινωνικοί εταίροι, πως εκτιμάτε ότι θα μπορούν να «ενθαρρυνθούν» -από πλευράς κυβέρνησης- οι συλλογικές διαπραγματεύσεις;
Είναι γεγονός ότι στα χρόνια της κρίσης ο τριμερής κοινωνικός διάλογος υποχώρησε στη χώρα μας, ως απόρροια του επείγοντος χαρακτήρα των ρυθμίσεων που προωθήθηκαν στο πεδίο των συλλογικών εργασιακών σχέσεων. Η Οδηγία, μεταξύ άλλων, προβλέπει την κατάρτιση οδικού χάρτη («σχεδίου δράσης») για την ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και την αύξηση του ποσοστού των εργαζομένων που καλύπτονται από συλλογικές διαπραγματεύσεις.
Η κυβέρνηση αντιμετωπίζει την ενσωμάτωση της Οδηγίας ως μία ευκαιρία για την προώθηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Η στάση των κοινωνικών εταίρων και η κουλτούρα σύμπραξης και συμφωνίας παίζουν, εδώ, τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Σήμερα, οι εργασιακοί όροι (ήτοι όροι αμοιβής και εργασίας) συνομολογούνται από τα συμβαλλόμενα μέρη εργαζομένων και εργοδοτών και καθορίζονται ύστερα από διαπραγματεύσεις, με την υπογραφή των σχετικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας (ΣΣΕ), σε περίπτωση αποτυχίας αναλαμβάνει ο Οργανισμός Μεσολάβησης και Διαιτησίας (ΟΜΕΔ).
Στο πλαίσιο κατάρτισης του Σχεδίου Δράσης, θα υπάρξει εκτενής συζήτηση με τους Κοινωνικούς Εταίρους για να διαμορφωθεί το κατάλληλο κανονιστικό πλαίσιο που θα ευνοεί τη συμφωνία εργαζομένων και εργοδοτών. Μετά την ψήφιση του νόμου, θα επιδιώξουμε έναν ουσιαστικό, οργανωμένο τριμερή διάλογο, και εύχομαι όλοι να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της νέας εποχής για την αγορά εργασίας στη χώρα μας.
Το ποσοστό ανεργίας βρίσκεται σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ στο 9,3%, προσεγγίζοντας το ιστορικό χαμηλό που είχαμε ποτέ στην χώρα. Πόσο εύκολο είναι να πέσουμε σε ακόμα χαμηλότερα ποσοστά ανεργίας; Ποιος είναι ο σχεδιασμός του Υπουργείου Εργασίας για την αύξηση της απασχόλησης;
Είναι σαφές πως η επιστροφή της ανεργίας -στα προ κρίσης επίπεδα- οφείλεται στη σταθερή ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, η οποία τα τελευταία 3 χρόνια ξεπερνά τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η ανεργία από το 17,3% το 2019 πλέον βρίσκεται στο 9,3%, ενώ έχουν προστεθεί μισό εκατομμύριο (500.000) νέες θέσεις απασχόλησης. Ταυτόχρονα, ο κατώτατος μισθός έχει αυξηθεί κατά 28% και ο μέσος μισθός κατά 20%.
Η εικόνα στην αγορά εργασίας βαίνει βελτιούμενη και πρέπει να δουλέψουμε ακόμα πιο εντατικά και στοχευμένα για να συγκλίνουμε με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο σε συνθήκες απασχόλησης και, βεβαίως, στο επίπεδο μισθών. Ο Πρωθυπουργός έχει θέσει ως στόχο το 2027 ο κατώτατος μισθός να είναι στα 950 ευρώ και ο μέσος μισθός στα 1.500 ευρώ. Οι μισθοί είναι ήδη πολύ καλοί στους τομείς υψηλής εξειδίκευσης (βλ. πληροφορική).
Η σταθερή ανάπτυξη που απολαμβάνει η ελληνική οικονομία καθώς και οι θετικές προβλέψεις για το 2025, φέρνουν την κυβέρνηση αντιμέτωπη με τα δομικά χαρακτηριστικά της ελληνικής αγοράς εργασίας. Η διαχείριση των αρνητικών δημογραφικών δεδομένων και η αύξηση της παραγωγικότητας είναι οι δυο βασικοί συντελεστές προκειμένου να συνεχίσει απρόσκοπτα η οικονομική μεγέθυνση.
Οφείλουμε να διευρύνουμε και να αξιοποιήσουμε τα σημαντικά αποθέματα ανθρώπινου δυναμικού που υπάρχουν σε συγκεκριμένες κοινωνικές κατηγορίες, όπως είναι οι γυναίκες, οι νέοι, τα άτομα με αναπηρία, και τα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας, ώστε να αυξηθούν τα ποσοστά συμμετοχής τους στην αγορά. Ειδικά για τις γυναίκες, οφείλουμε να διαμορφώσουμε τις συνθήκες ώστε να διευκολύνουμε την είσοδο, την παραμονή και την επανένταξή τους στην αγορά όταν, για διάφορους λόγους, αποχωρούν απ’ αυτή. Ο επαναπατρισμός Ελλήνων από το εξωτερικό και η αξιοποίηση νόμιμων μεταναστών εργασίας είναι, επίσης, πολύ σημαντικοί παράγοντες.
Η χώρα –τα τελευταία 5 χρόνια– καλύπτει το επενδυτικό κενό της περιόδου της κρίσης. Όσο γρηγορότερα γίνει αυτό, τόσο θα δημιουργούνται και νέες θέσεις εργασίας που θα συνδέονται με υψηλότερη παραγωγικότητα και υψηλότερους μισθούς. Για να υποστηριχθούν, όμως, αυτές οι παραγωγικές επενδύσεις, χρειαζόμαστε και εργαζόμενους με τις απαραίτητες δεξιότητες.
Η γεφύρωση του χάσματος εκπαιδευτικών προσόντων και απαιτούμενων δεξιοτήτων της αγοράς εργασίας είναι στο επίκεντρο των πολιτικών του Υπουργείο Εργασίας. Απ’ τη μεριά του κράτους, έχει δοθεί μεγάλη βαρύτητα στο reskilling και το upskilling του ανθρώπινου δυναμικού, στην αναβάθμιση της τεχνικής εκπαίδευσης και της επαγγελματικής κατάρτισης. Μέσω της ΔΥΠΑ, έχουν καταρτιστεί επαγγελματικά πάνω από 360.000 ωφελούμενοι, με ιδιαίτερη βαρύτητα σε ψηφιακές και πράσινες δεξιότητες. Απ’ τη μεριά των επιχειρήσεων, είναι σαφές πως πρέπει να αναπτυχθεί ακόμα περισσότερο η κουλτούρα της ενδοεπιχειρησιακής κατάρτισης τόσο στις μεγάλες όσο και στις μικρές επιχειρήσεις. «Επένδυση στον εργαζόμενο» σημαίνει «επένδυση στην επιχείρηση», και μόνο οι επιχειρήσεις που θα υιοθετήσουν αυτήν την οπτική, θα παραμείνουν ανταγωνιστικές.
To άρθρο O Nίκος Μηλαπίδης στο site σήμερα.gr: Ο κατώτατος μισθός θα ξεπερνά τις τιμές του καλαθιού των πιο ευάλωτων νοικοκυριών δημοσιεύτηκε στο site σήμερα .
Δημοσιεύτηκε ! 2024-11-20 06:06:00