
Η άμυνα της Ελλάδας στον πόλεμο των δασμών
Κάποιοι έβλεπαν από νωρίς την καταιγίδα να έρχεται, όπως ο θρύλος των αγορών Γουόρεν Μπάφετ, ο οποίος, πολύ προτού ξεσπάσει η βροχή δασμών Τραμπ στις οικονομίες και στις αγορές, είχε προειδοποιήσει τους επενδυτές και, φυσικά, είχε πουλήσει, αποκομίζοντας τεράστια κέρδη από τη Wall Street.
Ο 94χρονος Μπάφετ, σε μια από τις σπάνιες συνεντεύξεις του, εμφανίστηκε την περασμένη εβδομάδα στην εκπομπή «Sunday Morning» του CBS News και… δεν κρατήθηκε. Απηύθυνε αυστηρή προειδοποίηση προς τον πρόεδρο Τραμπ σχετικά με τις επιπτώσεις των δασμών και δεν θα μπορούσε να είναι πιο σαφής.
Χαρακτήρισε τις αποφάσεις αυτές «πράξη πολέμου σε κάποιο βαθμό», που θα αυξήσουν τον πληθωρισμό και θα πλήξουν την ανάπτυξη. Και πρόσθεσε ότι οι ΗΠΑ έχουν μεγάλη εμπειρία από δασμούς: με την πάροδο του χρόνου μετατρέπονται σε φόρους επί των αγαθών, δηλαδή τους πληρώνουν οι καταναλωτές.
Και όπως αποδεικνύεται, είχε δίκιο…
Ο Τραμπ επέβαλε δασμούς 25% σε όλες τις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου χωρίς καμία εξαίρεση, απόφαση που φέρνει, βεβαίως, και αντίποινα από τον Καναδά, το Μεξικό, αλλά και την Ευρωπαϊκή Ενωση.
Ολα αυτά προκάλεσαν τριγμούς στην αμερικανική αγορά και λιγότερους στην ευρωπαϊκή αγορά, η οποία βρίσκει στήριγμα σε ένα ράλι στις μετοχές της αμυντικής βιομηχανίας και των τραπεζών, οι οποίες ακόμη θεωρούνται «φθηνές».
Οι ζημιές στη Wall Street
Οι αναταράξεις στην αμερικανική αγορά μετοχών έχουν ήδη απομειώσει κατά 4 τρισεκατομμύρια δολάρια (!) την αξία των μετοχών του S&P 500 από τα τέλη Φεβρουαρίου, σύμφωνα με υπολογισμούς του Reuters. Ο S&P 500 έχει χάσει σχεδόν 10% από το υψηλό του στις 19 Φεβρουαρίου ενώ ο Nasdaq παρουσιάζει ήδη απώλειες άνω του 10% από το υψηλό του Δεκεμβρίου.
Με λίγα λόγια οι αγορές έχουν επιστρέψει στα επίπεδα τιμών και αβεβαιότητας η οποία επικρατούσε κατά την προεκλογική περίοδο στις ΗΠΑ το περασμένο φθινόπωρο χάνοντας μάλιστα όλη την ορμή που έδωσε ο εκλογικός θρίαμβος Τραμπ ο οποίος υποσχόταν μειώσεις της φορολογίας.
Ταυτόχρονα όμως έλεγε «λατρεύω τους δασμούς» κάτι που κανείς δεν ήθελε να πιστέψει ότι αυτό θα ήταν το «όπλο» που θα έστρεφε όχι μόνο κατά της Κίνας, και του Καναδά, του Μεξικού αλλά και κατά της ΕΕ. Δηλαδή σχεδόν ολόκληρου του κόσμου.
Στα καθ’ ημάς το τμήμα οικονομικών μελετών της Alpha Bank στην τελευταία του ανάλυση ξεκαθαρίζει το τοπίο σημειώνοντας τα εξής:
- Η νευρικότητα παραμένει στις διεθνείς αγορές, στον απόηχο των τελευταίων δηλώσεων Τραμπ ο οποίος δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο η αμερικανική οικονομία να οδηγηθεί φέτος σε ύφεση και ο πληθωρισμός να αυξηθεί, εξαιτίας των δασμών.
Στις 10 Μαρτίου, η Goldman Sachs υποβάθμισε την πρόβλεψή της για την αμερικανική ανάπτυξη το 2025 κατά 0,7 ποσοστιαίες μονάδες, στο 1,7%.
Πού στρέφονται οι επενδυτές
Η απώλεια εμπιστοσύνης στην πολιτική Τραμπ κάνει τους επενδυτές πιο προσεκτικούς στις τοποθετήσεις τους, αλλά στα μάτια τους πλέον οι ευρωπαϊκές και κινεζικές μετοχές είναι πολύ πιο φθηνές, ενώ σε περίπτωση που αρχίσουν και αυτές να υποχωρούν, τα περιθώρια πτώσης θα είναι πολύ μικρότερα από ό,τι για τις αμερικανικές μετοχές.
Οι αγορές πάντοτε όμως κινούνται από μια ιστορία. Μια προοπτική που άλλες φορές αποδεικνύεται αληθινή και άλλες ένα «παραμύθι».
Όπως λένε οι ειδικοί οι οποίοι παρακολουθούν ώρα με την ώρα το χρηματιστηριακό ταμπλό «η αισιοδοξία για τις ευρωπαϊκές μετοχές στηρίζεται στα σχέδια για αύξηση των αμυντικών δαπανών, ενώ εκείνη για τις κινεζικές, στα άλματα που έχουν γίνει στο μέτωπο της Τεχνητής Νοημοσύνης».
Επιστρέφοντας στις σοβαρές αναλύσεις, η Alpha Bank, καταγράφοντας τις εξελίξεις στην ευρωζώνη, υπογραμμίζει ως θετικό γεγονός την 6η κατά σειρά μείωση των ευρωεπιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης, με το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ να φθάνει στο 2,5%.
Ωστόσο σημειώνει και τους κινδύνους θυμίζοντας ότι η ΕΚΤ αναθεώρησε προς τα κάτω τις προβλέψεις για την ανάπτυξη, για το 2025 και το 2026, σε 0,9% και 1,2%, αντίστοιχα.
Αρα ο κίνδυνος της επιβράδυνσης της ευρωοικονομίας είναι ορατός μέχρι να αποδώσουν οι νέες πολιτικές για την κοινή άμυνα, τη βιομηχανία κ.λπ. οι οποίες προϋποθέτουν την απόφαση των 27 για «δημοσιονομική χαλάρωση»
Η αναβάθμιση της Moody’ s και η ευνοϊκή συγκυρία για την Ελλάδα
Σε αυτή τη συγκυρία το γεγονός ότι η Ελλάδα θα επιτύχει και εφέτος, όπως όλα δείχνουν, ρυθμό ανάπτυξης πάνω από 2% με τον πληθωρισμό να κάμπτεται και τον κρατικό προϋπολογισμό να είναι ουσιαστικά ισοσκελισμένος, τραβάει τους προβολείς των επενδυτών για ασφαλή και γρήγορα κέρδη.
Ορισμένοι προεξοφλούν ότι η Moody’s θα προχωρήσει (επιτέλους) και αυτή στην αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας στην επενδυτική βαθμίδα, ακολουθώντας μετά από τρία χρόνια «αυτοσυγκράτησης» τους άλλους οίκους αξιολόγησης.
Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με το ενδιαφέρον των ξένων για τις μετοχές των ελληνικών τραπεζών οι οποίες θεωρούνται «φθηνές» οδηγεί σε άνοδο τις χρηματιστηριακές αξίες.
Ολοι όμως πρέπει να γνωρίζουν ότι αυτή η ευνοϊκή για την οικονομία συγκυρία μπορεί να ανατραπεί αν τους «προσεισμούς» οι οποίοι σημειώνονται στις διεθνείς αγορές, ακολουθήσει ένας «κύριος σεισμός» ο οποίος θα οφείλεται αποκλειστικά στην εμμονική –όπως τη χαρακτηρίζουν– στάση του Τραμπ με την επιβολή δασμών
Πώς οι αμυντικές δαπάνες θα κινήσουν την ευρωοικονομία
Στη νέα γεωπολιτική πραγματικότητα, μετά τις διαβουλεύσεις για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, τα ευρωπαϊκά κράτη καλούνται να αναδιαμορφώσουν συντονισμένα μία κοινή αρχιτεκτονική άμυνας, αναλαμβάνοντας σε μεγαλύτερο βαθμό το κόστος της εξωτερικής τους ασφάλειας, και να προετοιμαστούν για το οικονομικό βάρος της ανοικοδόμησης της Ουκρανίας.
Επομένως, η Ευρώπη, σημειώνουν οι αναλυτές, βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι, αφού χρειάζεται να αυξήσει με ταχύ ρυθμό τις στρατιωτικές της δαπάνες και να ενισχύσει την αμυντική της βιομηχανία, ώστε να ανεξαρτητοποιηθεί από τις ΗΠΑ.
Ωστόσο, αυτό το εγχείρημα είναι δύσκολο, ιδιαίτερα σε χώρες με υψηλά επίπεδα δημοσίου χρέους.
Προκειμένου, λοιπόν, να αντιμετωπιστούν τα δημοσιονομικά εμπόδια, το σχέδιο της Κομισιόν ReArm Europe, προβλέπει τα εξής:
– έκδοση κοινού χρέους ύψους 150 δισ. ευρώ
– μεγαλύτερη συνεισφορά της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (EIB), μέσω της παροχής χαμηλότοκων δανείων για εξοπλισμό,
– τη δημιουργία ενός μηχανισμού που θα επιτρέψει στα κράτη-μέλη να χρησιμοποιήσουν τους εθνικούς τους προϋπολογισμούς για να δαπανήσουν επιπλέον 650 δισ. (1,5% του ΑΕΠ, κατά μέσο όρο) για την ενίσχυση των αμυντικών δαπανών εκτός των ορίων του Συμφώνου Σταθερότητας
Τι λένε οι αριθμοί
Στο πλαίσιο των παραπάνω εξελίξεων, το ερώτημα που προκύπτει είναι πόσο δαπανούν οι ευρωπαϊκές χώρες –και κυρίως η χώρα μας– για τις εξοπλιστικές τους ανάγκες και πόσο απέχουν από τα επίπεδα των ΗΠΑ και το 5% του ΑΕΠ που προτείνει ο Τραμπ.
Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Άμυνας (European Defense Agency), η Ευρωπαϊκή Ένωση δαπάνησε 326 δισ. ευρώ για την άμυνα, το 2024, που αντιστοιχεί στο 1,9% του ΑΕΠ (αύξηση κατά 30% από το 2021). Επίσης, η ΕΕ έχει δεσμευτεί για επιπλέον δαπάνες 100 δισ. έως το 2027 που αντιπροσωπεύει περαιτέρω αύξηση κατά 30%, τα επόμενα τρία έτη.
1,47 εκατομμύρια οι ευρωπαίοι στρατιωτικοί
Η Ευρώπη -συμπεριλαμβανομένου του Ηνωμένου Βασιλείου- διαθέτει σήμερα 1,47 εκατ. εν ενεργεία στρατιωτικό προσωπικό, αλλά η έλλειψη ενιαίας διοίκησης αποδυναμώνει την αποτελεσματικότητά του.
Πρόσφατη μελέτη του Ινστιτούτου Bruegel δείχνει ότι προκειμένου να έχει επαρκή στρατιωτική ικανότητα και να αποτρέψει τον κίνδυνο από τη Ρωσία, η ΕΕ θα χρειαζόταν επιπλέον 300.000 στρατιώτες και αύξηση των ετήσιων αμυντικών δαπανών κατά τουλάχιστον 250 δισ. ευρώ βραχυπρόθεσμα.
Από την ίδρυση του ΝΑΤΟ, το 1949, οι αμυντικές δαπάνες της Ελλάδας, ως ποσοστό του ΑΕΠ, κυμαίνονται σε υψηλό επίπεδο λόγω της ιδιαίτερης γεωστρατηγικής θέσης της. Κατά τη διάρκεια, δε, κρίσιμων ιστορικών περιόδων το ποσοστό αυτό αυξήθηκε σημαντικά, όπως μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, το 1974.
Επίσης, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, το 2022 και οι εντάσεις με τη γειτονική Τουρκία συνέβαλαν στην αύξηση των αμυντικών δαπανών. Συγκριτικά με άλλες χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ, το ποσοστό των αμυντικών δαπανών ως προς το ΑΕΠ της χώρας μας είναι από τα υψηλότερα και, το 2024, διαμορφώθηκε σε 3,08% από 2,22%, το 2014, το 5ο υψηλότερο στο σύνολο των κρατών-μελών του ΝΑΤΟ
20 δισ. επενδύσεις σε εξοπλισμούς
Με το ευρωπαϊκό σχέδιο επανεξοπλισμού, η Ελλάδα θα μπορέσει να αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες και να καλύψει ταχύτερα το επενδυτικό κενό των 20 δισ. που δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια της εγχώριας οικονομικής κρίσης
Από μακροοικονομική σκοπιά η επιπρόσθετη αύξηση των αμυντικών δαπανών κατά 1,5% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ ετησίως (επιπλέον του 1,9% το 2024) εκτιμάται ότι θα δώσει ώθηση στην αναιμική ανάπτυξη της ευρωπαϊκής οικονομίας
Σύμφωνα με εκτίμηση του Ινστιτούτου Kiel («Guns and Growth: The Economic Consequences of Defense Buildups»), το ευρωπαϊκό ΑΕΠ θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 0,9% έως 1,5% εάν οι αμυντικές δαπάνες αυξηθούν από 2% σε 3,5% του ΑΕΠ με ευνοημένες χώρες όπως η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία και η Ισπανία οι οποίες έχουν βαριά βιομηχανία παραγωγής αμυντικού εξοπλισμού.
. . .
Δημοσιεύτηκε ! 2025-03-13 11:20:00