
Γαλλία: Αυτές τις εκλογές ποιος θα τις κερδίσει; Μετά τον Μακρόν και την Λεπέν το χάος
Η Πέμπτη Γαλλική Δημοκρατία, η οποία ιδρύθηκε από τον Σαρλ Ντε Γκολ το 1958, γνώρισε πολλές κρίσεις. Το 1962, ο Nτε Γκολ γλίτωσε από μια απόπειρα δολοφονίας από ακροδεξιούς που αντιδρούσαν στην ανεξαρτησία της Αλγερίας.
Το 1968, οι φοιτητικές διαδηλώσεις και μια μαζική γενική απεργία παραλίγο να ρίξουν το καθεστώς.
Στη δεκαετία του 80, δεν φαινόταν καθόλου βέβαιο ότι το Σύνταγμα που επινοήθηκε από τον Ντε Γκολ, θα επιβίωνε από τη «συγκατοίκηση» μεταξύ της σοσιαλιστικής προεδρίας του Φρανσουά Μιτεράν και ενός συντηρητικού Κοινοβουλίου.
Τελικά όλες οι κρίσεις ξεπεράστηκαν, αλλά σήμερα η ανθεκτικότητα της Γαλλίας δοκιμάζεται ξανά, σημειώνει στους Times ο Τζούλιαν Τζάκσον, βρετανός Ιστορικός και συγγραφέας πολλών βιβλίων για τη Γαλλία, ανάμεσά τους και τη βιογραφία του Ντε Γκολ.
Για δεύτερη φορά μέσα σε 10 μήνες, η γαλλική πολιτική σκηνή βρίσκεται σε αναταραχή.
Πρώτα, η απρόσμενη διάλυση του Κοινοβουλίου από τον Μακρόν τον περασμένο Ιούνιο, κατέστρεψε την εύθραυστη κοινοβουλευτική του πλειοψηφία, ξεκινώντας μια περίοδο πολιτικής αστάθειας που είχε να παρατηρηθεί από την ίδρυση της Πέμπτης Δημοκρατίας.
Μετά από τρεις μήνες αναβλητικότητας και διαπραγματεύσεων, ο Μακρόν βρήκε πρωθυπουργό στο πρόσωπο του κεντροδεξιού πολιτικού Μισέλ Μπαρνιέ.
Η κυβέρνηση Μπαρνιέ διήρκεσε 99 ημέρες, αφού απέτυχε να ψηφίσει προϋπολογισμό. Μετά από περισσότερη αναβλητικότητα και περισσότερες διαπραγματεύσεις, ο Μακρόν αντικατέστησε τον Μπαρνιέ με τον βετεράνο κεντρώο πολιτικό Φρανσουά Μπαϊρού.
Αυτή δεν ήταν η πρώτη του επιλογή, αλλά ο πολιτικά αδύναμος Μακρόν δεν ήταν σε θέση να επιβάλει την προτίμησή του. Ο Μπαϊρού συνέθεσε με κόπο μια κυβέρνηση, η οποία πέρασε έναν προϋπολογισμό.
Στη συνέχεια ήρθε ένα ακόμη σοκ. Στο τέλος μιας μακράς δίκης, την περασμένη εβδομάδα, η Εθνική Συσπείρωση (RN) της Μαρίν Λεπέν κρίθηκε ένοχη για υπεξαίρεση δημόσιων πόρων για την πληρωμή εργαζομένων στο κόμμα.
Στην Λεπέν επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης με αναστολή και της απαγορεύθηκε να θέσει υποψηφιότητα σε εκλογές για πέντε χρόνια.

Επί χρόνια, η επικεφαλής της γαλλικής Ακροδεξιάς, εργαζόταν συστηματικά για να βγάλει το κόμμα που ίδρυσε ο πατέρας της, Ζαν-Μαρί, από το περιθώριο και να το φέρει στο επίκεντρο της γαλλικής πολιτικής σκηνής.
Απέρριψε την νοσταλγία του πατέρα της για την κατοχική κυβέρνηση του Βισί, αποκήρυξε τις αντισημιτικές εξάρσεις του, άμβλυνε τον αντιευρωπαϊσμό του.
Επιδίωξε να παρουσιάσει τον εαυτό της ως μία συμπαθή μεσήλικα με ενσυναίσθηση και όχι ως μία εχθρό των μουσουλμάνων και των μεταναστών, γράφει ο Τζάκσον.
Ο αγώνας της είχε αποτέλεσμα. Εφτασε στον δεύτερο και τελευταίο γύρο των προεδρικών εκλογών το 2017 και το 2022. Αν και έχασε δύο φορές από τον Μακρόν, το ποσοστό της στην τελική ψηφοφορία αυξήθηκε μεταξύ των δύο εκλογών από 34% σε 41%.
Ήταν πρακτικά βέβαιο ότι θα έφτανε στον τελευταίο γύρο το 2027 και θα μπορούσε να είχε κερδίσει. Τώρα, εν αναμονή μιας έφεσης, αυτή η πιθανότητα έχει χαθεί.
Η αναμενόμενη αντίδραση της Λεπέν ήταν να κατηγορήσει τους δικαστές ότι φιμώνουν τη φωνή του «λαού» -φράση βγαλμένη κατευθείαν από το εγχειρίδιο του Τραμπ.
Για χρόνια, η Εθνική Συσπείρωση κατήγγειλε τη διαφθορά όλων των άλλων κομμάτων και απαιτούσε να στερούνται του δικαιώματος του εκλέγεσθαι όσοι πολιτικοί βρίσκονταν ένοχοι για παραβίαση νόμων. Ενας τέτοιος νόμος τέθηκε σε ισχύ το 2016. Τώρα όμως, εφαρμόστηκε και στην περίπτωση της αρχηγού του ακροδεξιού κόμματος.
Τα πολυάριθμα γαλλικά ΜΜΕ που ανήκουν στον δισεκατομμυριούχο Βενσάν Μπογιορέ κατήγγειλαν την υποτιθέμενη προσβολή της δημοκρατίας.
Ακόμα και ο Μπαϊρού δήλωσε «προβληματισμένος», καθώς ανησυχεί ότι η ετυμηγορία θα χαρίσει πόντους στη Λεπέν.
Τα σενάρια για το 2027
Το μόνο σίγουρο είναι ότι οι δύο κεντρικές δυνάμεις της γαλλικής πολιτικής τα τελευταία 10 χρόνια, ο Μακρόν και η Λεπέν, έχουν υποστεί σοβαρά πλήγματα.
Τι θα επακολουθήσει; Ποιος θα διεκδικήσει τις εκλογές του 2027; Ο Τζάκσον εξετάζει τα πιθανά σενάρια.
Ενα από αυτά είναι ότι η απόφαση κατά της Λεπέν θα ανατραπεί εγκαίρως ώστε να μπορέσει να είναι υποψήφια. Το Εφετείο έχει συμφωνήσει να συνεδριάσει το επόμενο έτος, αλλά το αποτέλεσμα δεν είναι καθόλου βέβαιο. Και ακόμη και αν η απόφαση ανατραπεί, θα κερδίσει η Λεπέν νέους ψηφοφόρους ή θα χάσει και παλιούς μετά την καταδίκη της;
Μια πρόχειρη δημοσκόπηση την περασμένη εβδομάδα έδειξε ότι το 64% του πληθυσμού θεωρούσε δίκαιη την ετυμηγορία σε βάρος της.
Η 56χρονη Λεπέν σχεδιάζει την επόμενη κίνησή της. Την Κυριακή, οργάνωσε συγκέντρωση διαμαρτυρίας στο Παρίσι, όπου κατήγγειλε την καταδίκη της ως «πολιτική απόφαση».
Η Λεπέν παραμένει βουλευτής και θα μπορούσε να ρίξει τον Μπαϊρού, όπως έκανε με τον Μπαρνιέ. Αλλά αυτό, θα έβλαπτε την προσπάθειά της να οικοδομήσει μια εικόνα υπευθυνότητας.
Πιθανότερος υποψήφιος αντικαταστάτης της είναι ο προέδρος του κόμματός της, τον οποίο διόρισε η ίδια, ο 29χρονος Ζορντάν Μπαρντελά.
Ο Μπαρντελά έσπευσε να καταγγείλει την ετυμηγορία κατά της Λεπέν, αλλά η φράση του ότι θα ήταν έτοιμος να θέσει υποψηφιότητα, την δυσαρέστησε σαφώς.
Είναι μεν δημοφιλής στη βάση της Εθνικής Συσπείρωσης, ιδίως στη γενιά του TikTok, αλλά η απειρία του θεωρείται γενικά ότι εμπόδισε το κόμμα στις εκλογές μετά τη διάλυση του Κοινοβουλίου από τον Μακρόν, σημειώνει ο Τζάκσον.
Αν και ο Μπαρντελά κατηγορεί την Αριστερά για αντισημιτισμό ώστε να συγκαλύψει τον δικό του ρατσισμό, είπε πρόσφατα ότι δεν πιστεύει πως ο Ζαν-Μαρί Λεπέν ήταν αντισημίτης. Ο Τζάκσον υπενθυμίζει στο άρθρο του ότι ο πατέρας της Λεπέν κάποτε αστειευόταν δημοσίως για τους θαλάμους αερίων των Ναζί.
Ενα άλλο σενάριο είναι η επιστροφή της ανιψιάς της Λεπέν, Μαριόν Μαρεσάλ, που έφυγε για να ενταχθεί προσωρινά σε ένα άλλο ακροδεξιό κίνημα, με το οποίο εξελέγη ευρωβουλευτής και στη συνέχει ίδρυσε το δικό της κόμμα.

Οσο για το συντηρητικό κόμμα των Ρεπουμπλικανών, έλαβε λιγότερο από 5% στις προηγούμενες εκλογές, και ελπίζει να κλέψει ψήφους από το RN, αν η Λεπέν δεν είναι υποψήφια. Αλλά δεν θεωρείται πολύ πιθανό οι ακροδεξιοί ψηφοφόροι να προτιμήσουν το «αντίγραφο» από το «πρωτότυπο», όπως είχε πει ο Ζαν-Μαρί Λεπέν.
Στην Αριστερά τώρα, ο Τζάκσον εκτιμά ότι δεν υπάρχει κάποιος υποψήφιος που να έχει πιθανότητες να κερδίσει το 2027. Τα τελευταία χρόνια στην Αριστερά κυριαρχεί ο πρώην Σοσιαλιστής, Ζαν-Λικ Μελανσόν. Αλλά, κατηγορείται για αντισημιτισμό για τον τρόπο που υπερασπίστηκε τους Παλαιστινίους και έχει υιοθετήσει επιθετική στάση απέναντι στους επικριτές του, κάτι που τον κάνει αντιπαθή σε μεγάλη μερίδα του πληθυσμού.
Ο Μελανσόν «έχει τελειώσει», σημείωσε ο βρετανός Ιστορικός. Ομως, και το Σοσιαλιστικό Κόμμα, που βρέθηκε για τελευταία φορά στην εξουσία με τον Ολάντ πριν από οκτώ χρόνια, εξακολουθεί να βρίσκεται σε τέλμα.
Στις τελευταίες προεδρικές εκλογές, ο υποψήφιος των Σοσιαλιστών ήρθε δέκατος. Τον Ολάντ μπορεί να τον δει κανείς στις παρισινές αγορές να βγάζει σέλφι, αλλά είναι ο μόνος που πιστεύει στην πιθανή πολιτική του ανάσταση.
Ο Τζάκσον δεν χαρίζεται ούτε στον Μακρόν, τον οποίο αποκαλεί νάρκισσο και ζηλιάρη.
Οποιαδήποτε ρεαλιστική αντιπολίτευση στην Ακροδεξιά θα πρέπει να προέλθει από το πολιτικό κέντρο -αν αυτό υπάρχει. Καταστρέφοντας το Σοσιαλιστικό Κόμμα και τους Ρεπουμπλικανούς, ο Μακρόν ήλπιζε να έχει δημιουργήσει μια δύναμη στο Κέντρο. «Αλλά επειδή απέτυχε να δημιουργήσει ανθεκτικές δομές και επειδή η ναρκισσιστική του ζήλια τον έκανε να βλέπει τους πιθανούς διαδόχους του μόνο ως αντιπάλους, το “κέντρο του” είναι μια έρημος», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Μεταξύ των πολλών πρώην πρωθυπουργών του Μακρόν, οι μόνοι πιθανοί υποψήφιοι με πιθανότητες για καλό αποτέλεσμα, είναι ο Γκαμπριέλ Ατάλ και ο Εντουάρ Φιλίπ.
Ο Ατάλ, ο νεότερος πρωθυπουργός στην ιστορία της Γαλλίας, έμεινε στη θέση αυτή μόνο για πέντε μήνες πριν από την καταστροφική διάλυση της Βουλής. Τώρα, είναι ο ηγέτης του αποδυναμωμένου κόμματος των Μακρονιστών, της Αναγέννησης, στο Κοινοβούλιο, αλλά τον χλευάζουν τακτικά στη γαλλική τηλεόραση επειδή ξεκινάει κάθε πρόταση με τη φράση «όταν ήμουν πρωθυπουργός».

Ο Ατάλ είναι ευφυής, φωτογενής και έχει καλό λέγειν, αλλά εμφανίζεται ως μία πιο λάιτ εκδοχή του Μακρόν, παρ’ όλο που τώρα δυσανασχετεί με το πρώην αφεντικό του.
Ο Φιλίπ, ο πρώτος πρωθυπουργός του Μακρόν, έχει εμπειρία και βαρύτητα, και θεωρήθηκε ότι χειρίστηκε καλά την πανδημία. Είναι επίσης δημοφιλής στις δημοσκοπήσεις.
Πάντως, μέχρι τις προεδρικές εκλογές μπορεί να εμφανιστούν και άλλοι υποψήφιοι, όπως είχε γίνει και με τον ίδιο τον Μακρόν.
Η κατάσταση είναι ρευστή και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι επόμενες εκλογές θα είναι ιστορικής σημασίας, «ιδίως υπό το πρίσμα των φαντασμάτων του όχι και τόσο μακρινού παρελθόντος της Γαλλίας», τόνισε ο Τζάκσον.
Σε μια εποχή που η φιλελεύθερη δημοκρατία σε όλη τη Δύση απειλείται σοβαρά, το αποτέλεσμα των επόμενων εκλογών στη Γαλλία παραμένει αβέβαιο.
. . .
Δημοσιεύτηκε ! 2025-04-07 20:53:00