Οικονομία

Γιατί το νέο πακέτο της Κομισιόν περνά κάτω από τον πήχη

Κατώτερο των προσδοκιών, πετώντας το μπαλάκι στις κυβερνήσεις και κυρίως χωρίς να απαντά στο νούμερο ένα ζητούμενο, πώς θα μειωθούν άμεσα οι τιμές της ενέργειας για τα νοικοκυριά και τις βιομηχανίες της Ευρώπης, για τις ανάγκες των οποίων άλλωστε και φτιάχτηκαν τα πακέτα που ανακοινώθηκαν χθες, είναι το σχέδιο της Κομισιόν για την ενέργεια.

«Μπαζούκα» πάνω στο τραπέζι δεν υπάρχει. Κανένα από τα τρία πακέτα, αυτά για τη προσιτή ενέργεια (Affordable Energy Action Plan), για μια νέα βιομηχανική ευρωπαϊκή συμφωνία (Clean Industrial Deal) και για λιγότερη γραφειοκρατία (Simplification Omnibus) για τα οποία έγινε τόσος ντόρος και δαπανήθηκαν χρήματα και εργατοώρες, δεν περιλαμβάνει μέτρα άμεσης μείωσης του ενεργειακού κόστους στην Ευρώπη.

Το σχέδιο μάλιστα εισηγείται στις κυβερνήσεις να βάλουν «μαχαίρι» σε χρεώσεις δικτύων και τέλη υπερ τρίτων και κυρίως να μειώσουν ή και να μηδενίσουν τους φόρους των λογαριασμών ρεύματος για νοικοκυριά και ενεργοβόρες επιχειρήσεις, παραγνωρίζοντας τις δημοσιονομικές επιπτώσεις που θα σήμαινε κάτι τέτοιο.

«Στην πράξη, η Κομισιόν προτείνει στις κυβερνήσεις των 27 να επιβάλουν νέους φόρους. Διότι, με βάση τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες που ισχύουν από φέτος, δεν υπάρχει τρόπος μια χώρα να αφαιρέσει ένα φόρο, αν δεν βάλει στη θέση του έναν άλλο, ισοδύναμο», όπως σχολιάζει στο Euro2day.gr, υψηλόβαθμη πηγή του ΥΠΕΝ.

Σαν ένα μικρό βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση, για την οποία θα απαιτηθεί πολύ περισσότερη προσπάθεια για να διασφαλιστεί ότι οι τιμές της ενέργειας θα μειωθούν, χαρακτηρίζει ο Γενικός Διευθυντής της Eurometaux, James Watson τη συμφωνία για την καθαρή βιομηχανία.

Ταυτόχρονα θυμίζει ότι το κόστος ενέργειας στην Ευρώπη είναι έως και 4 φορές υψηλότερο από εκείνο των Ηνωμένων Πολιτειών και δύο φορές υψηλότερο από της Κίνας, τονίζοντας ότι το σχέδιο για τη προσιτή ενέργεια (Affordable Energy Action Plan) δεν αγγίζει τον πυρήνα του προβλήματος.

«Η Eurometaux θα ήθελε να δει πολλά περισσότερα να γίνουν για να διασφαλίσει ότι μπορεί να παρασχεθεί ουσιαστική υποστήριξη στο λειτουργικό κόστος της βιομηχανίας έως ότου οι τιμές της ενέργειας επανέλθουν στα προ του 2022 επίπεδα», γράφει χαρακτηριστικά.

Την επίπτωση για τους κρατικούς προϋπολογισμούς από τις παροτρύνσεις της Κομισιόν επισημαίνουν στις πρώτες τους αντιδράσεις και άλλοι παράγοντες της αγοράς που μιλούν για ένα σχέδιο το οποίο δεν απαντά στα κρίσιμα ερωτήματα και ακολουθεί τελικά το πεπατημένο αφήγημα, ότι η προσιτή ενέργεια θα έρθει με τη μαζική ανάπτυξη των ΑΠΕ.

Στην ουσία η Κομισιόν στέλνει το μήνυμα ότι οι χώρες με «λίπος» στο κρατικό προϋπολογισμό, όπως η Γερμανία, που έχουν τις δημοσιονομικές αντοχές να καλύψουν το κενό από τη μείωση των φόρων, μπορούν να γίνουν πιο ανταγωνιστικές έναντι των άλλων.

Οι κακές γλώσσες λένε ότι μεγάλο μέρος του σχεδίου είναι «κομμένο και ραμμένο» στα μέτρα του Βερολίνου και του νέου καγκελάριου Φρίντριχ Μερτς, ο οποίος είχε κάνει σημαία του προεκλογικά, τη μείωση των φόρων και των τελών στην ηλεκτρική ενέργεια.

Η πίεση άλλωστε από την ασθμαίνουσα γερμανική βιομηχανία μεγαλώνει συνεχώς, που βλέπει τις τιμές της ενέργειας στο χρηματιστήριο να κάνουν απανωτά ρεκόρ, την αυτονομία της να παραμένει το ζητούμενο και την τροφοδοσία της να εξαρτάται όλο και περισσότερο από τις διαθέσεις τρίτων χωρών, όπως η Νορβηγία.

Την ίδια ώρα που η Πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν ανακοίνωνε τα τρία υπερφιλόδοξα σχέδια, γινόταν γνωστό ότι οι σποτ τιμές στο γερμανικό χρηματιστήριο ηλεκτρικής ενέργειας για το Φεβρουάριο εκτινάχθηκαν σε επίπεδα υψηλότερα και από εκείνα της ενεργειακής κρίσης του 2022-2023.

Η παρατεταμένη σκοτεινή άπνοια έχει ως αποτέλεσμα ο τρέχων μήνας να είναι ο πιο ακριβός Φεβρουάριος που έχει γνωρίσει ποτέ η χώρα, όπως σημειώνει χθες το Bloomberg.

Ανακατανομή του κόστους

Ενα από τα θέματα στα οποία η Κομισιόν «βλέπει» δυνατότητες για άμεση μείωση του ενεργειακού κόστους αφορά τις χρεώσεις δικτύου, που αποτελούν πράγματι αγκάθι και μεγάλο μέρος του τελικού λογαριασμού για τους καταναλωτές. Το σχέδιο, ωστόσο, υποπίπτει σε αντιφάσεις.

Από τη μια κάνει λόγο για την ανάγκη ισχυρότερων διασυνδέσεων και νέων πράσινων ηλεκτρικών λεωφόρων, ώστε να ενισχυθεί και να επιταχυνθεί η διείσδυση των ΑΠΕ. Από την άλλη, όμως, καλεί τις κυβερνήσεις να βάλουν «μαχαίρι» στα τέλη δικτύου για συγκεκριμένες κατηγορίες ενεργοβόρων καταναλωτών, όπως βιομηχανίες που επενδύουν στον εξηλεκτρισμό τους ή όσες μεταφέρουν τη κατανάλωση τους σε ώρες όπου δεν υπάρχει αιχμή στη ζήτηση.

Η αντίφαση έγκειται στο γεγονός ότι αυτός που πληρώνει την επέκταση των διασυνδέσεων είναι οι καταναλωτές μέσω των τελών δικτύου. Στο ερώτημα, ποιος θα καλύψει το κενό που θα δημιουργηθεί στα κεφάλαια για την ανάπτυξη των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας, η Κομισιόν εισηγείται στις κυβερνήσεις να βάλουν το χέρι στη τσέπη μέσω των εθνικών προϋπολογισμών.

Στη πράξη το μέτρο κινείται περισσότερο στη λογική μιας ανακατανομής του υπάρχοντος κόστους, παρά απαντά στο πώς η ΕΕ θα ρίξει άμεσα το ενεργειακό κόστος, κάτι που θα έφερνε π.χ. μια γενναία παρέμβαση στο ευρωπαϊκό χρηματιστήριο των ρύπων (ETS), όπως σχολιάζει παράγοντας της αγοράς.

Τα «βέλη» με άλλα λόγια της Κομισιόν δεν στοχεύουν στη καρδιά του προβλήματος, παρά σημαδεύουν γύρω – γύρω από το πυρήνα, σε περιφερειακά ζητήματα.

Στην ίδια λογική κινείται και η συζήτηση να αφαιρεθούν χρεώσεις υπέρ τρίτων από τους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος (τέτοια στην Ελλάδα είναι τα δημοτικά τέλη και η ΕΡΤ), παρέμβαση που δεν θα άλλαζε την ουσία. Η δαπάνη για τον καταναλωτή θα παραμείνει η ίδια, απλώς αντί να τα πληρώνει όλα μαζί σε ένα λογαριασμό, θα τα πλήρωνε σε δύο ή τρεις διαφορετικούς.

Μακροπρόθεσμα μέτρα

Στον αντίποδα, σε μεσομακροπρόθεσμο επίπεδο οι προτεινόμενες παρεμβάσεις των πακέτων της Κομισιόν είναι σωστές. Στο φυσικό αέριο για παράδειγμα, μιλά για κίνητρα σε ευρωπαίους εισαγωγείς ώστε να επενδύουν απευθείας σε υποδομές LNG στο εξωτερικό και ειδικά στις ΗΠΑ, κατά το «ιαπωνικό μοντέλο», καθώς και για τη δημιουργία μιας Task Force για την αγορά αερίου, προκειμένου να εξετάσει ενδελεχώς το πώς λειτουργεί και, όπου χρειάζεται, να παίρνει μέτρα για τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της, αντλώντας από τα διδάγματα της ενεργειακής κρίσης.

Κάνει επίσης λόγο για το πώς θα πολλαπλασιαστούν οι μακροχρόνιες διμερείς συμβάσεις αγοραπωλησίας ηλεκτρικής ενέργειας στην Ευρώπη, προκειμένου να ενισχυθεί η ορατότητα των επιχειρήσεων απέναντι στο volatility των αγορών ηλεκτρισμού.

Σε αυτό το πλαίσιο, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, θα «τρέξει» ένα πιλοτικό πρόγραμμα εγγυοδοσίας, ύψους 500 εκατ. ευρώ, για τη σύναψη PPAs από επιχειρήσεις. Επίσης, στόχος είναι να μειωθούν τα εμπόδια εταιρειών, ιδιαίτερα των ενεργοβόρων βιομηχανιών, στη σύναψη μακροχρόνιων συμβάσεων.

Στην ίδια θετική λογική, για να ενισχυθεί η απρόσκοπτη ροή «καθαρής» ενέργειας ανάμεσα στη Νοτιοανατολική και την Κεντρική Ευρώπη εντάσσεται και η κατεύθυνση ενίσχυσης των υποδομών για διασυνοριακό εμπόριο, αρκεί να εξασφαλιστούν και τα ανάλογα κεφάλαια.

Στην περίπτωση πάλι των βιομηχανιών, βασικό στοιχείο είναι η κινητοποίηση κεφαλαίων άνω των 100 δισ. ευρώ, για το «πρασίνισμα» της παραγωγής τους. Σε αυτό το πλαίσιο, προτείνεται η δημιουργία ενός χρηματοδοτικού εργαλείου («Τράπεζα Βιομηχανικής Απανθρακοποίησης»), που θα προικοδοτηθεί με ένα μπάτζετ 100 δισ. ευρώ για να στηρίξει το «Clean Industrial Deal» με κονδύλια από το Ταμείο Καινοτομίας, από το Χρηματιστήριο Ρύπων, καθώς και από την αναθεώρηση του InvestEU.

Επίσης, η Κομισιόν εισηγείται τη μετάθεση κατά ένα έτος της έναρξης εφαρμογής του μηχανισμού συνοριακής προσαρμογής άνθρακα (CBAM), κάτι για το οποίο η βιομηχανία ζητούσε τη πλήρη απόσυρση από το τραπέζι.

Στον αντίποδα η συμφωνία δεν κάνει καμία αναφορά στην ανάγκη για μόνιμη αποσύνδεση των τιμών των ορυκτών καυσίμων και ιδίως του φυσικού αερίου από τις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας. Ένα μέτρο που θέτει καιρό τώρα η ελληνική κυβέρνηση και επαναλαμβάνει ως αναγκαίο και στη χθεσινή του ανακοίνωση ο ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ, Γιάννης Μανιάτης, στη λογική ότι «μόνο μια τέτοια μεταρρύθμιση των ενεργειακών αγορών θα προστατέψει τους καταναλωτές από «εισαγόμενες» αυξήσεις τιμών».

Το σχέδιο σε αριθμούς

Σταχυολογώντας τις εκτιμήσεις της Κομισιόν και από τα τρία πακέτα, έτσι όπως αυτές αποτυπώνονται σε νούμερα, προκύπτει ότι :

Εξοικονόμηση 45 δισ. φέτος και 130 δισ. ετησίως έως το 2030: Κατά τις Βρυξέλλες, μόνο μέσα στο 2025 το σχέδιο για προσιτή ενέργεια αναμένεται να αποφέρει εξοικονόμηση 45 δισ. ευρώ, ποσό που θα αυξηθεί σε 130 δισ. ευρώ ετησίως μέχρι το 2030 και θα φθάσει τα 260 δισ. ευρώ ετησίως μέχρι το 2040.

Μείωση κόστους λογαριασμών ρεύματος: Μέσω της μείωση χρεώσεων δικτύου έτσι ώστε να αντανακλούν τα πραγματικά κόστη, αλλά και των χαμηλότερων φόρων, οι καταναλωτές θα έχουν τη δυνατότητα να εξοικονομήσουν δυνητικά έως και 200 ευρώ ετησίως.

Μείωση του κόστους προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας: Μέσα από περισσότερα και πιο εύκολα μακροχρόνια διμερή συμβόλαια (PPAs), όπως το πιλοτικό πρόγραμμα που «τρέχει» η ΕΤΕπ, αλλά και με επενδύσεις 2 δισ. ευρώ ετησίως σε διασυνοριακά δίκτυα, οι πολίτες θα μπορούσαν να επωφεληθούν 5 δισ. ευρώ ετησίως.

Η ολοκλήρωση της αγοράς: Η πλήρης λειτουργία ενός συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας που θα υποστηρίζεται από την ολοκλήρωση της αγοράς, την παραγωγή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και την ευέλικτη δυναμικότητα θα μπορούσε να οδηγήσει σε 40% χαμηλότερες τιμές χονδρικής ηλεκτρικής ενέργειας κατά μέσο όρο στην ΕΕ.

Επίσης, η βαθύτερη ολοκλήρωση της αγοράς θα αποτρέψει απότομες αυξήσεις του κόστους του συστήματος έως και 103 δισ. ευρώ έως το 2040, επιβαρύνσεις που θα προκύψουν αν δεν ληφθούν μέτρα. Και χωρίς την ενεργειακή μετάβαση, ο λογαριασμός για τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων της ΕΕ το 2025 θα ήταν 45 δισεκατομμύρια ευρώ υψηλότερος από ό,τι το 2019, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 0,25% του ΑΕΠ της ΕΕ.

Νέες επενδύσεις σε ΑΠΕ: Για να επιτύχει τους ενεργειακούς και κλιματικούς της στόχους, η ΕΕ χρειάζεται πάνω από 570 δισ. ευρώ ετησίως μεταξύ 2021 και 2030 και 690 δισ. ευρώ ετησίως από το 2031 έως το 2040 για επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.




Δημοσιεύτηκε ! 2025-02-27 07:36:00

Back to top button