Περιβάλλον

Τα μικροπλαστικά εμποδίζουν τη φωτοσύνθεση των φυτών απειλώντας εκατομμύρια ανθρώπων με πείνα

Σύνταξη – Επιμέλεια: Στέλιος Βασιλούδης

Η ρύπανση του πλανήτη από μικροπλαστικά μειώνει σημαντικά τα αποθέματα τροφίμων, βλάπτοντας την ικανότητα των φυτών να φωτοσυνθέτουν, σύμφωνα με νέα αξιολόγηση.

Η ανάλυση εκτιμά ότι μεταξύ 4% και 14% των βασικών καλλιεργειών σιτηρών, ρυζιού και καλαμποκιού στον κόσμο χάνονται λόγω των διάχυτων μικροσωματιδίων. Θα μπορούσε να γίνει ακόμη χειρότερο, είπαν οι επιστήμονες, καθώς περισσότερα μικροπλαστικά αποβάλλονται στο περιβάλλον.

Περίπου 700 εκατομμύρια άνθρωποι επλήγησαν από την πείνα το 2022. Οι ερευνητές υπολόγισαν ότι η ρύπανση από μικροπλαστικά θα μπορούσε να αυξήσει τον αριθμό αυτών που κινδυνεύουν από πείνα κατά άλλα 400 εκατομμύρια τις επόμενες δύο δεκαετίες. Αυτό αποτελεί ένα «ανησυχητικό σενάριο» για την παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια, σύμφωνα με τους συγγραφείς της μελέτης.

Άλλοι επιστήμονες χαρακτήρισαν την έρευνα χρήσιμη και επίκαιρη, αλλά προειδοποίησαν ότι αυτή η πρώτη προσπάθεια ποσοτικοποίησης της επίδρασης των μικροπλαστικών στην παραγωγή τροφίμων θα πρέπει να επιβεβαιωθεί και να τελειοποιηθεί με περαιτέρω συλλογή δεδομένων και έρευνα.

Οι ετήσιες απώλειες καλλιεργειών που προκαλούνται από τα μικροπλαστικά θα μπορούσαν να είναι παρόμοιας κλίμακας με εκείνες που προκλήθηκαν από την κλιματική κρίση τις τελευταίες δεκαετίες, είπαν οι ερευνητές. Ο κόσμος αντιμετωπίζει ήδη μια πρόκληση για την παραγωγή – με βιώσιμο τρόπο – επαρκών τροφίμων, με τον παγκόσμιο πληθυσμό να αναμένεται να αυξηθεί στα 10 δισεκατομμύρια μέχρι το 2058 περίπου.

Τα μικροπλαστικά διασπώνται από τις τεράστιες ποσότητες αποβλήτων που απορρίπτονται στο περιβάλλον. Εμποδίζουν τα φυτά να εκμεταλλευτούν το ηλιακό φως και να αναπτυχθούν με πολλούς τρόπους – από το να βλάπτουν το έδαφος μέχρι να μεταφέρουν τοξικές χημικές ουσίες. Τα μικροπλαστικά σωματίδια έχουν εντοπιστεί σε ολόκληρο τον πλανήτη, από την κορυφή του Έβερεστ έως τους βαθύτερους ωκεανούς.

«Η ανθρωπότητα προσπαθεί να αυξήσει την παραγωγή τροφίμων για να θρέψει έναν συνεχώς αυξανόμενο πληθυσμό αλλά αυτές οι συνεχιζόμενες προσπάθειες τίθενται πλέον σε κίνδυνο από την πλαστική ρύπανση», είπαν οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Huan Zhong, στο Πανεπιστήμιο Nanjing στην Κίνα. «Τα ευρήματα υπογραμμίζουν την επείγουσα ανάγκη της μείωσης της ρύπανσης για τη διασφάλιση των παγκόσμιων προμηθειών τροφίμων, ενόψει της αυξανόμενης απόρριψης πλαστικών στο περιβάλλον».

Τα σώματα των ανθρώπων είναι ήδη ευρέως μολυσμένα από μικροπλαστικά, που καταναλώνονται μέσω της τροφής και του νερού. Έχουν βρεθεί στο αίμα, τον εγκέφαλο, το μητρικό γάλα, τον πλακούντα και το μυελό των οστών. Οι επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία είναι σε μεγάλο βαθμό άγνωστες, αλλά έχουν συνδεθεί με εγκεφαλικά και καρδιακά επεισόδια.

Ο καθηγητής Denis Murphy, στο Πανεπιστήμιο της Νότιας Ουαλίας, δήλωσε: «Αυτή η ανάλυση είναι πολύτιμη και επίκαιρη για να μας υπενθυμίσει τους πιθανούς κινδύνους της μικροπλαστικής ρύπανσης και την ανάγκη για επείγουσα αντιμετώπιση του ζητήματος, αλλά ορισμένα από τα κύρια στοιχεία της απαιτούν περισσότερη έρευνα για να γίνουν αποδεκτά ως ισχυρές προβλέψεις».

Η νέα μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Proceedings of the National Academy of Sciences, συνδύασε περισσότερες από 3.000 παρατηρήσεις της επίδρασης των μικροπλαστικών στα φυτά, που προέρχονται από 157 μελέτες.

Μια προηγούμενη έρευνα έχει δείξει ότι τα μικροπλαστικά μπορούν να βλάψουν τα φυτά με πολλούς τρόπους. Τα ρυπογόνα σωματίδια μπορούν να εμποδίσουν το ηλιακό φως να φτάσει στα φύλλα και να βλάψουν τα εδάφη από τα οποία εξαρτώνται τα φυτά. Όταν προσλαμβάνονται από τα φυτά, τα μικροπλαστικά μπορούν να μπλοκάρουν τα κανάλια θρεπτικών ουσιών και νερού, να προκαλέσουν ασταθή μόρια που βλάπτουν τα κύτταρα και να απελευθερώσουν τοξικές χημικές ουσίες, οι οποίες μπορούν να μειώσουν το επίπεδο της φωτοσυνθετικής χρωστικής χλωροφύλλης.

Οι ερευνητές υπολόγισαν ότι τα μικροπλαστικά μείωσαν τη φωτοσύνθεση των χερσαίων φυτών κατά περίπου 12% και κατά περίπου 7% στα θαλάσσια φύκια, τα οποία βρίσκονται στη βάση του τροφικού ιστού των ωκεανών. Στη συνέχεια έκαναν προβολή αυτών των  δεδομένων για να υπολογίσουν τη μείωση στην ανάπτυξη του σιταριού, του ρυζιού και του καλαμποκιού και της παραγωγής ψαριών και θαλασσινών.

Η Ασία επλήγη περισσότερο από αυτές τις εκτιμώμενες απώλειες καλλιεργειών, με μειώσεις και στις τρεις κατηγορίες από 54 έως 177 εκατομμύρια τόνους ετησίως, περίπου το ήμισυ των παγκόσμιων απωλειών. Το σιτάρι στην Ευρώπη δέχτηκε επίσης σκληρό πλήγμα όπως και ο αραβόσιτος στις Ηνωμένες Πολιτείες. Άλλες περιοχές, όπως η Νότια Αμερική και η Αφρική, καλλιεργούν λιγότερες εκτάσεις με αυτές τις καλλιέργειες, αλλά επίσης διαθέτουν πολύ λιγότερα δεδομένα για τη μόλυνση από μικροπλαστικά.

Στους ωκεανούς, όπου τα μικροπλαστικά μπορούν να επικαλύψουν τα φύκια, η απώλεια ψαριών και θαλασσινών υπολογίστηκε μεταξύ 1 και 24 εκατομμυρίων τόνων ετησίως, περίπου 7% της συνολικής πρωτεΐνης, αρκετής για να θρέψει δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους.

Οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν επίσης μια δεύτερη μέθοδο – ένα μοντέλο μηχανικής μάθησης – που βασίζεται σε τρέχοντα δεδομένα για τα επίπεδα ρύπανσης από μικροπλαστικά –  για να αξιολογήσουν τον αντίκτυπο της στην παραγωγή τροφίμων. Παρήγαγε παρόμοια αποτελέσματα, είπαν.

«Είναι σημαντικό ότι αυτές οι δυσμενείς επιπτώσεις είναι πολύ πιθανό να επεκταθούν από την επισιτιστική ασφάλεια στην υγεία του πλανήτη», δήλωσαν ο Zhong και οι συνεργάτες του. Η μειωμένη φωτοσύνθεση λόγω μικροπλαστικών μπορεί επίσης να μειώσει την ποσότητα του CO2 που προσλαμβάνεται από την ατμόσφαιρα από τις τεράστιες ποσότητες φυτοπλαγκτού στους ωκεανούς της Γης και να διαταράξει την ισορροπία σε άλλα οικοσυστήματα.

Ο καθηγητής Richard Lampitt, στο Εθνικό Κέντρο Ωκεανογραφίας του Ηνωμένου Βασιλείου, είπε ότι τα συμπεράσματα πρέπει να αντιμετωπίζονται με προσοχή. «Έχω σημαντικές ανησυχίες σχετικά με την ποιότητα των αρχικών δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν από το μοντέλο και αυτό έχει πιθανως οδηγήσει σε υπερβολικές εικασίες σχετικά με τις επιπτώσεις της μόλυνσης από πλαστικό στην παραγωγή τροφίμων», είπε. Οι ερευνητές αναγνώρισαν ότι χρειάζονται περισσότερα δεδομένα και είπαν ότι αυτό θα αποδώσει πιο ακριβείς εκτιμήσεις.

Τα κράτη του κόσμου απέτυχαν να καταλήξουν σε συμφωνία για μια συνθήκη του ΟΗΕ για τον περιορισμό της πλαστικής ρύπανσης τον Δεκέμβριο, αλλά θα ξαναρχίσουν τις συνομιλίες τον Αύγουστο. Οι επιστήμονες είπαν ότι η μελέτη τους ήταν «σημαντική και επίκαιρη για τις συνεχιζόμενες διαπραγματεύσεις και την ανάπτυξη στόχων και σχεδίων δράσης».

Ο καθηγητής Richard Thompson, στο Πανεπιστήμιο του Plymouth είπε ότι η νέα μελέτη πρόσθεσε τα στοιχεία που δείχνουν την ανάγκη για δράση. «Ενώ οι προβλέψεις μπορεί να βελτιωθούν καθώς γίνονται διαθέσιμα νέα δεδομένα, είναι σαφές ότι πρέπει να ξεκινήσουμε προς τις λύσεις. Η διασφάλιση ότι η νέα συνθήκη θα αντιμετωπίζει τη μικροπλαστική ρύπανση είναι καίριας σημασίας», κατέληξε.

Πηγή: The Guardian

 


Δημοσιεύτηκε ! 2025-03-17 09:03:00

Back to top button