Ανάπτυξη 2,5% το 2025 με «όπλο» την κατανάλωση – Αρνητική η συμβολή του εξωτερικού τομέα
Πρόβλεψη για ανάπτυξη 2,3% φέτος και 2,5% το 2025, περιέχει η έκθεση νομισματικής πολιτικής που κατέθεσε σήμερα (20.12.2024) στη Βουλή των Ελλήνων, η Τράπεζα της Ελλάδας (ΤτΕ).
Η έκθεση που συνέγραψε ο διοικητής της ΤτΕ, αναφέρει πως η ανάπτυξη του ΑΕΠ θα υποχωρήσει ελαφρά στο 2,3% το 2026 και στο 2,0% το 2027.
Η βασικότερη συνιστώσα της οικονομικής μεγέθυνσης εκτιμάται ότι θα είναι η κατανάλωση, ενώ οι επενδύσεις και οι εξαγωγές θα συνεχίσουν να συμβάλλουν θετικά. Συνολικά, η καθαρή συμβολή του εξωτερικού τομέα στο ΑΕΠ θα είναι ελαφρώς αρνητική τα επόμενα έτη, καθώς η έντονη επενδυτική δραστηριότητα και η ενίσχυση της κατανάλωσης αναμένεται να προκαλέσουν αύξηση των εισαγωγών με ρυθμούς αντίστοιχους με εκείνους των εξαγωγών.
Επιπλέον, σύμφωνα με την πρόβλεψη της Τράπεζας της Ελλάδος, το πρωτογενές αποτέλεσμα της γενικής κυβέρνησης το 2024 αναμένεται να διαμορφωθεί σε πλεόνασμα 2,5% του ΑΕΠ και το δημόσιο χρέος σε 154,2% του ΑΕΠ.
Σε ό,τι αφορά την εξέλιξη των τιμών, η κεντρική τράπεζα επισημαίνει πως ο εναρμονισμένος πληθωρισμός το 2024 αναμένεται να διαμορφωθεί σε 3%, από 4,2% το 2023, αντανακλώντας τη μεγάλη επιβράδυνση του πληθωρισμού των ειδών διατροφής.
Μέχρι το 2026 ο πληθωρισμός θα συγκλίνει προς το στόχο της ΕΚΤ (2%), αλλά θα παραμείνει ελαφρά πάνω από αυτόν. Ο πληθωρισμός των υπηρεσιών αναμένεται να είναι πιο επίμονος σε σχέση με τον πληθωρισμό των λοιπών συνιστωσών του ΕνΔΤΚ, αντανακλώντας κυρίως τις αναμενόμενες αυξήσεις στις αμοιβές εργασίας. Τέλος, ο πυρήνας του πληθωρισμού αναμένεται να μειωθεί σημαντικά στο 3,5% το 2024 και στο 3,1% το 2025, αντικατοπτρίζοντας την αποκλιμάκωση κυρίως του πληθωρισμού των μη ενεργειακών βιομηχανικών αγαθών.
Ποιοι είναι οι κίνδυνοι και οι προκλήσεις
Παρ’ όλ’ αυτά, η έκθεση αναφέρεται και σε κινδύνους που περιβάλλουν τις μακροοικονομικές προβλέψεις της Τράπεζας της Ελλάδος για την ανάπτυξη, οι οποίοι είναι κυρίως καθοδικοί και συνδέονται με:
- τυχόν επιδείνωση της γεωπολιτικής κρίσης στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή και τις επιπτώσεις της στο διεθνές οικονομικό περιβάλλον,
- ενίσχυση του εμπορικού προστατευτισμού διεθνώς,
- χαμηλότερο του αναμενομένου ρυθμό απορρόφησης και αξιοποίησης των κονδυλίων του RRF,
- εντεινόμενη στενότητα στην αγορά εργασίας και ενδεχόμενες μισθολογικές πιέσεις,
- βραδύτερη του αναμενομένου υλοποίηση των απαραίτητων μεταρρυθμίσεων και
- ενδεχόμενες φυσικές καταστροφές λόγω της κλιματικής κρίσης.
Πέραν των παραπάνω, υπογραμμίζονται μια σειρά από προκλήσεις. Σε πραγματικούς όρους, τόσο το ΑΕΠ όσο και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ υπολείπονται ακόμη σε σχέση με τα προ της κρίσης επίπεδα και η σύγκλισή τους με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο απαιτεί ακόμη ισχυρότερους ρυθμούς ανάπτυξης.
Επιπρόσθετα, αρκετές εγχώριες διαρθρωτικές αδυναμίες, κάποιες από τις οποίες προϋπήρχαν της κρίσης χρέους, παραμένουν. Για παράδειγμα, η έλλειψη ανταγωνισμού σε αρκετούς κλάδους της οικονομίας, η οποία επιτείνει το διεθνές πρόβλημα της ακρίβειας, το υψηλό δημόσιο χρέος, το μεγάλο επενδυτικό κενό, η χαμηλή αποταμίευση, η χαμηλή διαρθρωτική ανταγωνιστικότητα που επιδεινώνει το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, το χαμηλό ποσοστό συμμετοχής των γυναικών και των νέων στο εργατικό δυναμικό και η γήρανση του πληθυσμού, που επιτείνουν τη στενότητα της αγοράς εργασίας διαχρονικά, αποτελούν παράγοντες που περιορίζουν την αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας.
Σε αυτές τις εγχώριες αδυναμίες έρχονται να προστεθούν και παγκόσμιες προκλήσεις, όπως η ένταση των γεωπολιτικών αντιπαραθέσεων, ο γεωοικονομικός κατακερματισμός και η αναβίωση της τάσης προς τον εμπορικό προστατευτισμό, η κλιματική κρίση, η ενεργειακή ασφάλεια, η μετάβαση προς μια βιώσιμη και κυκλική οικονομία, καθώς και η επέλαση των νέων ψηφιακών τεχνολογιών και ειδικότερα της τεχνητής νοημοσύνης.
Προτάσεις πολιτικής
Ως προτάσεις πολιτικής για να παραμείνει η χώρα εντός δημοσιονομικού πλάνου, η ΤτΕ προτείνει:
- την υλοποίηση των απαιτούμενων επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων που προβλέπονται στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας Ελλάδα 2.0
- την υιοθέτηση ενεργητικών πολιτικών και προγραμμάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης στην αγορά εργασίας που θα έχουν ως στόχο την αύξηση της συμμετοχής των γυναικών και των νέων στο εργατικό δυναμικό
- αύξηση των επενδύσεων αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την ενίσχυση της παραγωγικότητας της εργασίας με πλήρη απορρόφηση και παραγωγική αξιοποίηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών πόρωνκαι ενίσχυση του τραπεζικού τομέα
- διαφοροποίηση των πηγών χρηματοδότησης με διεύρυνση των μικροπιστώσεων και πρόσβαση σε εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης μέσω των κεφαλαιαγορών για την κάλυψη των επενδυτικών αναγκών των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ιδίως των νεοφυών και καινοτόμων, που δεν διαθέτουν εμπράγματες εξασφαλίσεις για τη λήψη τραπεζικών δανείων
- βελτίωση της συνολικής παραγωγικότητας των συντελεστών παραγωγής
- βελτίωση της εκπαίδευσης και κατάρτισης ειδικά σε νέες τεχνολογίες, ούτως ώστε να αυξηθεί το ανθρώπινο κεφάλαιο. Επιπλέον, οι αγορές εργασίας και κεφαλαίων θα πρέπει να λειτουργούν με τέτοιο τρόπο ώστε οι πιο παραγωγικές επιχειρήσεις σε κάθε τομέα να είναι σε θέση να προσελκύουν το μεγαλύτερο μέρος της εργασίας και του κεφαλαίου
- αντιμετώπιση άλλων ζητημάτων που εμποδίζουν την αποτελεσματική κατανομή των πόρων όπως πολυνομία και κακονομία, καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης, ασαφές χωροταξικό πλαίσιο, ελλιπής διασύνδεση εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας, ελλείψεις σε υποδομές, υψηλό κόστος ηλεκτρικής ενέργειας, μεγάλη φορολογική επιβάρυνση του εισοδήματος από εργασία και αυξημένοι έμμεσοι φόροι
- ενίσχυση της εξωστρέφειας της οικονομίας, καθώς η πρόσβαση των επιχειρήσεων στην παγκόσμια αγορά
- κρατική παρέμβαση με επιδοτήσεις και φορολογικά κίνητρα ώστε να ενθαρρυνθεί η δημιουργία ενός οικοσυστήματος καινοτομίας με συνεργασίες μεταξύ επιχειρήσεων, ερευνητικών ιδρυμάτων και πανεπιστημίων για να προωθηθεί η βασική έρευνα, αλλά και η εμπορική της αξιοποίηση.
Δημοσιεύτηκε ! 2024-12-20 12:53:00