Η Ευρώπη δεν έχει αντιληφθεί την πραγματική οικονομική απειλή του Τραμπ
Σύνταξη – επιμέλεια: Στέλιος Βασιλούδης
Στην οικονομική αναμέτρηση με την Αμερική, η Ευρώπη ετοιμάζεται να πολεμήσει έναν εχθρό που δεν υπάρχει πια. Δεν είναι πλέον η, υποστηριζόμενη από το κράτος, μεγαλοψυχία των Bidenomics που πρέπει να φοβάται η Ευρώπη. Είναι μια πολύ πιο δραματική φιλελευθεροποίηση του αμερικανικού μοντέλου. Για δεκαετίες, οι Ευρωπαίοι πίστευαν τη μυθοπλασία ότι η ευημερία των ΗΠΑ χτίστηκε στις ελεύθερες αγορές και στην επιχειρηματικότητα. Στη συνέχεια – μόλις πριν από 10 χρόνια – άλλαξαν γνώμη.
…
Ήταν η οικονομολόγος Mariana Mazzucato που βοήθησε στην διάλυση αυτού του μύθου. Στο βιβλίο της του 2013 «The Entrepreneurial State», υποστήριξε ότι πολλές από τις πιο σημαντικές καινοτομίες των τελευταίων δεκαετιών – το διαδίκτυο, οι τεχνολογίες GPS και τα smartphone – ξεκίνησαν από κρατικές επενδύσεις. Το μυστικό της βιομηχανικής πολιτικής, έγραψε, είχε τις ρίζες του στις αμυντικές δαπάνες, στις στοχευμένες επιδοτήσεις και στην κρατική καινοτομία.
Στη συνέχεια ήρθαν τα Bidenomics και έδωσαν το τελειωτικό χτύπημα στην άποψη της Ευρώπης ότι η Αμερική ήταν ένα είδος παράδεισου ελεύθερης αγοράς. Ο Νόμος για τη Μείωση του Πληθωρισμού των 369 δις δολ. του Προέδρου των ΗΠΑ Joe Biden, ο οποίος πρόσφερε υποστήριξη σε αειφόρες βιομηχανίες, ιδιαίτερα στα ηλεκτρικά οχήματα της Αμερικής, θεωρήθηκε στην Ευρώπη ως μια κατάφωρη απόπειρα υπό την καθοδήγηση της κυβέρνησης, να κλέψει επενδύσεις από την ΕΕ.
Ως απάντηση, η ΕΕ ισχυροποίησε την εμμονή της να παίζει το ίδιο παιχνίδι της κρατικής βιομηχανικής πολιτικής, εστιάζοντας στους ευρωπαίους πρωταθλητές με την βιαστική έγκριση επιδοτήσεων.
…
Όμως καθώς η Ευρώπη προσπαθεί τώρα να οικοδομήσει τη δική της βιομηχανική στρατηγική, της διαφεύγει η εμφάνιση ενός πιο αποδιοργανωτικού παράγοντα. Το παιχνίδι άλλαξε ξανά: Η επόμενη φάση της οικονομικής πολιτικής των ΗΠΑ δεν θα αφορά τις επιδοτήσεις, την ανάπτυξη που καθοδηγείται από το κράτος ή τις προτιμησιακές ρυθμίσεις του κλάδου – πρόκειται για την συντριβή αυτού του μοντέλου.
Η εποχή των Bidenomics ήδη επισκιάζεται από ένα νέο όραμα που έχει τις ρίζες του σε αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί «εθνικός καπιταλισμός». Είναι μια φιλοσοφία ριζικής απελευθέρωσης που απορρίπτει την κρατική παρέμβαση, αγκαλιάζει τις ιδιωτικοποιήσεις και στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στις δυνάμεις της αγοράς για να αναδιαμορφώσει την οικονομία – αν και εντός των ορίων ενός προστατευόμενου συστήματος. Για κάποιο λόγο αυτό το μήνυμα δεν περνά στις Βρυξέλλες, οι οποίες πολεμούν πεισματικά τον χθεσινό πόλεμο, χρησιμοποιώντας τα κρατικιστικά εργαλεία μιας εποχής που φεύγει.
…
Το κλειδί της συνεχιζόμενης λανθασμένης διάγνωσης είναι η τύφλωση για τον πραγματικό λόγο και σκοπό των δασμών που απειλεί να εφαρμόσει ο πρόεδρος των ΗΠΑ Donald Trump. Οι δασμοί δεν τροφοδοτούνται από εμπορικούς στόχους ή ωμό προστατευτισμό. Επαναφέρουν τους κανόνες του παιχνιδιού. Σκοπός τους είναι να περιχαρακώσουν τις ΗΠΑ καθώς ξεκινούν μια ριζική επαναβαθμονόμηση προσανατολισμένη στην αγορά, απομακρύνοντας τη στρεβλωτική και συχνά διεφθαρμένη επιρροή των κρατικών οικονομικών μοντέλων άλλων χωρών.
Απασχολημένοι με σπασμωδικές αντιδράσεις, οι αξιωματούχοι στις Βρυξέλλες αποτυγχάνουν να δουν αυτόν τον θεμελιώδη αναπροσανατολισμό – ακόμα κι όταν ο Scott Bessent, που πρόκειται να γίνει υπουργός Οικονομικών του Trump, το είπε ωμά. «Το ελεύθερο εμπόριο βρίσκεται σε κάποιο βαθμό σε ένταση με τις ελεύθερες αγορές», έγραψε σε ένα άρθρο του για τον Economist πέρυσι, όπου επέκρινε δεκαετίες στρεβλώσεων που προκαλούνται από την παγκοσμιοποίηση. Το όραμα του Bessent είναι μια ριζική επαναφορά που επικεντρώνεται στον τερματισμό των εγχώριων επιδοτήσεων, στην αντιμετώπιση ξένων στρεβλώσεων και στη δημιουργία ίσων όρων ανταγωνισμού όπου οι γνήσιες δυνάμεις της αγοράς – όχι οι κρατικές παρεμβάσεις – υπαγορεύουν τα αποτελέσματα.
Όπως εξηγεί: «Οι δασμοί ευρείας βάσης θα είναι πιο αποτελεσματικοί από τις μικροοικονομικές παρεμβάσεις – όπως η βιομηχανική πολιτική – που βασίζονται γενικά στην κυβέρνηση για να επιλέξει νικητές και ηττημένους». Με απλά λόγια, οι ΗΠΑ πρέπει να χτίσουν ένα τείχος ενάντια σε προϊόντα από την παγκόσμια οικονομία, ώστε να μπορέσουν να εφαρμόσουν μια πολύ πιο ριζική απελευθέρωση στο εσωτερικό. Τα στοιχεία αυτής της μετάβασης στην απελευθέρωση υπάρχουν παντού.
Πέρα από την ατζέντα μείωσης των φόρων, η Αμερική του Trump σχεδιάζει να καταργήσει τις επιδοτήσεις για την πράσινη ενέργεια και τα ηλεκτρικά οχήματα. Απειλεί βασικές διατάξεις του Νόμου για τη Μείωση του Πληθωρισμού. Θα δει τα ορυκτά καύσιμα να ανταγωνίζονται επί ίσοις όροις, μετά από χρόνια παραγκωνισμού ως συνέπεια των προτιμησιακών πολιτικών για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Το στρατόπεδο Trump συζητά ακόμη και την ιδιωτικοποίηση της Ταχυδρομικής Υπηρεσίας των ΗΠΑ, της Fannie Mae και Freddie Mac, ενώ προτείνει μεταρρυθμίσεις με γνώμονα την αγορά στην εκπαίδευση και την εξερεύνηση του διαστήματος.
Η προσέγγιση του νέου προέδρου των ΗΠΑ στα μονοπώλια υπογραμμίζει αυτή τη στροφή ακόμη περισσότερο. Ο διορισμός του Andrew Ferguson ως επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Εμπορίου, σηματοδοτεί μια επιθετική αντιμονοπωλιακή ατζέντα που βάζει τον ανταγωνισμό πρώτο. «Χωρίς την αυστηρή επιβολή της νομοθεσίας μας για τον ανταγωνισμό, το σύστημα ελεύθερων επιχειρήσεων θα έπαυε να είναι η θαυματουργή μηχανή για μαζική άνθηση που έχει μεταμορφώσει τον κόσμο», δήλωσε ο Ferguson στην εναρκτήρια ομιλία της ακρόασης έγκρισης του διορισμού του.
Συγκριτικά, η προσέγγιση της Ευρώπης με τον Νόμο για τις Ψηφιακές Αγορές είναι δειλή – μια γραφειοκρατική απάντηση στη δύναμη της Big Tech, όχι μια προσπάθεια να την σπάσει, στο καλούπι της διάλυσης των τραστ που είχε εφαρμόσει ο Teddy Roosevelt. Αυτό που βλέπουμε δεν είναι η Αμερική που ενισχύει την βιομηχανική της πολιτική – είναι η Αμερική που την εγκαταλείπει.
Ακόμη και στην άμυνα, που αποτελεί εδώ και καιρό ακρογωνιαίο λίθο της βιομηχανικής στρατηγικής των ΗΠΑ, η ατζέντα του Trump αντανακλά το δόγμα του εθνικού καπιταλισμού. Ο Pete Hegseth, υπουργός Άμυνας, έχει σηματοδοτήσει ξεκάθαρα ότι θέλει να διαλύσει τις εδραιωμένες σχέσεις μεταξύ του Πενταγώνου και των εργολάβων όπλων. Είναι ένα όραμα ανοιχτού ανταγωνισμού όπου μικρότερες, πιο ευκίνητες εταιρείες μπορούν να αμφισβητήσουν την παλιά φρουρά. «Πρέπει να αξιοποιήσουμε τις δυνάμεις της αγοράς για να δώσουμε προτεραιότητα στον ανταγωνισμό και να μεγιστοποιήσουμε την καινοτομία», έγραψε ο Hegseth απαντώντας στην Επιτροπή Ενόπλων Υπηρεσιών της Γερουσίας πριν από την ακρόαση επιβεβαίωσής του τον Ιανουάριο. Και πάλι, αυτό έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την αμυντική στρατηγική της Ευρώπης, η οποία συνεχίζει να προστατεύει τους εθνικούς πρωταθλητές υπό το πρόσχημα της στρατηγικής αυτονομίας.
Εν τω μεταξύ, στα οικονομικά, οι καυστικές παρατηρήσεις του Trump σχετικά με τα προγράμματα διάσωσης των τραπεζών που υποστηρίχθηκαν από την κυβέρνηση το 2023, έχουν δώσει τον τόνο για το τι πρόκειται να ακολουθήσει. Η εξερεύνηση δημιουργίας αποθέματος bitcoin – το οποίο οι υποστηρικτές πιστεύουν ότι θα καθιστούσε αδύνατο για τις κεντρικές τράπεζες να μπορούν να στηρίζουν τις τράπεζες με την εκτύπωση χρημάτων – δείχνει ότι η εποχή των τραπεζών που υποστηρίζονται από το κράτος πιθανότατα έχει τελειώσει.
Κι όμως, ίσως το πιο ριζοσπαστικό στοιχείο του οράματος του Trump είναι ο επανασχεδιασμός του κοινωνικού συμβολαίου με τον αμερικανικό λαό, όπου ο προστατευτισμός του κράτους κινείται από τη μικρο-διαχείριση στη μακρο-διαχείριση.
Η Ευρώπη δεν έχει κατανοήσει ότι το πεδίο της μάχης έχει μετατοπιστεί. Το τίμημα αυτού του εσφαλμένου υπολογισμού θα μπορούσε να είναι δαπανηρό.
Πηγή: Politico
Δημοσιεύτηκε ! 2025-02-01 22:18:00