Κόσμος

Πώς η Σεούλ έπεσε στη δίνη του «κύκλου της εκδίκησης»

Ο πρόεδρος της Νότιας Κορέας συντάραξε τη χώρα το βράδυ της 3ης Δεκεμβρίου, όταν, εντελώς απροσδόκητα, κήρυξε στρατιωτικό νόμο στην ασιατική δημοκρατία, για πρώτη φορά έπειτα από πάνω από τέσσερις δεκαετίες.

Ο Γιουν Σουκ Γέολ, ο οποίος ανακοίνωσε την απόφασή του σε τηλεοπτικό διάγγελμα αργά το βράδυ της Τρίτης, αναφέρθηκε σε «αντικρατικές δυνάμεις» και στην απειλή από τη Βόρεια Κορέα.

Ομως, πολύ σύντομα έγινε σαφές ότι η απόφαση αυτή δεν υποκινήθηκε από εξωτερικές απειλές, αλλά από τα δικά του πολιτικά προβλήματα.

Επειτα από έξι πολύ ταραγμένες ώρες, ο Γιουν αναγκάστηκε να άρει τον στρατιωτικό νόμο και να παραδεχτεί την πολιτική του ήττα, έχοντας όμως πρώτα φέρει τη χώρα της ανατολικής Ασίας –και μια από τις πιο ισχυρές βιομηχανικές οικονομίες του πλανήτη–, σε ακραία πολιτική αναταραχή.


Ως σκληροπυρηνικός γενικός εισαγγελέας που υπηρετούσε υπό τον Μουν Τζε Ιν, τον αριστερό προκάτοχό του, ο Γιουν επέβλεψε τη φυλάκιση της πρώην συντηρητικής προέδρου Παρκ Γκουν Χιε και του προέδρου της Samsung, Λι Τζε Γιονγκ, έπειτα από ένα σκάνδαλο δωροδοκίας που προκάλεσε την παραπομπή της Παρκ το 2017.

Τώρα, ωστόσο, είναι ο ίδιος ο Γιουν που αντιμετωπίζει την προοπτική παραπομπής και πιθανή ποινή φυλάκισης, αφού οι αποτυχημένες κινήσεις του τον έφεραν σε απόλυτη πολιτική απομόνωση και προφανώς ο χρόνος του στην εξουσία εξαντλείται, παρότι η θητεία του θεωρητικά διαρκεί έως το 2027.


Ο Γιουν έχει μόνο δύο επιλογές: να παραιτηθεί ή να αντιμετωπίσει την παραπομπή, εξηγούν αναλυτές στους Financial Times.

Οι αναλυτές περιέγραψαν την κίνηση της Τρίτης ως «μια πράξη απελπισίας από έναν απομονωμένο και παρορμητικό ηγέτη που εγκλωβίστηκε από μια επιβραδύνουσα οικονομία, τα ιστορικά χαμηλά ποσοστά αποδοχής και ένα κοινοβούλιο που ελέγχεται από την αντιπολίτευση».


Η απόφαση του προέδρου συγκλόνισε όχι μόνο το κοινό και την αντιπολίτευση, όμως, αλλά και μεγάλο μέρος της δικής του διοίκησης. «Ηταν αποκλειστικά δική του απόφαση», είπε στον Economist μια πηγή από το προεδρικό γραφείο. «Ηταν μια τεράστια έκπληξη για το μεγαλύτερο μέρος του προσωπικού εδώ, καθώς και για τα μέλη του υπουργικού συμβουλίου». Ο επικεφαλής του Κόμματος Λαϊκής Εξουσίας (PPP) του ίδιου του Γιουν τάχθηκε κατά της κίνησης. Ο Γου Γουόν Σικ, πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης, είπε ότι η κήρυξη του στρατιωτικού νόμου ήταν «άκυρη».

Ο Γιουν φαίνεται να υπολόγισε ότι η κήρυξη στρατιωτικού νόμου θα συσπείρωνε δεξιές πολιτικές δυνάμεις στο πλευρό του. Απέτυχε παταγωδώς στους υπολογισμούς του, είπαν οι αναλυτές, αφήνοντάς τον ακόμη πιο εκτεθειμένο πολιτικά και νομικά από ποτέ.

«Αυτή η απόπειρα για στρατιωτικό νόμο είναι χαρακτηριστική της προεδρίας του Γιουν συνολικά: κακοσχεδιασμένη και ακόμη πιο κακώς εκτελεσμένη», είπε στους FΤ ο Καρλ Φράιντχοφ, ειδικός για την Κορέα στο Συμβούλιο του Σικάγου για τις Παγκόσμιες Υποθέσεις. «Και τώρα, αντί να αντιμετωπίσει την παραπομπή για μια σειρά προσωπικών και πολιτικών σκανδάλων, θα αντιμετωπίσει την παραπομπή για απόπειρα πραξικοπήματος».

Ανώνυμοι και επώνυμοι Νοτιοκορεάτες -μεταξύ αυτών και μέλη του κοινοβουλίου- ζητούν την απομάκρυνση του προέδρου μετά την αμφιλεγόμενη ενέργειά του να κηρύξει στρατιωτικό νόμο (REUTERS/Kim Hong-Ji)

Η ταραγμένη θητεία του Γιουν και η δραματική του κίνηση είναι ενδεικτικές της «πολιτικής της εκδίκησης» που κυριαρχεί στη δημοκρατία της Νότιας Κορέας και το πολιτικό χάσμα που επιμένει, παρά την αυξανόμενη οικονομική και πολιτιστική επιρροή της χώρας.

Οι διαιρέσεις αυτές φάνηκαν ξεκάθαρα στην προσπάθεια του Γιουν να δικαιολογήσει τον στρατιωτικό νόμο ως «προστασία από τη βορειοκορεατική επιρροή στη Σεούλ».

Η προσπάθεια του Γιουν να εμφανίσει στελέχη της αντιπολίτευσης ως «αντικρατικές δυνάμεις υπέρ του Βορρά» απηχούσε διατυπώσεις που υιοθετήθηκαν από προηγούμενους αυταρχικούς ηγέτες της Νότιας Κορέας για να δυσφημήσουν τους πολιτικούς αντιπάλους.

«Συνδέοντάς τους με τη Βόρεια Κορέα, αντιμετωπίζει την αντιπολίτευση ως εξωτερικό εχθρό, μόνο και μόνο επειδή πιστεύει ότι διαταράσσουν τις εθνικές υποθέσεις της χώρας», όπως γράφουν οι FT.

Ο Γιουν προσπάθησε να εκμεταλλευτεί το μακροχρόνιο τραύμα των Νοτιοκορεατών με τον πόλεμο της Κορέας και τους κομμουνιστές, αντί να προσπαθήσει να πείσει το κοινό για τις πολιτικές του και να ανταγωνιστεί δίκαια τους πολιτικούς του εχθρούς.

Τα γεγονότα αυτής της εβδομάδας κατέδειξαν τόσο τα τρωτά σημεία όσο και την ανθεκτικότητα της νοτιοκορεατικής δημοκρατίας.

Από τη μία έγινε φανερή η πόλωση και η αποδυνάμωση της εμπιστοσύνης του κοινού, από την άλλη, όμως, η άμεση απόρριψη του στρατιωτικού νόμου από την Εθνοσυνέλευση και η δημόσια κατακραυγή ανέδειξαν τους ισχυρούς θεσμικούς ελέγχους, τη συμμετοχή των πολιτών και την ευκαιρία να ενισχυθούν οι δημοκρατικές εγγυήσεις.

Ο Γιουν εξελέγη το 2022 με διαφορά μικρότερη από μία ποσοστιαία μονάδα έναντι του αριστερού εχθρού του, του ηγέτη του Δημοκρατικού κόμματος Λι Τζάε Μιουνγκ και εξαρχής εισήγαγε μια αδιάλλακτη πολιτική.

Οι πολίτες δεν αντέδρασαν θετικά στη διοίκησή του, ενώ σύντομα αποξένωσε και τους πολιτικούς  συμμάχους του, συμπεριλαμβανομένου του πρώην πολιτικού προστατευομένου του και συναδέλφου του, πρώην εισαγγελέα Χαν Ντονγκ Χουν, αρχηγού του συντηρητικού κόμματος του Γιουν, ο οποίος αντιτάχθηκε ρητά στην κήρυξη του στρατιωτικού νόμου.

«Μπορεί να ήταν επιτυχημένος εισαγγελέας, αλλά μπήκε στην πολιτική χωρίς ιδιαίτερη προετοιμασία», εξήγησε κορεάτης αναλυτής στους FT. «Είναι εντελώς εκτός επαφής αν πίστευε ότι θα μπορούσε να διοικήσει τη χώρα μέσω στρατιωτικού νόμου».

Ο Γιουν αγωνιζόταν τον τελευταίο καιρό να επιλύσει την παρατεταμένη αντιπαράθεσή του με απεργούς γιατρούς και εργατικά συνδικάτα, ενώ ήταν αντιμέτωπος και με ισχυρισμούς γύρω από τη σύζυγό του, την πρώτη κυρία Κιμ Κέον Χι. Η Κιμ κατηγορήθηκε ότι δέχτηκε δωροδοκία από χριστιανό πάστορα, με τη μορφή μιας πολυτελούς τσάντας, καθώς και για εμπλοκή σε χειραγώγηση μετοχών και άλλα αδικήματα.

Τον περασμένο μήνα, ο Γιουν άσκησε βέτο στην τελευταία προσπάθεια της αντιπολίτευσης να ξεκινήσει επίσημη έρευνα για την Κιμ. Στη δήλωσή του προς το έθνος, την Τρίτη, ανέφερε τις προσπάθειες της αντιπολίτευσης να παραπέμψει τους εισαγγελείς που εμπλέκονται σε αποφάσεις για παύση των ερευνών κατά της πρώτης κυρίας ως δικαιολογία για τον στρατιωτικό νόμο.

«Φαίνεται ειλικρινά να πιστεύει ότι αυτός και η σύζυγός του είναι πολιτικά θύματα και όσοι εκφράζουν διαφωνίες προς αυτούς  είναι αντικρατικές δυνάμεις», είπε στους FT ο Σιν Γιουλ, καθηγητής πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Myongji της Σεούλ.

Κάποιοι θυμίζουν ότι ο Γιουν είχε επαινέσει ως «καλό πολιτικό» τον πρώην ισχυρό άνδρα της χώρας, Τσουν Ντου Χουάν, έναν στρατηγό που κατέλαβε την εξουσία πραξικοπηματικά το 1979 και είναι υπεύθυνος για βίαιες διώξεις και θανάτους διαδηλωτών. Μέχρι αυτή την εβδομάδα, το πραξικόπημα του Τσουν ήταν η τελευταία φορά που κηρύχθηκε στρατιωτικός νόμος στη Νότια Κορέα.

Από την κατάρρευση του καθεστώτος του Τσουν, η δημοκρατική πολιτική της Νότιας Κορέας έχει εμπλακεί σε έναν «κύκλο εκδίκησης», μιας ατέρμονης και πολύ σκληρής κομματικής σύγκρουσης. Από τους επτά προέδρους που έχουν εκλεγεί από το 1987, τρεις έχουν εκτίσει ποινές φυλάκισης, ενώ ένας άλλος αυτοκτόνησε όσο βρισκόταν υπό έρευνα για δωροδοκία.

Ο Γιουν έπεσε θύμα της απροθυμίας του να σπάσει αυτόν τον κύκλο. Τα δύο τελευταία χρόνια της θητείας του θα μπορούσε να διορθώσει τα λάθη του παρελθόντος και ίσως να είχε αποφύγει τη φυλακή. Τώρα, πιθανότατα θα χαρακτηριστεί προδότης της κορεατικής δημοκρατίας.

«Χρησιμοποίησε την “πυρηνική βόμβα”», λέει στον Economist αναλυτής του Κέντρου Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών.

Κάνοντας την απονενοημένη αυτή κίνηση, ο Γιουν ήλπιζε να σώσει την κυβέρνησή του. Το πιθανότερο όμως είναι ότι επισφράγισε τη δική του πτώση και έφερε τη Νότια Κορέα αντιμέτωπη με μια βαθιά συνταγματική κρίση.

. . .




Δημοσιεύτηκε ! 2024-12-04 12:06:00

Back to top button