Οικονομία

Ζητείται «νέα γενιά» μέτρων για τη στέγη  

Ενώπιον μιας σκληρής πραγματικότητας βρίσκονται χιλιάδες νοικοκυριά και κυρίως τα νέα ζευγάρια, τα οποία αισθάνονται ότι παρά τις αυξήσεις στους μισθούς που εξήγγειλε η κυβέρνηση και παρά τη δεύτερη δουλειά που οι περισσότεροι αναζητούν, δεν τα βγάζουν πέρα, καθώς το κόστος ζωής, με πρώτο το ενοίκιο, εξανεμίζει τις ανάσες που δίνουν η εισοδηματική πολιτική και η ανάπτυξη της οικονομίας.

Την πραγματικότητα αυτή που αποτυπώνεται ανάγλυφα στους αριθμούς της Στατιστικής Αρχής και της Τράπεζας της Ελλάδος έχει αντιληφθεί το Μέγαρο Μαξίμου, από τις δημοσκοπήσεις και τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των ερευνών κοινής γνώμης όπου καταγράφεται η απαισιοδοξία (ειδικά των νέων) για το μέλλον, το οποίο αναζητεί μέτρα και παρεμβάσεις «νέας γενιάς» που μπορεί να δώσουν λύσεις στο στεγαστικό πρόβλημα στο άμεσο μέλλον.

Τι λένε όμως αυτοί οι αριθμοί:

-Από το 2017, όταν οι τιμές ακινήτων και η οικοδομική δραστηριότητα βρέθηκαν στο ναδίρ μετά τη μεγάλη ύφεση της οικονομίας που βιώσαμε την εποχή των μνημονίων, μέχρι σήμερα, οι τιμές πώλησης των ακινήτων αυξήθηκαν κατά 82% (δηλαδή σχεδόν διπλασιάστηκαν), οι τιμές των ενοικίων κατοικιών κατά 70% και τα ενοίκια επαγγελματικών χώρων, κυρίως γραφείων, κατά 60%.


Η απάντηση σε όλους όσοι αναρωτιούνται αν αυτό είναι το τίμημα της ανάπτυξης είναι απλή και τη δίνουν οι ειδικοί:

Η επιστροφή των τιμών των ακινήτων, αλλά και των ενοικίων, στα προ της κρίσης επίπεδα ήταν αναμενόμενη, αλλά τότε, το 2009, δεν υπήρχε στεγαστική κρίση. Το αντίθετο μάλιστα, αφού έμειναν κενά –απούλητα– 150.000 κατοικίες και διαμερίσματα σε όλη την Ελλάδα.


Τι μεσολάβησε, λοιπόν, με αποτέλεσμα οι τιμές των ακινήτων να εκτιναχθούν στα ύψη και παρά το γεγονός ότι η οικοδομική δραστηριότητα αυξάνεται με ρυθμό της τάξης του 15% τον χρόνο, να μην βρίσκουν τα νοικοκυριά και οι νέοι σπίτι;

Αν γυρίσουμε τον χρόνο πίσω στο 2019 (ίσως ένα με δύο χρόνια νωρίτερα), θα δούμε ότι τότε ξεκίνησε στην Ελλάδα το μπουμ του τουρισμού και η «οικονομία διαμοιρασμού».


Η οικονομία διαμοιρασμού (sharing economy) άνθησε την τελευταία δεκαετία ως ένα οικονομικό σύστημα που λειτουργεί αποκλειστικά μέσω διαδικτύου, χρησιμοποιείται από ιδιώτες χωρίς ή με αμοιβή και βασίζεται στην κοινή χρήση αγαθών που μπορεί να χρησιμοποιούνται μερικώς. Είναι η διαδικασία κατά την οποία κάποιος μέσα από μια διαδικτυακή πλατφόρμα μοιράζεται κάτι δικό του με άλλους και δέχεται επίσης κάτι άλλο από κάποιους άλλους για ιδία χρήση.

Το πιο τρανταχτό παράδειγμα είναι οι πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης ακινήτων, με πρώτη την Airbnb.

Σύμφωνα µε τα επίσημα στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, στην Ελλάδα, σε σύνολο 10 εκατ. κατοικιών, τα ακίνητα που έχουν δηλωθεί για ενοικίαση µέσω πλατφόρμας φθάνουν στις 100.000. Το 80% των κατοικιών ανήκει σε φυσικά πρόσωπα και αφορά μισθώσεις κάτω από 90 ημέρες, ενώ το μέσο εισόδημα ανά ακίνητο είναι 7.350 ευρώ ετησίως.

Μόνο στην Αθήνα υπάρχουν 18.000 καταλύματα που διατίθενται σε πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης, ενώ στην Κρήτη –τον δημοφιλέστερο τουριστικό προορισμό της χώρας– εκτιμάται ότι τα καταλύματα έχουν ξεπεράσει τα 32.000.

Το άλλο μεγάλο ζήτημα είναι πόσα ακίνητα (κατοικίες) πέρασαν σε χέρια ξένων, με τα κίνητρα της Golden Visa, τα οποία πλέον έγιναν πιο αυστηρά στην Ελλάδα, αλλά σε άλλες χώρες καταργούνται. Από το 2017 έχουν εκδοθεί συνολικά 29.390 άδειες Golden Visa με έσοδα 7,5 δισ. ευρώ για την εγχώρια αγορά ακινήτων, ενώ σήμερα εκκρεμούν 10.989 αιτήσεις αρχικής χορήγησης και 2.953 αιτήσεις ανανέωσης.

Η εξίσωση είναι δύσκολη

Επιστρέφοντας λοιπόν στην «οικονομία της αγοράς», μπορούμε να διακρίνουμε ότι όλα αυτά τα ακίνητα βγήκαν από την αγορά για τους έλληνες ενοικιαστές, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να βρουν σπίτι ούτε οι γιατροί, ούτε οι δάσκαλοι, ούτε οι καθηγητές, ούτε οι λιμενικοί, ούτε οι αστυνομικοί που διορίζονται ή μετατίθενται εποχικά στα νησιά για να καλύψουν τις αυξημένες ανάγκες του τουρισμού.

Ταυτόχρονα όμως η ζήτηση νέων κατοικιών αυξάνεται χρόνο με τον χρόνο, αν αναλογιστεί μόνο κανείς ότι οι γάμοι που γίνονται –άρα δημιουργούνται νέες οικογένειες με νέες ανάγκες– ξεπερνούν τις 40.000 ετησίως και πέρυσι έφτασαν τις 45.000.

Στο πλαίσιο αυτό, τα μέτρα που εξήγγειλε ο Πρωθυπουργός τον περασμένο Σεπτέμβριο στη ΔΕΘ (και εφαρμόζονται από τους αρμόδιους υπουργούς) μοιάζουν με «ασπιρίνες».

Τα μέτρα αυτά είναι:

  1. Το Πρόγραμμα «Σπίτι Μου» ΙΙ, ύψους 2 δισ. με πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης, για να αποκτήσουν πρώτη κατοικία πάνω από 15.000 νέοι ή νέα ζευγάρια ηλικίας έως και 50 ετών, με επιτόκιο μισό από το εμπορικό.
  2. Πρόγραμμα 400 εκατομμυρίων για δάνεια έως 20.000 ευρώ με μηδενικό επιτόκιο και στόχο την ενεργειακή αναβάθμιση χιλιάδων παλαιών κατοικιών.
  3. Απαλλαγή από τον φόρο ενοικίου για τρία χρόνια, για τους ιδιοκτήτες που νοικιάζουν κλειστά ακίνητα ή εάν μετατρέψουν σε μακροχρόνια μία βραχυχρόνια μίσθωση.

Πέραν του περιορισμένου αριθμού αναγκών που ικανοποιούν, τα μέτρα αυτά προκάλεσαν και σοβαρές παρενέργειες καθώς όλοι οι δικαιούχοι χαμηλότοκων δάνειων (νέοι και ζευγάρια) για την αγορά σπιτιού το οποίο θα πρέπει να έχει άδεια κατασκευής μέχρι το 2007 και να είναι μέχρι 150 τ.μ., διαπίστωσαν ότι οι ιδιοκτήτες ανέβασαν τις τιμές τουλάχιστον κατά 10%, δεδομένου ότι αυτές οι συγκεκριμένες κατοικίες έγιναν περιζήτητες.

Η δεύτερη παρενέργεια είναι ότι οι ιδιοκτήτες που δεν είχαν κλειστά τα σπίτια, στράφηκαν κατά της νομοθετικής ρύθμισης που όριζε ότι όσοι ανοίξουν τα σπίτια δεν θα πληρώνουν φόρο εισοδήματος για «αντισυνταγματικότητα» και πλέον η κυβέρνηση εξετάζει τη ριζική αλλαγή της φορολογικής κλίμακας των εισοδημάτων από ενοίκια για όλους.

Κάλλιο αργά παρά ποτέ…

Είναι προφανές ότι η ανακούφιση (αν όχι η επίλυση) του μεγάλου αυτού κοινωνικού ζητήματος βρίσκεται αλλού, με παρεμβάσεις τόσο για την αύξηση της προσφοράς, αλλά και μέτρα που θα καταστήσουν φθηνότερη την πρόσβαση νέων νοικοκυριών στην αγορά κατοικίας μέσω των τραπεζών και των στεγαστικών δανείων που για δεκαετίες ολόκληρες αποτελούσε τη λύση για να φύγει κανείς από το ενοίκιο.

Η «νέα γενιά» που σκέφτεται τώρα –έστω και αργά– η κυβέρνηση είναι η επιδότηση των ανακαινίσεων, αλλά και ανέγερση κοινωνικών κατοικιών που θα διατεθούν όταν χτιστούν με χαμηλό μίσθωμα και δικαίωμα αγοράς στη συνέχεια από τους ενοικιαστές.

Επειδή όμως ούτε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή το επιτρέπει ούτε η κυβέρνηση θέλει η Ελλάδα να επιστρέψει στην εποχή του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας (του ΟΕΚ που έκλεισε με τα μνημόνια) τα προγράμματα αυτά στέγης θα ανατεθούν στο μέλλον με ΣΔΙΤ (Συμπράξεις Δημόσιου  και Ιδιωτικού Τομέα) και μάλιστα σε οικόπεδα του Δημοσίου.

Το πρώτο βήμα έγινε από τον αναπληρωτή υπουργό Εθνικής Οικονομίας Νίκο Παπαθανάση, ο οποίος υπέγραψε τη σύμβαση για τη «Μελέτη, Κατασκευή και Λειτουργία Φοιτητικών Εστιών του Πανεπιστημίου Κρήτης, με ΣΔΙΤ».

Το αντικείμενο της σύμπραξης αφορά τη μελέτη, χρηματοδότηση, κατασκευή, συντήρηση και τεχνική διαχείριση φοιτητικών εστιών συνολικής δυναμικότητας 4.846 κλινών στο Ρέθυμνο (2.710 κλίνες) και Ηράκλειο (2.136 κλίνες) και άλλων κτιριακών εγκαταστάσεων του Πανεπιστημίου, με προϋπολογισμό 255 εκατ. ευρώ. Οι φοιτητικές εστίες στην Κρήτη θα είναι έτοιμες σε τρία χρόνια, ενώ η συνολική διάρκεια της σύμβασης είναι 30 έτη (3 έτη περίοδος κατασκευής και 27 έτη περίοδος λειτουργίας).

Επιπλέον 4.000 κατοικίες για στρατιωτικούς

Η δεύτερη κίνηση γίνεται από τον υπουργό Εθνικής Αμυνας Νίκο Δένδια, ο οποίος ανακοινώνοντας τις αυξήσεις στα μισθολόγια των στρατιωτικών (που ξεπερνούν κατά μέσο όρο το 14%, ποσό που ισοδυναμεί με την καταβολή 13ου και 14ου μισθού και στα τρία σώματα των Ενόπλων Δυνάμεων) υπογράμμισε τα εξής:

  • Η άνοδος των ενοικίων που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια, με τις τιμές σε πανελλαδικό επίπεδο να καταγράφουν συνεχείς αυξήσεις, δημιουργούν μια ασφυκτική κατάσταση για τους στρατιωτικούς, καθώς λόγω της φύσης της δουλειάς τους, είναι υποχρεωμένοι να μετακινούνται συχνά και να διαμένουν για μεγάλα χρονικά διαστήματα σε ενοικιαζόμενες κατοικίες.

Προκειμένου να δοθεί ανάσα στα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων εκτός από τις αυξήσεις, όπως δήλωσε ο κ. Δένδιας «βρίσκεται σε εξέλιξη η κατασκευή των πρώτων 1.000 κατοικιών στα νησιά του Αιγαίου και στη Θράκη, οι οποίες θα παραδοθούν το 2026»

Το πρόγραμμα, όμως, προβλέπει την ανέγερση επιπλέον 4.000 κατοικιών έως το 2030, με εξασφαλισμένη χρηματοδότηση, ενώ θα επεκταθεί και μετά το τέλος της δεκαετίας, με 1.000 νέες κατοικίες κάθε χρόνο.

Εντάξεις στο σχέδιο πόλης για να πέσουν οι τιμές

Το άλλο μείζον ζήτημα το οποίο καλείται να επιλύσει ο νέος υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Παπασταύρου είναι οι μαζικές εντάξεις οικιστικών περιοχών στα σχέδια πόλεως, προκειμένου να ανακόψει την αυθαίρετη δόμηση, αλλά και για να αυξήσει την προσφορά γης, δηλαδή οικοπέδων που βρίσκονται στα όρια ή και εντός οικισμών, έτσι ώστε να υποχωρήσουν συνολικά οι τιμές και το κόστος ανέγερσης των νέων οικοδομών που είναι μεγάλο σε περιπτώσεις αντιπαροχής.

Αλλωστε ο κλάδος της οικοδομής φαίνεται ότι «διψά», καθώς από το 2017 μέχρι σήμερα έχει ανακάμψει θεαματικά σε όλη την Ελλάδα.

Μόνο το 2024, το σύνολο Οικοδομικής Δραστηριότητας (Ιδιωτικής-Δημόσιας) με βάση τις εκδοθείσες οικοδομικές άδειες, σε όλη τη χώρα, ανήλθε σε 30.992 οικοδομικές άδειες, που αντιστοιχούν σε επιφάνεια 7,2 εκατομμύριων τετραγωνικών μέτρων.

Σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο Ιανουαρίου – Δεκεμβρίου 2023, παρατηρήθηκε αύξηση κατά 14,9% στον αριθμό των οικοδομικών αδειών και αύξηση κατά 16,8% στην επιφάνεια νέων οικοδομών.

. . .




Δημοσιεύτηκε ! 2025-03-31 12:36:00

Back to top button