Οικονομία

Τα ξενοδοχεία πόλης πήραν τη ρεβάνς σε αυξήσεις τιμών

Διψήφιο ποσοστό αύξησης, που υπερβαίνει το 20% σε ετήσια βάση, κατέγραψε η μέση τιμή διάθεσης ενός δίκλινου δωματίου στα ξενοδοχεία συνεχούς λειτουργίας, ιδιαίτερα τον Μάιο και τον Οκτώβριο του περασμένου έτους, δύο μήνες εκτός της σεζόν υψηλής ζήτησης που ενισχύουν σταδιακά τη δυναμική τους.

Στον αντίποδα, σταθερές παραμένουν σε γενικές γραμμές οι τιμές στα ξενοδοχεία εποχικής λειτουργίας (σ.σ. σε τουριστικές περιοχές), με τη σχετική αύξηση να μην ξεπερνά το 3%.

Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία της ετήσιας έρευνας για τον ξενοδοχειακό κλάδο το 2024 που εκπόνησε το Ινστιτούτο Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ) για λογαριασμό του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος (ΞΕΕ), η μέση τιμή ενός δωματίου σε ξενοδοχείο συνεχούς λειτουργίας τον Μάιο ενισχύθηκε σε ποσοστό 22% σε ετήσια βάση, από τα 85 ευρώ στα 104 ευρώ, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό τον Οκτώβριο διαμορφώθηκε στο 20% περίπου, από τα 86 ευρώ στα 103 ευρώ. Μικρότερη, στο 12%, ήταν η απόκλιση της μέσης τιμής τον Αύγουστο, από τα 104 ευρώ στα 117 ευρώ.

Στον αντίποδα, οι τιμές στα δωμάτια των ξενοδοχείων εποχικής λειτουργίας κινήθηκαν χωρίς μεγάλες αποκλίσεις. Τον Μάιο κατέγραψαν την υψηλότερη ποσοστιαία αύξηση που δεν ξεπέρασε το 3%, από τα 105 ευρώ στα 108 ευρώ, τον Αύγουστο διατηρήθηκαν στα 179 ευρώ και τον Οκτώβριο σημείωσαν μικρή άνοδο σε ετήσια βάση, από τα 108 ευρώ στα 110 ευρώ.

Σε ό,τι αφορά την πληρότητα, τα συνεχούς λειτουργίας κατέγραψαν καλύτερες επιδόσεις τον Μάιο και τον Οκτώβριο, ξεπερνώντας τα εποχικής λειτουργίας, τα οποία κυριάρχησαν τον Αύγουστο, χωρίς ωστόσο, να καταγράφουν αντίστοιχη αύξηση με εκείνη των συνεχούς.

Σε γενικές γραμμές, πάντως, παρατηρείται σαφής τάση σε ό,τι αφορά την ενίσχυση της ζήτησης τους μήνες εκτός αιχμής, η οποία αποτυπώνεται στην αύξηση της πληρότητας και της τιμής στα ξενοδοχεία συνεχούς λειτουργίας.

«Διαπιστώνουμε αύξηση στους μήνες εκτός αιχμής, ωστόσο, εξακολουθούμε να βλέπουμε ένα μοντέλο κυρίως θερινό. Αυτό δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Σε αυτή την έκταση, όμως, η Ελλάδα κατέχει ενδεχομένως αρνητική πρωτιά. Είναι λογικό να υπάρχει εποχικότητα που αντλείται από τους επισκέπτες», επεσήμανε, μεταξύ άλλων, ο πρόεδρος του ΞΕΕ, Αλέξανδρος Βασιλικός.

Διπλασιάστηκαν τα 5άστερα

Την ίδια στιγμή, στην έρευνα αποτυπώνεται η τάση για ποιοτική αναβάθμιση του ξενοδοχειακού δυναμικού της χώρας. Είναι ενδεικτικό ότι την τελευταία 10ετία έχουν προστεθεί σε απόλυτους αριθμούς σχεδόν 1.000 ξενοδοχεία 4 και 5 αστέρων στο εγχώριο ξενοδοχειακό δυναμικό.

Ο αριθμός των πεντάστερων ξενοδοχείων στην Ελλάδα υπερδιπλασιάστηκε από το 2015 μέχρι πέρυσι. Πιο αναλυτικά, τα τελευταία 10 χρόνια ο αριθμός των ξενοδοχείων της υψηλότερης κατηγορίας από 412 έχει ανέλθει σε 835, παρουσιάζοντας αύξηση 103%. Αντίστοιχα, ο αριθμός των ξενοδοχείων 4 αστέρων από 1.331 το 2015 διαμορφώθηκε πέρυσι σε 1.898, παραπέμποντας σε διψήφιο ποσοστό αύξησης 43%.

Μικρότερη αύξηση σε απόλυτους αριθμούς, στο 23%, καταγράφηκε στα ξενοδοχεία των 3 αστέρων με εκείνα των δύο χαμηλότερων κατηγοριών να μειώνονται σε ποσοστό 21%. Πιο συγκεκριμένα, τα ξενοδοχεία του 1 και των 2 αστέρων από 5.560 το 2015 μειώθηκαν σε 4.398.

Αντίστοιχη είναι και η εικόνα που παρουσιάζεται σε όρους δωματίων, με εκείνα των 5 αστέρων να έχουν αυξηθεί σε ποσοστό 75% σε βάθος δεκαετίας και εκείνα των 4 αστέρων να έχουν ενισχυθεί κατά 29% από το 2015. Μικρή άνοδος 5% σημειώνεται στα δωμάτια που περιλαμβάνονται σε ξενοδοχεία των 3 αστέρων, ενώ φθίνουσα είναι η πορεία των δωματίων των δύο χαμηλότερων κατηγοριών.

Η δυναμική των ξενοδοχείων των δύο υψηλότερων κατηγοριών αποτυπώνεται στην αύξηση του συνολικού τζίρου τους έναντι των μονάδων των υπόλοιπων κατηγοριών. Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, τα ξενοδοχεία 1-3 αστέρων, που αποτελούν το 74% του συνόλου, κατέγραψαν αύξηση του τζίρου τους κατά 5%, στα 2,46 δισ. ευρώ, το 2024 σε σχέση με το 2023, ενώ τα ξενοδοχεία των 4 και 5 αστέρων σημείωσαν αύξηση του τζίρου τους κατά 10%, στα 9 δισ. ευρώ, σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά.

Συνολικά, ο τζίρος των ξενοδοχείων το 2024 αυξήθηκε κατά 8,8% σε σχέση με το 2023 και έφτασε τα 11,5 δισ. ευρώ (σ.σ.: στην έρευνα δεν καταγράφονται στοιχεία κερδοφορίας των ξενοδοχείων).

Σημειώνεται, δε, πως το 85% του τζίρου των ξενοδοχείων προέρχεται από τους ξένους ταξιδιώτες, οι οποίοι αποτελούν το 70% περίπου του συνόλου των επισκεπτών τους.

Τα ξενοδοχεία υψηλών κατηγοριών έχουν καταγράψει καλύτερες επιδόσεις ως προς την πληρότητα, τόσο τους μήνες αιχμής της ζήτησης, όσο και τους μήνες της χαμηλής περιόδου. Ενδεικτικά τον Μάιο τα 5άστερα ξενοδοχεία κατέγραψαν πληρότητα 58%, τα 4άστερα 65% και τα 3άστερα 49%. Χαμηλότερα, στο 40% και στο 37%, διαμορφώθηκε η πληρότητα για τα ξενοδοχεία των 2 αστεριών και του 1 αστέρα αντίστοιχα.

Συνολικά, πάντως, ανεξαρτήτως κατηγορίας, οι επιχειρηματίες επένδυσαν για το 2024 πάνω από 1 δισ. ευρώ, με το 4,7% των ξενοδόχων να έχει λάβει επιχορήγηση για την υλοποίηση αυτών των επενδύσεων.

Η εικόνα για το 2025

Η υψηλή ζήτηση χαρακτηρίζει το 2025, όπως τόνισε, στο πλαίσιο της παρουσίασης της έρευνας ο Αλ. Βασιλικός, ερωτηθείς για την πορεία της επερχόμενης σεζόν. «Η σεζόν χαρακτηρίζεται από υψηλή ζήτηση αυτή τη στιγμή που μιλάμε παρά τα ερωτηματικά που βάζω εγώ. Από κει και πέρα εγώ θα ήθελα πιο πολύ το 2025 να χαρακτηριστεί ως μια χρονιά ώριμης και μακροπρόθεσμης συζήτησης γύρω από τα ζητήματα του τουρισμού.

Δεν υπάρχουν μηχανισμοί για να επηρεάσεις το 2025. Υπάρχουν όμως πράγματα που μπορούν να αποφασιστούν σήμερα για να επηρεάσεις το 2030. Αυτές είναι οι συζητήσεις που πρέπει να γίνονται σε εθνικό επίπεδο ως προς το πλαίσιο και σε τοπικό επίπεδο ως προς τις αποφάσεις και τη στρατηγική», επεσήμανε ο πρόεδρος του ΞΕΕ.

Mε βάση τα ευρήματα της έρευνας, τα μισά ξενοδοχεία έχουν υπογράψει συμβόλαια για το 2025, στα ίδια επίπεδα με το 2024. Το ποσοστό των ξενοδοχείων εποχικής λειτουργίας που έχει υπογράψει συμβόλαια για το 2025 ανέρχεται στο 60%, έναντι 55% το 2024. Από αυτά το 41% έχει υπογράψει συμβόλαια με τιμές αυξημένες κατά 8%, όπως και πέρσι. Από τα ξενοδοχεία εποχικής λειτουργίας που έχουν υπογράψει συμβόλαια για το 2025, το 34% έχει υπογράψει συμβόλαια τύπου Commitment δεσμεύοντας το 56% των δωματίων τους, όπως και το 2023.

Αναφερόμενος στην έλλειψη εργαζομένων στον κλάδο και με δεδομένο ότι 54 χιλιάδες θέσεις εργασίας δεν καλύφθηκαν το 2024, ο Αλ. Βασιλικός τόνισε: «Χθες είχαμε στις Βρυξέλλες συνάντηση κοινωνικών εταίρων, παρουσία της Κομισιόν. Σε αρκετές χώρες η έλλειψη προσωπικού που παρατηρήθηκε μετά την πανδημία έχει ισορροπήσει.

Δεν είμαστε στο μοντέλο που ήμασταν στο 2022 και στο 2023 με οριζόντια φυγή κόσμου λόγω ανασφάλειας από τον κλάδο. Δεν είμαστε εκεί. Αυτό που παραμένει ως πρόβλημα είναι το θέμα των δεξιοτήτων. Εμείς δεν είμαστε ακόμη εκεί. Όταν κοιτάμε τα ζητήματα που απασχολούν ξενοδόχους, δεν θεωρώ ότι είναι το καθένα ένα πρόβλημα από μόνο του. Όταν υπάρχουν άλλα τόσα κρεβάτια στη χώρα (σ.σ.: κλίνες σε καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης) είναι σαφές ότι κάποιος τα καθαρίζει. Τα ζητήματα είναι αλληλένδετα».

Εστιάζοντας, μάλιστα, στην ανάπτυξη της αγοράς βραχυχρόνιας μίσθωσης, ο πρόεδρος του ΞΕΕ είπε ότι εκτός από τις 900 χιλιάδες ξενοδοχειακές κλίνες, τα τελευταία 6-7 χρόνια έχουν καταγραφεί 800 χιλιάδες κλίνες βραχυχρόνιας μίσθωσης.

«Οι πολλαπλασιαστές που υπάρχουν στον ξενοδοχειακό κλάδο είναι σαφές ότι δεν υπάρχουν σε άλλες δραστηριότητες. Πόσο επιβαρύνουμε προορισμούς μας τελικά; Σε κάποιους προορισμούς τα ξενοδοχεία σε σχέση με τα καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης είναι 1 προς 3 και 1 προς 4», τόνισε, αναδεικνύοντας την ανάγκη ενεργοποίησης και λειτουργίας των DMMOs (Οργανισμοί Διαχείρισης και Προώθησης Προορισμών).

Συνολικά, πάντως, οι σημαντικότερες δυσκολίες που αντιμετώπισαν οι ξενοδόχοι το 2024 ήταν η εύρεση προσωπικού και το κόστος της ενέργειας, ενώ ανησυχία εξακολουθούν να προκαλούν το λειτουργικό κόστος, η μειωμένη πληρότητα εκτός των μηνών αιχμής, η έλλειψη εργαζομένων και ο ανταγωνισμός από τα καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης.




Δημοσιεύτηκε ! 2025-03-27 08:21:00

Back to top button