
Δολοφονία Μπακογιώργου: Ένοχη η σπιτονοικοκυρά, συνεργοί η μητέρα και η αδελφή
Το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αθηνών, αποφάσισε ομόφωνα την καταδίκη των τριών κατηγορουμένων για τη δολοφονία της Φαίης Μπακογιώργου στην Κυψέλη το 2021.
Ένοχη κρίθηκε η σπιτονοικοκυρά της εγκύου κοπέλας για ανθρωποκτονία από πρόθεση, εμπορία ανθρώπων, επικίνδυνη σωματική βλάβη και απόπειρα σωματικής βλάβης ανηλίκων. Η μητέρα και η αδελφή της κηρύχθηκαν ένοχες για απλή συνέργεια σε ανθρωποκτονία από πρόθεση και για συνέργεια σε εμπορία ανθρώπων. Αναμένεται η απόφαση επί των ελαφρυντικών και επί των ποινών.
Το ιστορικό μιας τραγικής υπόθεσης ενδοοικογενειακής βίας
Η Φωτεινή Μπακογιώργου εξαφανίστηκε στις 08/10/2021, από την περιοχή της Κυψέλης. Η σορός της νεαρής γυναίκας, η οποία ήταν μητέρα τριών μικρών παιδιών και έγκυος 6 μηνών, εντοπίστηκε στο κέντρο της Αθήνας την ημέρα της εξαφάνισής της, ωστόσο παρέμενε στα αζήτητα και ταυτοποιήθηκε την Τρίτη, 23 Νοεμβρίου του 2021.
Με νέα παραγγελία του Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών, διαβιβάστηκε στο Τ. Α. Κυψέλης παραγγελία διενέργειας προκαταρκτικής εξέτασης για διερεύνηση τέλεσης του αδικήματος της «επικίνδυνης ενδοοικογενειακής σωματικής βλάβης και συνέργειας σε αυτή» σε βάρος της Φωτεινής Μπακογιώργου και των ανήλικων παιδιών της, η οποία υποβλήθηκε τον Ιούνιου του 2022 στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών.
Μετά από σχετική μήνυση του πατέρα της Φαίης που ποτέ δεν πείστηκε ότι το παιδί του απλά πέθανε από παθολογικά αίτια αλλά από τον ανηλεή και συνεχή ξυλοδαρμό που δεχόταν, δόθηκε νέα παραγγελία διενέργειας συμπληρωματικής προκαταρκτικής εξέτασης, τον Οκτώβριο του 2022 από την Εισαγγελέα Πρωτοδικών που διαβιβάστηκε στην Τμήμα Εγκλημάτων κατά Ζωής.
Η έρευνα του Τμήματος Ανθρωποκτονιών έφερε αποτελέσματα τον Νοέμβριο του 2023 και ο ανακριτής εξέδωσε εντάλματα για τρία άτομα, που ήταν πολύ κοντά στο αδικοχαμένο κορίτσι. Την μητέρα της, την αδελφή της και την σπιτονοικοκυρά της.
Η ανακοίνωση της αστυνομίας τότε ανέφερε:
«Συνελήφθησαν, σήμερα 8 Νοεμβρίου 2023 πρωινές ώρες, από αστυνομικούς της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Εγκλημάτων κατά ζωής και Ιδιοκτησίας της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, κατόπιν σχετικών ενταλμάτων σύλληψης, τρεις (3) γυναίκες για υπόθεση ανθρωποκτονίας γυναίκας, η σορός της οποίας είχε βρεθεί τυλιγμένη σε κουβέρτα, πρωινές ώρες της 8-10-2021 σε πεζοδρόμιο στην Κυψέλη.
Πρόκειται για:
• 57χρονη, η οποία κατηγορείται για εμπορία ανθρώπων κατά συρροή και κατ’ επάγγελμα, ανθρωποκτονία με δόλο, διακοπή κύησης, επικίνδυνη σωματική βλάβη σε βάρος αδύναμου ατόμου – συνοίκου και εγκύου, τελεσθείσα κατ’ εξακολούθηση και σωματική βλάβη αδύναμου ατόμου – ανηλίκου, τελεσθείσα κατ’ εξακολούθηση και κατά συρροή,
• 23χρονη, η οποία κατηγορείται για συνέργεια σε εμπορία ανθρώπου, τελεσθείσα κατ’ επάγγελμα και για ανθρωποκτονία με δόλο και
• 59χρονη, που κατηγορείται για ανθρωποκτονία με δόλο.
Οι συλληφθείσες θα οδηγηθούν στον αρμόδιο Εισαγγελέα».
«Δεν πρόλαβα να σώσω το παιδί μου»
Ο πατέρας της Φαίης Μπακογιώργου είχε μιλήσει τότε στη «Ζούγκλα» λέγοντας ότι «Το μόνο που ήξερα είναι ότι το παιδί μου δεν πέθανε από παθολογικά αίτια».
Μεταξύ άλλων είχε αναφέρει: «Αντιδρούσα συνέχεια και με την Αστυνομία. Μου έλεγαν ψέματα. Ακόμη και το παιδί μου δε μου έλεγε τι συμβαίνει. Με τη μητέρα της Φαίης είχαμε χωρίσει το 2015 προς 2016 όμως τη Φαίη την έβλεπα, ερχόταν συχνά στο σπίτι έβλεπε και τη γιαγιά της, μιλούσαμε στο τηλέφωνο. Της έδινα και λεφτά. Όμως την είχαν τρομοκρατημένη, δε μιλούσε».
Ερωτηθείς για τον αν η Φαίη του είχε πει κάτι που να τον θορυβήσει ο κ. Μπακογιώργος είχε απαντήσει: «Όχι, δεν μου είχε πει κάτι. Το μόνο που με θορυβούσε ήταν ότι ζητούσε πολύ συχνά χρήματα. Καταλάβαινα ότι κάτι τρέχει. Όμως δεν πήγαινε εκεί το μυαλό μου. Πάντα όμως της δίναμε λεφτά και εγώ και η γιαγιά της. Η ουσία είναι ότι εμένα με είχαν αποκομμένο. Δεν ήξερα καν που μένουν».
Αναφορικά με τις αρχικές υποψίες που είχε πως ο θάνατος της κόρης του ήταν εγκληματική ενέργεια, είχε δηλώσει στη «Ζούγκλα»: «Είχα υποψίες γιατί έψαχνα μόνος μου. Η αστυνομία ήταν απούσα. Οι υποψίες μου στρέφονταν σε αυτό που όλοι μου έλεγαν, στο κύκλωμα με τους Πακιστανούς, σε πρεζάκια. Μου έλεγαν ότι το παιδί παίρνει ναρκωτικά. Όμως κάτι τέτοιο δεν προκύπτει ούτε από την κατάσταση στην οποία το έβλεπα ούτε και από τις τοξικολογικές. Μου έλεγαν τεράστια ψέματα για να μη μάθω την κατάσταση και τους χώσω μέσα και γλιτώσω το παιδί μου».
«Εγώ σκότωσα την αδερφή μου γιατί δεν την άντεχα άλλο»
Τα πρώτα λόγια της αδερφής της Φαίης στην 15η ανακρίτρια κατά τη διάρκεια της απολογίας της τον Νοέμβριο του 2023 ήταν: «Την αδερφή μου δεν την αγαπούσα ποτέ, από τότε που γεννήθηκε είχα μίσος για την ίδια».
Η ομολογία της ότι τη σκότωσε προκάλεσε σοκ αλλά δημιούργησε και πολλά ερωτήματα καθώς ορισμένοι ισχυρισμοί της δεν ανταποκρινόντουσαν στην ιατροδικαστική έκθεση.
Σημεία της ανατριχιαστικής της απολογίας που είχε αποκαλύψει τότε η «Ζούγκλα» ανέφεραν:
«Εγώ σκότωσα την αδερφή μου γιατί δεν την άντεχα άλλο. Έδινε το τηλέφωνό μου σε διάφορους αγνώστους που δεν τους γνώριζα. Τσακωνόμασταν πολύ, της έδινα πολύ ξύλο, πολύ όμως ξύλο γιατί όταν νευριάζω δεν καταλαβαίνω τίποτα, απολύτως τίποτα. Πήγαμε να μείνουμε στην Κυψέλη γιατί μέναμε στο δρόμο. Την βρήκε η Φαίη την σπιτονοικοκυρά και μας μάζεψε στο σπίτι της. Η Φαίη μας κορόιδευε, με έβριζε, έδινε τα τηλέφωνά μου σε αγνώστους, όποτε της έλεγα να πάμε βόλτα δεν ήθελε».
«Τσακωνόμασταν μία, μιάμιση ώρα… διαπληκτιζόμασταν. Τα παιδιά δεν ξύπνησαν γιατί είχα κλείσει την πόρτα. Μετά με έπιασαν τόσο πολύ τα νεύρα μου γιατί δεν άντεξα άλλο. Την έριξα κάτω, την πάτησα στο λαιμό, κούναγε τα χέρια και τα πόδια και της λέω τώρα εδώ θα πεθάνεις. Η Φαίη καθόταν σε μία πολυθρόνα. Την πλησίασα, την τράβηξα την έριξα κάτω αφού πρώτα έφαγε ξυλιές. Την χτύπαγα με τα χέρια και τα πόδια μου. Δεν θυμάμαι σε ποια σημεία τη χτύπησα, προσπαθούσε να το σταματήσει φώναζε βοήθεια και της είπα να μην φωνάζει και ξυπνήσει τα παιδιά γιατί θα γίνουν χειρότερα τα πράγματα».
«Ήμουν εν βρασμώ ψυχής. Δεν θυμάμαι τίποτα. Μετά την έπιασα από τους ώμους και την έσυρα στο κρεβάτι. Την έβαλα ανάσκελα. Δεν περίμενα να έρθει κάποιος, αν ερχόταν κάποιος θα ήταν η σπιτονοικοκυρά η οποία ήταν έξω».
Στη συνέχεια είχε περιγράψει ότι μετέφερε τη σορό με παιδικό καροτσάκι στο σημείο όπου βρέθηκε:
«Παίρνω το καρότσι του παιδιού μου, δεν θυμάμαι τι χρώμα είχε, ούτε τώρα θυμάμαι τι καρότσι είχε το παιδί μου. Έφερα το καρότσι δίπλα στο κρεβάτι της, την έβαλα στο καρότσι σαν να κάθεται, πήρα μια κουβέρτα τη σκέπασα και μετά σιγά σιγά ανοίγω την πόρτα και προχωράω το καρότσι μπροστά. Δεν την έδεσα με κάτι μην πέσει από το καρότσι. Ήταν νύχτα, δεν θυμάμαι τι ώρα. Τα χέρια της δεν ήταν σε ακαμψία μπορούσα να τα κουνήσω. Κατέβηκα με το ασανσέρ, βγαίνω έξω και τρέχω με το καρότσι μην με δει κανείς. Δεν είχε αυτοκίνητο πουθενά. Έτρεξα να την αφήσω κάπου να τελειώνω. Δεν μπορώ να προσδιορίσω πόση ώρα έτρεξα. Την άφησα σε ένα σημείο μέσα στην ταραχή μου, δεν θυμάμαι καθόλου τον χώρο εκεί που την άφησα ούτε τι είχε γύρω – γύρω. Θυμάμαι ότι ήταν δρόμος. Την πέταξα από το καρότσι και έφυγα».
Φυσικά οι αρχές δεν στάθηκαν μόνο σε αυτές τις αναφορές. Κατόπιν των ερευνών τους εντόπισαν ότι η φυσική αυτουργός ήταν η σπιτονοικοκυρά, με τη συνέργεια της μητέρας και της αδελφής.
Δημοσιεύτηκε ! 2025-03-27 13:03:00