Οικονομία

Πακέτο Κομισιόν για μείωση κόστους σε βιομηχανία, νοικοκυριά

Το μήνυμα ότι αφουγκράζεται τις ανησυχίες των ευρωπαϊκών κοινωνιών για τα υπέρμετρα κόστη ότι ακούει τα κελεύσματα της βιομηχανίας που φωνάζει για τη σκοτεινή πλευρά της πράσινης μετάβασης και ότι δεν αγνοεί τις τεκτονικές ανατροπές στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, θα επιχειρήσει να στείλει σήμερα η Κομισιόν με ένα τριπλό πακέτο για την ενέργεια.

Το αν θα καταφέρει να πείσει τη κοινή γνώμη, τις ευρωπαικές κυβερνήσεις και τις αγορές μένει να φανεί, κρίνοντας ωστόσο από τις χλιαρές αντιδράσεις της ευρωπαικής βιομηχανίας στο draft που έχει διαρρεύσει, το πακέτο δεν δείχνει και πολύ τολμηρό.

Βασική ένσταση είναι ότι από το ευρωπαικό masterplan φαίνεται να απουσιάζει ένα «μπαζούκα» από κεφάλαια, μέτρα και γενναίες παρεμβάσεις που θα ρίξουν άμεσα το ενεργειακό κόστος, ώστε να πάψει να είναι τρεις και τέσσερις φορές ψηλότερο από το αντίστοιχο αμερικανικό και κυρίως πείθοντας ότι μπορεί να αντιστραφεί η αποβιομηχάνιση.

• Το πρώτο μέρος του πακέτου αφορά τη λεγόμενη «Καθαρή Βιομηχανική Συμφωνία» (Clean Industrial Deal), ένα επιχειρηματικό σχέδιο για τον μετασχηματισμό της ευρωπαικής βιομηχανίας, όπως ανέφερε το προσχέδιο του κειμένου, που επιφυλάσσει σημαντικό ρόλο στην Ευρωπαική Τράπεζα Επενδύσεων.

• Το δεύτερο μέρος αφορά το «Σχέδιο Δράσης για την Προσιτή Ενέργειας» (Affordable Energy Action Plan). Εχει πλειάδα μέτρων, από την αποσύνδεση των τιμών του ρεύματος από τις υψηλές και ασταθείς διακυμάνσεις του φυσικού αερίου μέχρι συστάσεις στις κυβερνήσεις για αφαίρεση από τους λογαριασμούς όλων των μη ενεργειακών χρεώσεων, αλλά και στήριξη των ευρωπαίων εισαγωγέων με δανειακά κεφάλαια για απευθείας επενδύσεις σε υποδομές LNG στο εξωτερικό.

• Και το τρίτο αφορά την απλοποίηση της Κοινοτικής Νομοθεσίας (Simplification Omnibus). Την επανεξάταση δηλαδή μιας σειράς κοινοτικών οδηγιών, όπως οι Corporate Sustainability Reporting Directive (CRSD) και Corporate Sustainability Due Diligence Directive (CSDDD), που ούσες άνευ ουσίας και επιβαρυντικές, επιφέρουν μεγάλες παρενέργειες στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Η πρώτη αφορά την εταιρική αειφορία και η δεύτερη τη δέουσα επιμέλεια για την εταιρική αειφορία.

Τα φώτα πέφτουν αναπόφευκτα στα μέτρα μείωσης του ενεργειακού κόστους και σε εκείνα που θα επιχειρήσουν να αντιστρέψουν τη πορεία αποβιομηχάνισης της Ευρώπης, που πλήττει κατά κύριο λόγο το Βορρά και ειδικότερα τη Γερμανία και ήταν η «σημαία» με την οποία επικράτησε ο Φρίντριχ Μερτς στις εκλογές της Κυριακής.

Κρίνοντας από τις διορροές, η Κομισιόν «παγώνει» για ένα τουλάχιστον χρόνο την επιβολή φόρου άνθρακα σε μια σειρά από εισαγόμενα προιόντα, μιλά για μείωση του μη ενεργειακού κόστους που βαραίνει τους λογαριασμούς, όπως και των χρεώσεων δικτύου, ενώ λέγεται ότι δίνει έμφαση στη παροχή χρηματικών εγγυήσεων από την ΕΤΕπ για τη προμήθεια ηλεκτρισμού από τις βιομηχανίες μέσω μακροχρόνιων διμερών συμβάσεων (PPAs), εκτός των χρηματιστηριακών αγορών. Στη κατεύθυνση δηλαδή ενίσχυσης της ορατότητας των επιχειρήσεων ώστε να εξασφαλίζουν σταθερές «κλειδωμένες» τιμές ρεύματος σε βάθος χρόνου.

Το κάδρο συμπληρώνουν η πρόσβαση σε νέα κεφάλαια για εφαρμογή πράσινων τεχνολογιών και ενός ευρύτερου «πρασινίσματος» της βιομηχανικής παραγωγής, αλλά και η αποζημίωση των ενεργοβόρων καταναλωτών για τη μεταφορά της ζήτησής τους σε ώρες όπου το φορτίο δεν παρουσιάζει αιχμές.

Είναι όλα μέτρα που κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση, ωστόσο δεν είναι αυτά που θα κάνουν τη διαφορά, θα ρίξουν άμεσα το ενεργειακό κόστος και θα πείσουν ότι η ευρωπαική βιομηχανία μπορεί να κοιτάξει στα μάτια τον αμερικανικό και ασιατικό ανταγωνισμό. Κυρίως όμως αφορούν κατά κύριο λόγο συστάσεις και πρότασεις της Κομισιόν προς τις κυβερνήσεις και δεν έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα, κρίνοντας τουλάχιστον από το draft.

Δείχνει σαν οι Βρυξέλλες να αμφιταλαντεύονται ακόμη ανάμεσα στην ανάγκη να πάρει μπροστά η ανταγωνιστικότητα των ευρωπαικών επιχειρήσεων και της παραμονής στο μονοπάτι της πράσινης μετάβασης, με τις λιγότερες δυνατόν θυσίες.

«Παγώνει» ο φόρος άνθρακα

Κρίσιμη αλλαγή, που μένει να φανεί, αν είναι αρκετή, το «πάγωμα» για ένα χρόνο της επιβολής φόρου άνθρακα (μηχανισμός CBAM) στα εισαγόμενα στην ΕΕ προϊόντα από τρίτες χώρες (π.χ. χάλυβα, τσιμέντα, λιπάσματα και ηλεκτρική ενέργεια), τα οποία χρησιμοποιούνται ως πρώτες ύλες από τις ευρωπαικές βιομηχανίες. Η επιβολή του επρόκειτο να ισχύει από το 2026 και η ευρωπαική βιομηχανία φωνάζει εδώ και καιρό ότι ο φόρος άνθρακα θα επιβαρύνει περαιτέρω τα κόστη παραγωγής των τελικών προιόντων, άρα τον πληθωρισμό.

Οι πληροφορίες φέρουν τη Κομισιόν να εξετάζει καθυστέρηση στην εφαρμογή του φόρου κατά ένα έτος και απαλλαγή των μικρών εισαγωγέων από την πληρωμή του. Η βιομηχανία επιμένει ότι πρέπει να καταργηθεί, όχι να μετατεθεί για το 2027, όπως επεσήμανε μιλώντας προ ημερών στους αναλυτές ο πρόεδρος της Eurometaux, Ευάγγελος Μυτιληναίος.

Μείωση κόστους μέσω ΕΤΕπ

Στην κατεύθυνση της ευρωπαϊκής βιομηχανίας να στηριχτούν τα μακροχρόνια διμερή συμβόλαια με ηλεκτροπαραγωγούς, το πακέτο προβλέπει ότι η ΕΤΕπ θα τρέξει ένα πιλοτικό πρόγραμμα στο πλαίσιο του οποίου θα προσφέρει χρηματικές εγγυήσεις για τη σύναψη μακροπρόθεσμων συμβάσεων από ενεργοβόρες επιχειρήσεις, καθώς και μικρούς ή μεσαίους παίκτες.

Σήμερα ένας λόγος για τον οποίο τα διμερή συμβόλαια δεν έχουν «περπατήσει» πανευρωπαϊκά όσο προσδοκούσαν οι κυβερνήσεις και οι επιχειρήσεις συνεχίζουν να καλύπτουν τις ανάγκες τους μέσω των ενεργειακών χρηματιστηρίων, είναι το ρίσκο τήρησης που ενέχει κάθε μακροχρόνια σύμβαση. Οσο ψηλότερο είναι το ρίσκο, τόσο ψηλότερο είναι και το κόστος, κάτι που αντανακλάται στα διμερή συμβόλαια.

Το σκεπτικό της Κομισιόν είναι ότι τυχόν παροχή εγγυήσεων από την ΕΤΕπ θα μειώσει το ρίσκο των διμερών συμβάσεων, άρα θα ρίξει τις τιμές, παρέχοντας στους ενεργοβόρους καταναλωτές μακροπρόθεσμη ορατότητα για τα κόστη τους. Η επιτυχία της πρωτοβουλίας βασίζεται στο «μπαζούκας» που θα μπορέσει να ενεργοποιήσει η ΕΤΕπ. Αν τα ποσά των εγγυήσεων είναι πολλά το μέτρο θα γίνει δεκτό με ικανοποίηση, διαφορετικά δεν θα επιφέρει κάποιο σοβαρό αποτέλεσμα.

Πρόσβαση σε κεφάλαια για «πρασίνισμα»

Έτερος σημαντικός πυλώνας του Clean Industrial Deal αφορά τη στήριξη των βιομηχανιών με νέα ευρωπαικά κεφάλαια ώστε να πρασινίσουν τις διαδικασίες παραγωγής τους. Ενας νέος δηλαδή χρηματοδοτικός μηχανισμός για την απανθρακοποίηση των βιομηχανιών, ο οποίος θα αντλεί κεφάλαια από τα δικαιώματα ρύπων.

Στην ίδια λογική με τις εγγυήσεις από την ΕΤΕπ, έτσι και εδώ, ο μηχανισμός αυτός θα τρέξει με ένα «πιλότο», πριν την αναθεώρηση του χρηματιστηρίου ρύπων το 2026. Αρωγός του θα είναι το νέο Ταμείο Ανταγωνιστικότητας, ενώ θα διερευνηθεί και η προοπτική να ενισχυθεί η αποτελεσματικότητα του Ταμείου Καινοτομίας.

Απευθείας επενδύσεις σε υποδομές LNG στο εξωτερικό

Από τα πιο σημαντικά μέτρα των σημερινών ανακοινώσεων, στο σκέλος για μείωση των τιμών ενέργειας, είναι η στήριξη ευρωπαικών επιχειρήσεων για απευθείας επενδύσεις σε υποδομές LNG τρίτων χωρών, όπως στις ΗΠΑ, με αντάλλαγμα μακροπρόθεσμα συμβόλαια στο φυσικό αέριο σε προνομιακές τιμές (Το σχέδιο της ΕΕ: Απευθείας επενδύσεις σε υποδομές LNG στο εξωτερικό).

Στην πράξη, πρόκειται για μια προσπάθεια της ΕΕ να εξασφαλίσει μια όσο πιο «άμεση συνεργασία» των ευρωπαίων εισαγωγέων με τις χώρες προμήθειας, όπως γράφει το σχετικό draft, παρακάμπτοντας τους traders και τους ενδιάμεσους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα «καπέλα» και τις τιμές.

Σήμερα το αμερικανικό αέριο στον κόμβο Henry hub της Λουιζιάνα διαπραγματεύεται στα 14 περίπου ευρώ/MWh, φτάνει στην Ευρώπη μαζί με τα μεταφορικά προς 24-25 ευρώ, αλλά πωλείται σε τιμή market. Δηλαδή το ίδιο αέριο πωλείται διπλάσια, προς 43-44 ευρώ/MWh, όσο η τρέχουσα στον ολλανδικό χρηματιστηριακό κόμβο του TTF, που στον απόηχο των πληροφοριών για συμφωνία ειρήνευσης στην Ουκρανία έχει κατρακυλήσει μέσα σε δύο εβδομάδες κατά 25%.

Το σκεπτικό του σχεδίου στηρίζεται στη λογική ότι η ΕΕ ή οι χώρες-μέλη θα μπορούν να πριμοδοτούν τους ευρωπαίους εισαγωγείς για να επενδύουν σε υποδομές στο εξωτερικό, είτε παρέχοντας προνομιακά δάνεια είτε διασφαλίζοντας δικαιώματα υγροποίησης αερίου.

Η φιλοσοφία του είναι παρόμοια με εκείνη του «ιαπωνικού μοντέλου» που φαίνεται να υιοθετεί η Κομισιόν. Εδώ και πολλά χρόνια, το Τόκιο αποκτά μετοχικά ποσοστά σε εταιρείες LNG του εξωτερικού, με αντάλλαγμα μακροχρόνια συμβόλαια σε χαμηλές τιμές. Στρατηγική μέσω της οποίας η Ιαπωνία έχει γίνει σήμερα ο μεγαλύτερος κρατικός επενδυτής σε αμερικανικά έργα LNG, ξοδεύοντας δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια και εισάγοντας επίπεδα-ρεκόρ αμερικανικού αερίου τα τελευταία χρόνια.




Δημοσιεύτηκε ! 2025-02-26 07:34:00

Back to top button