Οικονομία

Πώς βλέπουν οι τράπεζες το νέο τοπίο στην ενέργεια

Τα μεγέθη της πράσινης ενεργειακής αγοράς αλλάζουν ταχύτατα. Ο αριθμός των επενδυτών μειώνεται σε σχέση με πριν από μια τριετία – τετραετία, τα έργα είναι λιγότερα αλλά μεγαλύτερα, με υψηλότερο ρίσκο, αλλά και υψηλότερες αποδόσεις.

Την ίδια στιγμή οι στρεβλώσεις από την υπερπροσφορά φωτοβολταϊκών μεγαλώνουν, το ηλεκτρικό σύστημα της χώρας μπορεί να τεθεί το Πάσχα σε δοκιμασία αν δεν ληφθούν μέτρα μαζικών περικοπών και όλη αυτή η νέα κανονικότητα αποτυπώνεται στη ριζική αλλαγή φιλοσοφίας των τραπεζών απέναντι στις ΑΠΕ.

Από τα δάνεια 18 ετών με σταθερό επιτόκιο για 20 χρόνια που έδιναν μέχρι και πριν από τέσσερα χρόνια οι τράπεζες, όσο ακόμη ίσχυαν οι ταρίφες μέσω διαγωνισμών, τώρα έχουν περάσει σε δάνεια μικρότερης διάρκειας, 15 ετών, με πολλούς ωστόσο παραγωγούς να επιμένουν σε διμερή συμβόλαια με καταναλωτές μόνο για δέκα έτη. Δηλαδή μόνο το 50% του δανείου του φωτοβολταικού να αποπληρώνεται μέσω μιας «κλειδωμένης» συμφωνίας με τον αγοραστή της ενέργειας (corporate PPA) και το υπόλοιπο να βρίσκεται στο έλεος των διακυμάνσεων της χρηματιστηριακής αγοράς. 

Ακριβώς επειδή δεν είναι δουλειά των τραπεζών να παίρνουν πάνω τους μέρος από το ρίσκο της αγοράς, τέτοια αιτήματα απορρίπτονται. Αυτός είναι και ο λόγος που η ζήτηση για δανεισμό από τους μικρούς και μεσαίους παραγωγούς βαίνει όλο και πιο μειούμενη: Αντιλαμβάνονται όταν επισκέπτονται τις τράπεζες ότι το παιχνίδι στις ΑΠΕ δεν είναι όπως τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου.

Οι πολύ καλές εποχές με εγγυημένες αποδόσεις στα φωτοβολταϊκά έναντι μηδενικού ρίσκου έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί και μαζί τους ένα μοντέλο που διήρκησε μια 20ετία. Κάπου μέσα στο 2023 ολοκληρώθηκε και ο τελευταίος γύρος χρηματοδοτήσεων μικρών και μεσαίων στο χώρο της ενέργειας με το μοντέλο των κρατικών δημοπρασιών για «κλείδωμα» ταρίφας.

Ακόμη αυτό δεν έχει υποκατασταθεί από μια νέα γενιά δανείων, όπως ανέφερε χθες μιλώντας σε δημοσιογράφους ο Βασίλης Καραμούζης, Γενικός Διευθυντής Εταιρικής και Επενδυτικής Τραπεζικής της Εθνικής, περιγράφοντας το τέλος της παλιάς εποχής και το πέρασμα στη σημερινή, η οποία έχει τα χαρακτηριστικά της μετάβασης.

Την ίδια εικόνα μεταφέρει και το σύνολο της τραπεζικής αγοράς. Σε συνέχεια του μεγάλου επενδυτικού μπουμ της τελευταίας δεκαετίας όταν οι αποδόσεις των φωτοβολταικών με «κλειδωμένες» ταρίφες για μια 20ετία έτρεχαν με διψήφια ποσοστά, ακολούθησε ένα μπαράζ εξαγορών όπου εκατοντάδες πάρκα άλλαξαν χέρια και το IRR τους κατακρυμνήστηκε στο 4%-5%.

Ενδιαφέρον από εξωτερικό αλλά όχι ζωηρό

Σήμερα, η μεγάλη εικόνα δείχνει ότι το ενδιαφέρον από το εξωτερικό για την Ελλάδα δεν είναι τόσο ζωηρό όσο στο παρελθόν. Έφυγαν από τη μέση οι πολλοί μικροί, ήρθαν κάποιοι ξένοι μεγάλοι μαθημένοι στα corporate διμερή συμβόλαια, όπως η Macquarie που συνέπραξε πέρυσι με την Enel Green Power, αλλά και κυρίαρχοι στο παιχνίδι είναι οι 4-5 μεγάλοι έλληνες παίκτες που τα τελευταία χρόνια συγκεντρώνουν συνεχώς άδειες.

Κάθε ημέρα που περνάει τόσο και πιο πολύ η αγορά συγκεντρώνεται σε λίγους καθετοποιημένους παίκτες που διαθέτουν την οικονομική επιφάνεια και την απαραίτητη τεχνογνωσία και είναι σε θέση να αναλάβουν υψηλότερο ρίσκο. Ακριβώς λόγω του μεγαλύτερου ρίσκου, τα νέα έργα ΑΠΕ εμφανίζουν πολύ υψηλότερες αποδόσεις από τα παλιά, της τάξης του 9%-12%, ενώ η κατασκευή των πάρκων συνεισφέρει μεγάλο μέρος των εσόδων για τους μεγάλους.

Καθόλου επίσης τυχαίο ότι κάποιοι καθετοποιημένοι έχουν ζητήσει από τράπεζες να τους δημιουργήσουν μοντέλα βάσει των οποίων γνωρίζουν εκ των προτέρων τι απόδοση θα έχουν αν αγοράσουν πάρκα με ταρίφες, πάρκα με corporate PPA, αν κάνουν εξαγορές κάποιας συγκεκριμένης κατηγορίας έργων, κ.o.κ.

Τραπεζικές πηγές θεωρούν ότι η τάση θα συνεχιστεί. Ειδικά όταν το περιβάλλον αυξανόμενων περικοπών της πράσινης παραγωγής ενισχύει την επιφυλακτικότητα των τραπεζών και επηρεάζει τους όρους χρηματοδότησης, με ακόμη μεγαλύτερες απαιτήσεις για εγγυήσεις και ισχυρή κεφαλαιακή βάση.

Κοινή εκτίμηση πολλών τραπεζικών στελεχών είναι ότι αν οι περικοπές φτάσουν το 30%, θα δημιουργηθεί σοβαρό πρόβλημα στη βιωσιμότητα πολλών έργων. Καθόλου τυχαίο ότι οι τράπεζες και οι επενδυτές πραγματοποιούν stress tests με βάση ένα σενάριο περικοπών 10%, προκειμένου να εκτιμηθούν οι επιπτώσεις στα οικονομικά μοντέλα των έργων.

Αποτέλεσμα των παραπάνω είναι ότι ακόμη και κάποιοι μεσαίοι παίκτες που έχουν παραμείνει στο παιχνίδι, με portfolio 150 MW ψάχνουν να πουλήσουν έργα σε λειτουργία και άδειες στους μεγάλους. Ετσι εξηγείται ίσως ως ένα βαθμό και γιατί η αγορά φωτοβολταικών στην Ελλάδα μοιάζει με εικόνα παγωμένη στον χρόνο και γιατί κάθε μήνα υποβάλλεται στον ΑΔΜΗΕ ένας αμείωτος καταιγισμός νέων αιτημάτων για έργα τα οποία πιθανότατα δεν θα γίνουν ποτέ. Επειδή πολλοί απ’ όσους αιτούνται νέες άδειες, βλέποντας το τεράστιο ενδιαφέρον από τους καθετοποιημένους, προσδοκούν να τις πουλήσουν σε κάποιο μεγάλο όμιλο.




Δημοσιεύτηκε ! 2025-02-11 09:47:00

Back to top button