Ξήλωμα 4 κρίσιμων στόχων της πράσινης μετάβασης ζητά το ΕΛΚ
Σε μια διατλαντική μέγγενη έχει μπει η ενεργειακή μετάβαση με τη ρητορική του Τραμπ και τη νέα αμερικανική ατζέντα να «απελευθερώνουν» όλο και περισσότερες φωνές στην Ευρώπη που ζητούν λιγότερη υπερρύθμιση, φρένο στο πράσινο γκάζι και κυρίως κατάργηση ανώφελων οδηγιών, που απλώς φουσκώνουν κι άλλο το λογαριασμό για πολίτες και επιχειρήσεις.
Η επιστολή του Ευρωπαικού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ), της πιο ισχυρής πολιτικής ομάδας στην Ευρωπαική Ενωση, που ζητά στην ουσία από τη Κομισιόν να «ξηλώσει» 4 στόχους του Green Deal, μεταξύ των οποίων ένας από τους πιο «ιερούς», αυτός για τις ΑΠΕ, επιβεβαιώνει ότι έρχονται τεκτονικές ανατροπές στην ενέργεια, όπως έγραφε το Euro2day.gr.
«Είναι λάθος να υπάρχει ένας ξεχωριστός στόχος για τις ΑΠΕ, πρέπει να μπορούν μόνες τους οι χώρες- μέλη να αποφασίζουν με ποιες τεχνολογίες θα πετυχαίνουν στους στόχους για το κλίμα», γράφει η επιστολή του ΕΛΚ, όπου ανήκουν μεταξυ άλλων η πρόεδρος της Κομισιόν Ουρσουλα Φον Ντερ Λάινεν, ο Κυριάκος Μητσοτάκης και φυσικά ο Φρίντριχ Μερτς, επικεφαλής των Χριστιανοδημοκρατών (CDU) και φαβορί για τη γερμανική καγκελαρία στις κάλπες της 23ης Φεβρουαρίου.
Τυχόν κατάργηση του στόχου για τις ΑΠΕ, όπως ζητά το ΕΛΚ, που σε ευρωπαϊκό επίπεδο, έχει τεθεί στο 69% της ηλεκτροπαραγωγής για το 2030 (η Ελλάδα έχει βάλει τον πήχη στο 75,9%, δηλαδή ακόμη πιο ψηλά) σημαίνει ότι κάθε χώρα απελευθερώνεται να κινηθεί κατά το δοκούν.
Σε ένα τέτοιο σενάριο, οι εθνικές πολιτικές θα αναπροσαρμοστούν. Αυτό με τη σειρά θα έχει επιπτώσεις στις πράσινες επενδύσεις, οι οποίες θα αρχίσουν να φρενάρουν, περιορίζοντας τις ανάγκες για ολοένα μεγαλύτερα ποσά στα δίκτυα και μαζί το συνολικότερο λογαριασμό που συνεχώς φουσκώνει.
Το γεγονός ότι την επιστολή συνυπογράφει το κόμμα της Μέρκελ που ασπάστηκε πρώτη απ’ όλους τη φιλοσοφία της «πράσινης ενέργειας» και μιας οικονομίας μηδενικών εκπομπών άνθρακα, δείχνει ότι παίρνει σαφείς αποστάσεις από την πρώην καγκελάριο.
Ο Μερτς που προηγείται των δημοσκοπήσεων με 30%, έναντι 21% της ακροδεξιάς του AFD, που βρίσκεται σταθερά στη δεύτερη θέση, επαναλαμβάνει με κάθε ευκαιρία την ανάγκη η γερμανική οικονομία (που φθίνει) να μπει μπροστά από το κλίμα.
Επιστροφή στο καθεστώς του 2019
Αν δει κανείς τη μεγάλη εικόνα, το πνεύμα της επιστολής αναδεικνύει μια επιθυμία επιστροφής στο καθεστώς του 2019, προτού ξεσπάσει το πράσινο κύμα από οδηγίες, κανονισμούς και κάθε λογής ρυθμιστικές παρεμβάσεις, όπως επισημαίνει το Euractiv, συχνά άνευ ουσιώδους αποτελέσματος και πάντα κοστοβόρες.
Συνοψίζοντας τα βασικά σημεία, το ΕΛΚ ζητά τη κατάργηση τεσσάρων ντιρεκτίβων:
- Κάθε χώρα να αποφασίζει με ποιες τεχνολογίες θα επιτυγχάνει τους κλιματικούς στόχους. Δεν χρειάζεται ένας ξεχωριστός στόχος για το ποσοστό των ΑΠΕ.
- Να μην επεκταθεί το ΣΕΔΕ (Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών- ETS) στις κατοικίες, καθώς αυτό θα επιφέρει νέα βάρη στους ιδιοκτήτες κατοικιών. Αν απελευθερωθούν τα κτίρια από την υποχρεώση των ενεργειακών αναβαθμίσεων, οι καταναλωτές θα γλιτώσουν πάρα πολλά δισεκατομμύρια ευρώ.
- Να επανεξεταστεί ο Μηχανισμός CBAM αναφορικά με τις επιπτώσεις που έχει στην ανταγωνιστικότητα διαφορετικών κλάδων της οικονομίας. Αφορά το λεγόμενο «φόρο άνθρακα» για τα εισαγόμενα στην ΕΕ προιόντα από τρίτες χώρες (πχ χάλυβα, τσιμέντα, λιπάσματα και ηλεκτρική ενέργεια) που σημαίνει ότι όλ’ αυτά, που χρησιμοποιούν ως πρώτες ύλες, οι ελληνικές βιομηχανίες, πρόκειται να ακριβύνουν. Το αυξημένο κόστος μ’ άλλα λόγια της ελληνικής βιομηχανίας θα μεγαλώσει κι άλλο, κάτι που δεν ληφθεί υπόψη στον σχεδιασμό της πράσινης μετάβασης.
- Να επανεξεταστούν οι κοινοτικές οδηγίες Corporate Sustainability Reporting Directive (CRSD) και Corporate Sustainability Due Diligence Directive (CSDDD) που αποδεικνύονται υπερβολικές και επιβαρυντικές, με μεγάλες παρενέργειες για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις της ΕΕ. Η πρώτη αφορά την εταιρική αειφορία και η δεύτερη τη δέουσα επιμέλεια για την εταιρική αειφορία.
Το αμερικανικό «πράσινο πουλόβερ»
Της επιστολής είχε προηγηθεί η διάσκεψη του ΕΛΚ στο Βερολίνο το Σαββατοκύριακο και φυσικά το τάιμινγκ δεν είναι τυχαίο. Από τη μια συμπίπτει με τα πρώτα μέτρα Τραμπ για τα θαλάσσια αιολικά πάρκα, το ξήλωμα του αμερικανικού «πράσινου πουλόβερ» και τις εξαγγελίες «drill, baby, drill».
Από την άλλη έρχεται σε μια στιγμή που αυξάνεται η δυσαρέσκεια της γερμανικής (και όχι μόνο) κοινής γνώμης που βλέπει το πράσινο λογαριασμό να ξεφεύγει, τις φθηνές ΑΠΕ να μη φτάνουν στην τσέπη της, κυρίως όμως ότι οι προσπάθειες της ΕΕ πέφτουν στο κενό, όταν αυτή αντιπροσωπεύει το 6%-7% των παγκόσμιων εκπομπών και οι μεγάλοι ρυπαντές (ΗΠΑ, Κίνα), συνεχίζουν να ρυπαίνουν ανενόχλητοι. Το «αστείο» της υπόθεσης είναι ότι το ίδιο ακριβώς υποστηρίζει και ο Τραμπ αλλά τα «πυρά» του αφορούν τη Κίνα.
Στη περίπτωση της Προέδρου της Κομισιόν, δύσκολα μπορεί να αγνοήσει τα παραπάνω μηνύματα, ειδικά όταν προέρχονται από τη δική της πολιτική οικογένεια, με το ΕΛΚ να ζητά «πάγωμα» για τις περισσότερες από τις παραπάνω οδηγίες για τουλάχιστον δύο χρόνια και εφαρμογή τους μόνο στις πολύ μεγάλες επιχειρήσεις με πάνω από 1.000 εργαζόμενους. Ταυτόχρονα, προτείνει να αυξηθεί το ποσοστό από τα έσοδα από τις δημοπρασίες εκπομπών CO2 που κατευθύνονται στις ενεργοβόρες βιομηχανίες, πχ για στήριξη έργων πράσινου υδρογόνου ή για έργα αποθήκευσης και δέσμευσης άνθρακα (CCS).
Το νέο μύνημα Μητσοτάκη, η σπατάλη και το one target policy
Αποκαλυπτικός χθες ο Κυρ. Μητσοτάκης στο πλαίσιο συζήτησης με τον πρώην Πρωθυπουργό της Ιταλίας, Ενρίκο Λέτα σε εκδήλωση του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητήριου, αφού παραδέχτηκε ότι στην Ευρώπη «ήμασταν υπερβολικά βολονταριστές στη σκέψη ότι αν το κάνουμε εμείς (σσ: τη πράσινη μετάβαση) όλοι θα μας ακολουθήσουν», αναγνώρισε ότι πρέπει να βρεθεί μια νέα ισορροπία, ιδίως όσον αφορά το ρυθμιστικό πλαίσιο.
«Πολλές από αυτές τις οδηγίες για τη βιωσιμότητα είναι απλώς υπερβολικά επαχθείς, όχι μόνο για τις μικρές εταιρείες αλλά και για τις μεγαλύτερες εταιρείες, πρέπει να επαναξιολογηθούν. Η Ούρσουλα Φον Ντερ Λάινεν έχει δεσμευτεί για ένα πολύπλευρο νομοθέτημα που θα αντιμετωπίσει και θα προσπαθήσει να μειώσει τις περιττές ρυθμίσεις κατά 25%», ανέφερε, στο ίδιο μήκος κύματος με την επιστολή του ΕΛΚ.
Στην πράξη, το πνεύμα της επιστολής συνδέεται με το «κανόνα του ενός στόχου» (one target policy) που ανέφερε και ο έλληνας πρωθυπουργός στη πρόσφατη επιστολή του προς την Πρόεδρο της Κομισιόν, δηλαδή ότι οι χώρες πρέπει να έχουν ένα στόχο, τη μείωση των εκπομπών τους, για την οποία είναι δουλειά της κάθε μιας το πώς θα το πετύχουν. H λογική του «one target policy», στο οποίο έχει αναφερθεί κατά καιρούς στα Συμβούλια Υπουργών Ενέργειας, ο Θ. Σκυλακάκης, είναι να διατηρηθεί ο στόχος της ΕΕ για την πράσινη μετάβαση αλλά κάθε κράτος-μέλος να έχει τη δυνατότητα χάραξης του δικού του σχεδίου για την επίτευξη αυτού του στόχου.
Στον αντίποδα, έχουμε θέσει δεκάδες στόχους που κοστίζουν πάρα πολύ, από τα σπίτια, τους καυστήρες και τα κλιματιστικά, μέχρι την κλιματική ουδετερότητα των πόλεων, χωρίς εντέλει όλα αυτά να έχουν καμία πρακτική συνεισφορά, με μοναδικό αποτέλεσμα να αυξάνεται το κόστος. Αν έφευγαν από τη μέση όλες αυτές οι ρυθμιστικές παρεμβάσεις, οδηγίες και ντιρεκτίβες, όλοι θα πλήρωναν πολύ λιγότερο, και στο μέλλον θα γίνονταν πολύ λιγότερες άχρηστες επενδύσεις.
Τους κινδύνους αυτούς αναδεικνύει ξεκάθαρα η επιστολή που ζητά να διασφαλιστεί ότι η προσπάθεια υλοποίησης των φιλόδοξων κλιματικών στόχων και πολιτικών της ΕΕ δεν οδηγεί σε περαιτέρω αποβιομηχάνιση. Διαφορετικά, όπως γράφει, αν η κλιματική πολιτική αποδειχθεί ότι υπονομεύει την ανάπτυξη όχι μόνο θα αποτύχει να εξασφαλίσει τη στήριξη των ευρωπαίων πολιτών, αλλά κινδυνεύει να αυξήσει και τις παγκόσμιες εκπομπές ρύπων γιατί τα αγαθά θα παράγονται σε άλλες περιοχές του κόσμου που δεν έχουν τους παραμικρούς κλιματικούς περιορισμούς.
Δημοσιεύτηκε ! 2025-01-22 08:09:00