Κόσμος

Οι Δημοκρατικοί παραείναι «κανονικοί» απέναντι στον Τραμπ;

Η ομιλία του Ντόναλντ Τραμπ στην ολομέλεια του αμερικανικού Κογκρέσου άφησε πολύ κόσμο με το στόμα ανοιχτό. Αν και δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει, είναι ένα πολιτικό γεγονός μεγάλου βεληνεκούς, το οποίο –μεταξύ άλλων– δίνει τη δυνατότητα στο αντίπαλο κόμμα να απαντήσει. Οπως και έγινε, με την αντίστοιχη, αν και πολύ πιο σύντομη σε έκταση, ομιλία της γερουσιαστή των Δημοκρατικών Ελίσα Σλότκιν, από το Μίσιγκαν.

«Ηταν μια καλή ομιλία, αλλά εντελώς λάθος για την περίσταση, πολύ απλά διότι δεν μπορείς να αντιμετωπίζεις έναν καταιγισμό παραλογισμών σαν να είναι το πιο φυσιολογικό πράγμα στον κόσμο», γράφει ο Τομ Νίκολς στο Atlantic.

Η ομιλία της Σλότκιν ήταν υπερβολικά «κανονική». Σε αυτήν εξέθεσε τις διαφορές του κόμματός της με τον Τραμπ σε θέματα όπως η οικονομία η εθνική ασφάλεια.

Η Σλότκιν εμφανίστηκε μπροστά σε αμερικανικές σημαίες, αποφεύγοντας κάθε εντυπωσιασμό. Το ίδιο έκανε και στην ομιλία της, που φάνηκε προσεκτικά σχεδιασμένη ώστε να αποφύγει τις λαϊκιστικές κορώνες. Τέλος, απέφυγε να αφήσει απορίες σε όποιον την παρακολούθησε, μιλώντας απλά και κατανοητά.


«Προς τιμήν της, η Σλότκιν υπενθύμισε στους ανθρώπους ότι ο Ελον Μασκ είναι ένας μη εκλεγμένος γραφειοκράτης ο οποίος ηγείται μιας “συμμορίας 20χρονων” που ψαχουλεύει τα προσωπικά δεδομένα εκατομμυρίων Αμερικανών. Ως γερουσιαστής από μια πολιτεία που συνορεύει με τον Καναδά, αναρωτήθηκε επίσης εάν οι Αμερικανοί αισθάνονται άνετα να “κλωτσούν στα δόντια” το αδελφό τους έθνος», γράφει το Atlantic.

Ομως, συνεχίζει το Atlantic, η Σλότκιν, όπως και πάρα πολλοί στο κόμμα της τον τελευταίο καιρό, απέτυχε να μεταφέρει στο κοινό την αίσθηση του πόσο επείγουσα είναι η κατάσταση.


«Η ομιλία της θα μπορούσε να είχε δοθεί στην πρώτη θητεία του Τραμπ, ίσως το 2017 ή το 2018, αλλά δεν βρισκόμαστε πλέον σε αυτή τη στιγμή. Η τοποθέτηση του προέδρου ήταν τόσο ακραία, τόσο γεμάτη από εξωφρενικούς ισχυρισμούς και ιδέες, υπερβολές, διαστρεβλώσεις και ψέματα, που θα έπρεπε να είχε αμφισβητηθεί η ίδια του η ικανότητα να βρίσκεται στη θέση του».

Ο Τραμπ πράγματι είπε πολλά και αδιανόητα, όπως το συνηθίζει, ενώ αφιέρωσε μεγάλο μέρος της ομιλίας του σε ένα υπουργικό συμβούλιο που, όπως το θέτει το Atlantic, «περιλαμβάνει μερικά από τα πιο παράξενα και λιγότερο καταρτισμένα μέλη στην αμερικανική ιστορία». Αν και η ομιλία του ήταν εξαιρετικά εκτενής, δεν είπε σχεδόν τίποτα επί της ουσίας και τα λίγα απτά σχέδια που παρουσίασε ήταν ως επί το πλείστον δόλωμα για τους Ρεπουμπλικάνους που τον παρακολουθούσαν από την αίθουσα ή από τα σπίτια τους.


«Στην απάντησή της, η Σλότκιν απέτυχε να καταδείξει την παραισθησιακή φύση της εθνικής αμερικανικής πολιτικής», συνεχίζει το Atlantic. Πολλοί Ρεπουμπλικανοί θα ταυτίστηκαν μαζί της όταν είπε ότι ο Ρόναλντ Ρίγκαν θα στριφογυρίζει στον τάφο του μετά την επίθεση στον ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι που εξαπέλυσε ο Τραμπ την περασμένη εβδομάδα στο Οβάλ Γραφείο.

«Είναι όμως πραγματικά αυτό το μήνυμα μιας μαχόμενης αντιπολίτευσης;», αναρωτιέται το Atlantic. Είναι αρκετά αποτελεσματικό να πεις είτε στους μεγαλύτερους ψηφοφόρους είτε στη νέα γενιά ότι ο Ρίγκαν, μια αμφιλεγόμενη μορφή της αμερικανικής πολιτικής, θα μισούσε τον Τραμπ; «Δεν είναι η απειλή που αντιμετωπίζει η Αμερική πολύ μεγαλύτερη από αυτό;».

Η Σλότκιν παρακάλεσε τους πολίτες να κάνουν περισσότερα από το να είναι απλοί παρατηρητές της πολιτικής. Και απηύθυνε το δικό της κάλεσμα, ζητώντας από τους ανθρώπους να θυμηθούν ότι η Αμερική δεν είναι απλώς «ένα κομμάτι γης ανάμεσα σε δύο ωκεανούς», ότι η Αμερική είναι σπουδαία λόγω των ιδανικών της. Ομως, η προτροπή της στους συμπολίτες της να μην ξεχνούν το πόσο εύθραυστη είναι η δημοκρατία, αν και αξιοθαύμαστη, ήταν αποκομμένη από την πηγή της απειλής.

Οι Αμερικανοί ψήφισαν τον Κας Πατέλ για να ηγηθεί του FBI, ή τον Ρόμπερτ Κένεντι Τζούνιορ για να διευθύνει το υπουργείο Υγείας και Ανθρωπίνων Υπηρεσιών, ή τον Πιτ Χέσγκεθ για υπουργό Αμυνας; Ο Τραμπ αφιέρωσε πολύ χρόνο για να επαινέσει και τους τρεις αυτούς άνδρες στην ομιλία του. Η Σλότκιν, όμως, δεν στάθηκε καθόλου σε αυτό.

«Η απάντηση της Σλότκιν αντανακλούσε τη διχασμένη προσέγγιση των Δημοκρατικών απέναντι στον Τραμπ», σημειώνει το Atlantic. Μερικοί από αυτούς αρνήθηκαν να παρευρεθούν στην ομιλία στο Κογκρέσο, κάποιοι από αυτούς κρατούσαν ταμπελίτσες με μηνύματα επάνω τους (μια ανόητη ιδέα που φαινόταν ακόμη χειρότερη στην εκτέλεσή της, εκτιμά το Atlantic) και άλλοι παλινδρομούσαν. Ο Αλ Γκριν, γερουσιαστής από το Τέξας, αποβλήθηκε της αιθούσης στα πρώτα λεπτά, κάτι που έδωσε στον πρόεδρο του σώματος, Μάικ Τζόνσον, την ευκαιρία να φανεί ισχυρός και αποφασιστικός, έστω και για μια στιγμή.

«Οταν ο Τραμπ αναφέρθηκε στη γερουσιαστή Ελίζαμπεθ Γουόρεν από τη Μασαχουσέτη ως “Ποκαχόντας”, οι Δημοκρατικοί θα μπορούσαν να είχαν φύγει όλοι, δηλώνοντας ότι δεν θα συμμετείχαν σε καμία περαιτέρω υποτίμηση της Βουλής, ή, εν προκειμένω, της αμερικανικής δημοκρατίας. Αντίθετα, κάθισαν εκεί και το κατάπιαν· η αντίθεσή τους στον Τραμπ ήταν ένας συνδυασμός οργής, ταραχής, πλήξης και εκνευρισμού», γράφει ο Νίκολς στο Atlantic.

Η ομιλία της Σλότκιν έπασχε από την ίδια ηττοπάθεια που κατέλαβε τους Δημοκρατικούς από τον περασμένο Νοέμβριο. Η απάντησή της, και η συμπεριφορά των Δημοκρατικών γενικότερα, έδειξαν ότι εξακολουθούν να φοβούνται μην αποξενώσουν τους ψηφοφόρους, που θα προσβληθούν κατά κάποιο τρόπο, αν εκφράσουν ισχυρή θέση ενάντια στα σχέδια του Τραμπ.

Η Σλότκιν είναι κεντρώα. Οπως σημείωσε η ίδια, κέρδισε σε μια Πολιτεία που έβγαλε πρώτο τον Τραμπ και η νίκη της στο Μίσιγκαν απέδειξε ότι το Κέντρο μπορεί να αποτελέσει μια ισχυρή αντίσταση ενάντια στα άκρα.

«Ομως το Κέντρο δεν είναι συνώνυμο της πραότητας», καταλήγει το Atlantic. «Η Αμερική δεν χρειάζεται “αντίσταση” ή μπαγιάτικα συνθήματα, ή ανθρώπους που βάζουν αυτά τα συνθήματα σε μικρές ταμπελίτσες. Χρειάζεται ένα κόμμα της αντιπολίτευσης που θα υπερασπίζεται με τόλμη τις αρετές του έθνους, το κράτος δικαίου και τα δικαιώματα του λαού του».

. . .




Δημοσιεύτηκε ! 2025-03-05 16:08:00

Back to top button