
Πώς και γιατί ο Τζέι Ντι Βανς έγινε το… μαντρόσκυλο του Τραμπ
Η συμπεριφορά του Τζέι Ντι Βανς από την εποχή που ανέλαβε καθήκοντα αντιπροέδρου των ΗΠΑ, τον περασμένο Ιανουάριο, συγκλονίζει πολλούς αναλυτές – ειδικά η πολεμική ομιλία του στη συνδιάσκεψη του NATO και η εχθρική ρητορική του προς τον ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι στον Λευκό Οίκο. Αλλά όσοι έχουν διαβάσει τα απομνημονεύματά του, που κυκλοφόρησαν το 2016, μάλλον εκπλήσσονται λιγότερο, επισημαίνει δημοσίευμα της Telegraph.
Πριν γίνει το «μαντρόσκυλο» του Τραμπ, ο Βανς ήταν συγγραφέας μπεστ σέλερ. Η αυτοβιογραφία του με τίτλο «Το Τραγούδι του Χιλμπίλη» –κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Δώμα– αφηγείται τη δύσκολη ανατροφή του στο αγροτικό Οχάιο και τις επαρχιακές αξίες του αμερικανικού Νότου που κληρονόμησε από την οικογένειά του, σε μια εποχή βιομηχανικής παρακμής και κοινωνικού κατακερματισμού των ΗΠΑ.
Ο Βανς μεγάλωσε με αυτό που αποκαλεί «κώδικα τιμής των Απαλαχίων Ορών» (πρόκειται για την οροσειρά που χωρίζει τις ανατολικές από τις δυτικές Πολιτείες των ΗΠΑ) –, ένα σύνολο κανόνων που εξασφαλίζει την καθαρή υπερηφάνεια και την υπεράσπιση της οικογενειακής τιμής. Οι τσακωμοί ήταν καθημερινό φαινόμενο στη ζωή του, ειδικά αν κάποιος προσέβαλλε τη μητέρα του. Αλλωστε η λέξη hillbilly σημαίνει στην αμερικανική αργκό «άξεστος επαρχιώτης».
Στο βιβλίο περιγράφει ένα περιστατικό, όπου ξυλοφόρτωσε τον θετό αδελφό του όταν τον άκουσε να χαρακτηρίζει τη μητέρα του «σκύλα». «Δεν ήμουν ιδιαίτερα θυμωμένος», γράφει, «αλλά η επιθυμία μου να τον τσακίσω προέκυψε περισσότερο από μια αίσθηση καθήκοντος». Η Telegraph σημειώνει ότι είναι πιθανό, μπροστά στον Ζελένσκι, ο Βανς να είδε τον Τραμπ στον ρόλο της μητέρας της χώρας του.
Με υπότιτλο «Τα Απομνημονεύματα μιας Οικογένειας και μιας Κουλτούρας σε Κρίση», το βιβλίο έφτασε στην κορυφή της επιφανούς λίστας μπεστ σέλερ των New York Times. Τέσσερα χρόνια αργότερα διασκευάστηκε σε υποψήφια για Οσκαρ χολιγουντιανή ταινία, με πρωταγωνίστριες τις Γκλεν Κλόουζ και Εϊμι Ανταμς.
Η αυτοβιογραφία του Βανς παρουσιάζει μια ζωντανή και συχνά καταθλιπτική εικόνα μιας μερίδας της αμερικανικής κοινωνίας που αισθάνεται εγκαταλελειμμένη, καταδικασμένη στην ανεργία, στο έγκλημα και στην εξάρτηση από τα οπιοειδή – την ώρα που οι ελίτ των δύο ακτών των ΗΠΑ ευημερούν όσο ποτέ άλλοτε. Υπό αυτό το πρίσμα, η πολιτική θεώρηση του αντιπροέδρου βγάζει περισσότερο νόημα.
Πιστεύει ότι η οικογενειακή σταθερότητα είναι ότι πιο σημαντικό, καθώς έχει βιώσει από πρώτο χέρι τις επιπτώσεις μια ασταθούς οικογένειας. Η παγερή αδιαφορία του για τη μοίρα της Ευρώπης πηγάζει από τη σταθερή πεποίθηση ότι οι ΗΠΑ δεν πρέπει να βοηθούν άλλες χώρες την ώρα που οι πολίτες τους υποφέρουν.
Το βιβλίο κυκλοφόρησε πέντε μήνες πριν την πρώτη προεδρική εκλογή του Τραμπ το 2016, και οι επικριτές του αμερικανού προέδρου το αντιμετώπισαν ως μαρτυρία για το ποιόν των ψηφοφόρων του. Οι New York Times χαρακτήρισαν την αυτοβιογραφία του Βανς «μια συμπονετική, οξυδερκή κοινωνιολογική ανάλυση της κατώτερης τάξης λευκών, η οποία συνέβαλε στην ώθηση μιας πολιτικής εξέγερσης».
Λίγοι αναγνώστες υποψιάζονταν τότε ότι το βιβλίο θα κατέληγε να γίνει εγχειρίδιο της αμερικανικής κυβέρνησης, αλλά η εξύμνηση της αυτάρκειας, των κοινωνικών αξιών και της κοινωνικής κινητικότητας του «Τραγουδιού του Χιλμπίλη», θα μπορούσαν εύκολα να θεωρηθούν μπούσουλας της προκλητικής πολιτικής του Λευκού Οίκου του Τραμπ. Η αυτοβιογραφία του Μπαράκ Ομπάμα προωθούσε το «θράσος» της ελπίδας, ενώ εκείνη του Βανς την πραγματικότητα της απελπισίας.
Αν και ο Βανς μεγάλωσε στην κωμόπολη Μίντλτον του Οχάιο, θεωρούσε πάντα σπίτι του το Τζάκσον, ένα χωριό του Κεντάκι που συντηρείται από την εξόρυξη άνθρακα, όπου έζησε η προγιαγιά του. Οι άνθρωποι εκεί ήταν υπερήφανοι και αφοσιωμένοι ο ένας στον άλλον, αλλά και επιρρεπείς στη βία, την απιστία, την κατάχρηση ουσιών και την αδράνεια.
Οι γονείς του χώρισαν όταν ήταν πολύ μικρός. Η μητέρα του είχε προβλήματα με καταχρήσεις ναρκωτικών και ο Τζέι Ντι με την αδελφή του Μπόνι ανατράφηκαν σε μεγάλο βαθμό από τον παππού και τη γιαγιά από την πλευρά της μητέρας τους. Μετακόμισαν από το Τζάκσον στο Μίντλτον όταν η Μπόνι έμεινε έγκυος στα 13 της, υπό τον φόβο αντιποίνων από την οικογένεια. Ο παππούς τους ήταν «βίαιος μέθυσος», ενώ η Μπόνι «βίαιη αλλά νηφάλια».
Ο Βανς πιστώνει την αλλαγή τροχιάς της οικογένειάς του σε αυτή τη μετακόμιση. «Η γιαγιά μας είχε πάντα δύο θεούς, τον Ιησού Χριστό και τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής», γράφει, «κι εγώ δεν ήμουν διαφορετικός, όπως και όλοι όσοι γνώριζα». Ο χριστιανισμός δεν ήταν απλώς θέμα πίστης στην οικογένεια, αλλά και ένας αντιπρόσωπος μιας ευρύτερης επιτυχίας. «Οι θρησκευόμενοι είναι πιο ευτυχισμένοι, διαπράττουν λιγότερα εγκλήματα και ζουν περισσότερο» γράφει.
Κόντρα στις πιθανότητες, αναφέρει, απέκτησε την αυτοπειθαρχία και την αποφασιστικότητα να καλυτερεύσει τον εαυτό του. Εντάχθηκε στο σώμα πεζοναυτών το 2003, γεγονός που του υπενθύμισε ότι η χώρα του τον καλεί. Εκεί εργάστηκε ως στρατιωτικός δημοσιογράφος και υπηρέτησε στο Ιράκ. Ακολούθως, φοίτησε στο κολέγιο, στη Νομική Σχολή του Οχάιο –όπου γνώρισε τη σύζυγό του Ούσα, δικηγόρο, με την οποία έχει αποκτήσει τρία παιδιά– και στο Πανεπιστήμιο Γέιλ.
Εκεί συνάντησε τον δισεκατομμυριούχο επιχειρηματία Πίτερ Tιλ, όταν ήρθε να δώσει μια ομιλία, και εκείνος στη συνέχεια του πρόσφερε την πρώτη του δουλειά σε εταιρεία κεφαλαιαγοράς. Τότε κυκλοφόρησε και η αυτοβιογραφία του, στην οποία παρουσιάζεται αρκετά πιο φιλελεύθερος από ό,τι στην προεκλογική περίοδο και τους πρώτους μήνες του ως αντιπρόεδρος των ΗΠΑ.
Η πολιτική του μετάλλαξη στα ζητήματα των αμβλώσεων, της μετανάστευσης και της Ουκρανίας έγινε σχετικά απότομα, αν υπολογιστεί η στάση του το 2016 κατά της υποψηφιότητας Τραμπ, τον οποίο τότε χαρακτήριζε «Χίτλερ της Αμερικής». Αλλαξε πλήρως τη γραμμή του το 2022, όταν έθεσε υποψηφιότητα για γερουσιαστής του Οχάιο. Αρχισε να επαινεί τον Τραμπ και διέγραψε τις επικριτικές αναρτήσεις του από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Στο «Τραγούδι του Χιλμπίλη» αναφέρει μια ακαδημαϊκή μελέτη του 2000 για τους «άξεστους επαρχιώτες», σύμφωνα με την οποία «μαθαίνουν από νεαρή ηλικία να αντιμετωπίζουν άβολες αλήθειες αποφεύγοντας τες ή προσποιούμενοι ότι υπάρχουν καλύτερες αλήθειες. Αυτή η τάση κτίζει την ψυχολογική τους ανθεκτικότητα, αλλά παράλληλα τους δυσκολεύει να δουν τους εαυτούς τους με ειλικρίνεια».
Οπως μπορούν να επιβεβαιώσουν οι αξιωματούχοι του NATO, ο Ζελένσκι, οι Δημοκρατικοί, αλλά και εκατομμύρια ψηφοφόροι, ο Βανς έχει μάθει να μην αποφεύγει τις άβολες αλήθειες. Ετσι έχει γίνει ο πιο προφανής κληρονόμος της φατρίας MAGA του Τραμπ. Δεν αποκλείεται, σημειώνει η Telegraph, «Το Τραγούδι του Χιλμπίλη» να αποτελέσει προαπαιτούμενο ανάγνωσμα των συντηρητικών υποψηφίων του μέλλοντος.
. . .
Δημοσιεύτηκε ! 2025-03-15 10:06:00